Agios Efstratios Island
Άγιος Ευστράτιος
Limnos Island
Λήμνος, η πρώτη των μελτεμιών
Agios Efstratios Island
Άγιος Ευστράτιος
Limnos Island
Λήμνος, η πρώτη των μελτεμιών
του Θωμά Παναγιωτόπουλου

Καταρράκτες που πέφτουν από μεγάλο υψόμετρο σχηματίζοντας φυσικές λίμνες μέσα στην πυκνή βλάστηση, κρεμαστά νερά που αυλακώνουν απόκρημνους βράχους και καταλήγουν κατακόρυφα στη θάλασσα, πλατάνια που ακουμπούν κυριολεκτικά στο κύμα, δεκάδες ρυάκια που κυλούν γοργά για να συναντήσουν το πέλαγος, κι όλα αυτά γύρω από ένα επιβλητικό βουνό που φτάνει στο «Φεγγάρι»... Ο παράδεισος είναι εδώ!

Έβραζε ολόκληρο το Αιγαίο στον παλμό των μελτεμιών, για έναν ακόμη συνεχή Αύγουστο. Ο καιρός κρατούσε φρεσκαρισμένος κάθε βράδυ και δεν μας έδινε την ευκαιρία να ταξιδέψουμε ούτε τις πρώτες πρωινές ώρες. Πολλοί φίλοι είχαν αποκλειστεί για μέρες στα λιμάνια χωρίς να τολμούν να ξεμυτίσουν. Βρισκόμασταν στα Ψαρά και τα απαγορευτικά έδιναν και έπαιρναν, ώσπου μια μέρα, στα μέσα του Αυγούστου, τα μετεωρολογικά δελτία μιλούσαν για σπάσιμο του καιρού, ο οποίος όμως μετά το μεσημέρι θα ξαναέπιανε «κόκκινα». Ετοιμαστήκαμε λοιπόν γρήγορα και, πριν ακόμα χαράξει, η πλώρη μας σημάδευε τη Σαμοθράκη στα 110 ναυτικά μίλια. Με ένα γεμάτο πεντάρι κατάορτσα τα πράγματα δεν ήταν και τόσο αισιόδοξα. Φάγαμε πάρα πολύ νερό και μετά από μια μικρή στάση στην Πλάκα της Λήμνου, προσεγγίζαμε επιτέλους στην Καμαριώτισσα. Η Καμαριώτισσα βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού και διαθέτει τα πάντα: ενοικιαζόμενα δωμάτια, ξενοδοχεία, παντοπωλεία, ψαροταβέρνες, καφετέριες, εστιατόρια και ό,τι άλλο θελήσει κανείς. Τους καλοκαιρινούς μήνες μετουσιώνεται σε μια μικρή πόλη με έντονη ζωή και κίνηση, ιδιαίτερα κατά μήκος του παραλιακού δρόμου. Αντίθετα, το μεγάλο και ευρύχωρο λιμάνι της διατηρεί γαλήνιους ρυθμούς, καθώς πολύ λίγα είναι τα σκάφη αναψυχής που το προσεγγίζουν. Μεγάλες σιδερένιες τράτες, μικρά και μεγάλα ψαροκάικα αλλά και αρκετές βάρκες βρίσκονται δεμένες εδώ, ο χώρος του όμως είναι μεγάλος και σίγουρα θα βρούμε θέση, μέχρι και για πλαγιοδέτηση.
Ακόμη κι αν δεν προτιμήσουμε την Καμαριώτισσα ως ορμητήριο είναι βέβαιο πως θα την επισκεφθούμε αρκετές φορές, είτε για να ανεφοδιαστούμε είτε για να νοικιάσουμε κάποιο μεταφορικό μέσο που θα μας βοηθήσει να γνωρίσουμε την ενδοχώρα και τις περίφημες βάθρες. Οι κυριότεροι οικισμοί του νησιού -πέρα από την Καμαριώτισσα- είναι η Χώρα, τα Θέρμα, το Λάκκωμα και ο Προφήτης Ηλίας, τον οποίο αξίζει να επισκεφθούμε μόνο και μόνο για να δοκιμάσουμε το μοναδικό γεμιστό κατσικάκι, φτιαγμένο σε φούρνο με ξύλα.

ΣΤΗ ΜΑΓΕΥΤΙΚΗ ΧΩΡΑ

Η Χώρα της Σαμοθράκης, η πρωτεύουσα του νησιού, βρίσκεται σε απόσταση 6 χιλιομέτρων από το λιμάνι και μπορούμε να φτάσουμε είτε με το λεωφορείο που το καλοκαίρι εκτελεί συχνά δρομολόγια, είτε με κάποιο ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο. Αθέατη από τη θάλασσα και καλά κρυμμένη μέσα στις πλαγιές του όρους Σάος, βρίσκεται σε θέση που επιλέχθηκε πολύ προσεκτικά με βασικό κριτήριο την προστασία των κατοίκων της από τις επιδρομές των πειρατών. Ήταν η εποχή που οι πειρατές σάρωναν το Αιγαίο και λεηλατούσαν κάθε γωνιά του. Τα παλιά παραδοσιακά σπίτια με τα μπαλκόνια τους γεμάτα λουλούδια και τα στενάκια που διατρέχουν όλη τη Χώρα συγκροτούν έναν πολύ όμορφο οικισμό, που από το 1978 έχει κηρυχθεί διατηρητέος. Γυρίζοντας την πλάτη στον σύγχρονο τρόπο ζωής, η Χώρα διατηρεί τους δικούς της ρυθμούς, προσφέροντάς μας μοναδικές και αυθεντικές εικόνες. Εντελώς διαφορετική από όλες τις Χώρες των νησιών του Αιγαίου, με το δικό της πολύ ιδιαίτερο χρώμα, εντυπωσιάζει από την πρώτη κιόλας ματιά με τα μικρά διώροφα σπιτάκια χτισμένα αμφιθεατρικά και κολλητά το ένα στο άλλο, με τρόπο που να τα βλέπει όλα ο ήλιος. Βρίσκεται χωμένη μέσα σε μια «λάκκα», κυκλωμένη από ένα υπέροχο πευκοδάσος γύρω από το οποίο ανηφορίζουν απότομα και επιβλητικά οι γυμνές πλαγιές του Σάος.
Επισκεφθήκαμε τη Χώρα τις πρώτες απογευματινές ώρες και την απολαύσαμε μέχρι αργά το βράδυ, που οι επισκέπτες κατακλύζουν κάθε γωνιά της. Ανηφορίζοντας το κεντρικό καλντερίμι συναντάμε υπέροχες μικρές γωνιές, με ταβερνάκια και παραδοσιακά καφενεδάκια κάτω από τους αιωνόβιους πλάτανους. Πλανόδιοι μουσικοί καθισμένοι εδώ κι εκεί στις πέτρινες πεζούλες παίζουν όμορφα τραγούδια, συμβάλλοντας κι αυτοί στη δημιουργία ενός πολύ ατμοσφαιρικού σκηνικού.
Στο ύψος του Δημαρχείου το καλντερίμι στρίβει αριστερά, και αφού περάσουμε τον περίφημο παραδοσιακό φούρνο, οδηγούμαστε στο παλιό Κάστρο. Μερικά τμήματα από τα τείχη του σώζονται ακόμα στην κορυφή του εντυπωσιακού βράχου που δεσπόζει στην είσοδο της Χώρας. Μια στάση εδώ για καφεδάκι ή ποτό στο παραδοσιακό πέτρινο καφενεδάκι ο «Πύργος», που βγάζει τα τραπεζάκια του κάτω από τον γέρικο πλάτανο, είναι επιβεβλημένη. Αυθεντικές στιγμές, σε ένα λιτό και απόλυτα γνήσιο περιβάλλον, πλάι στα ερείπια του Κάστρου, συντροφιά με όμορφη μουσική.

ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ

Με το Αιγαίο να βράζει στον λυσσαλέο παλμό των μελτεμιών, βρήκαμε την ευκαιρία να ασφαλίσουμε το φουσκωτό στο λιμάνι και να ανακαλύψουμε την ενδοχώρα της Σαμοθράκης. Από την Καμαριώτισσα ξεκινούν ουσιαστικά δύο δρόμοι: ο ένας κυκλώνει τη βορινή ακτογραμμή του νησιού και καταλήγει μέχρι το νοτιοανατολικό άκρο του, στο ακρωτήριο των Κήπων, ενώ ο άλλος κατευθύνεται νότια και φτάνει μέχρι την Παχιά Άμμο, στο μέσον περίπου του νησιού. Από την Παχιά Άμμο μέχρι τους Κήπους οι απόκρημνοι ορεινοί όγκοι του Σάος δεν επιτρέπουν τη δημιουργία δρόμου, αποτελώντας ένα πολύ δύσβατο αλλά και εντυπωσιακό τοπίο. Νοικιάσαμε, λοιπόν, ένα αυτοκίνητο και αφιερώσαμε μια μέρα για την εξερεύνηση της βόρειας πλευράς της Σαμοθράκης. Αυτό το κομμάτι του νησιού είναι κυριολεκτικά πνιγμένο στο πράσινο, με τα απέραντα πλατανοδάση να έχουν τον πρώτο λόγο. Εδώ θα συναντήσουμε τον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιόπολης, τα Θέρμα, τις διασημότερες βάθρες, το ρέμα του Φονιά και θα καταλήξουμε στην ατελείωτη παραλία των Κήπων, που με τα γκρίζα βότσαλά της αγκαλιάζει τη μύτη του ομώνυμου ακρωτηρίου. Ο δρόμος από την Καμαριώτισσα μέχρι τους Κήπους, τρέχει παράλληλα και πολύ κοντά στην ακτογραμμή, στο επίπεδο σχεδόν της θάλασσας, επιτρέποντάς μας να αποκτήσουμε μια άμεση εικόνα των βορινών παραλιών του νησιού.

Ολόκληρη η βορινή ακτογραμμή χαρακτηρίζεται από εκτενείς παραλίες πολλών χιλιομέτρων που είναι στρωμένες με μεγάλες κροκάλες, χωρίς εναλλαγές και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για να τις περιπλεύσουμε με το φουσκωτό μας. Αντίθετα, η ενδοχώρα που βρίσκεται δεξιά από το δρόμο κρύβει τοπία εκπληκτικής ομορφιάς, ένα θαύμα της φύσης που δεν συναντάμε σε κανένα άλλο νησί αλλά και σε καμιά περιοχή της χώρα μας.
Πρώτα επισκεφθήκαμε την Παλαιόπολη, όπου δεσπόζουν οι πύργοι των Γενουατών Γατελούζι. Στον αρχαιολογικό χώρο της σώζεται μέχρι σήμερα το Ιερό των Μεγάλων Θεών.

Η Σαμοθράκη στους αρχαίους χρόνους ήταν φημισμένο πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο, γι' αυτό και την αποκαλούσαν «η Δήλος του βόρειου Αιγαίου». Εδώ λατρευόταν η «Μεγάλη Μητέρα» Αξίερος (θρακική θεά που στην υπόλοιπη Ελλάδα ταυτιζόταν με τη Δήμητρα), μαζί με τον σύζυγό της τον Καδμίλο. Ακόμη, λατρεύονταν ο θεός του Κάτω Κόσμου με τη γυναίκα του την Περσεφόνη, και οι Κάβειροι, δίδυμα δαιμονικά όντα που ήταν προστάτες των θαλασσινών και των εμπόρων.

α περίφημα Καβείρια Μυστήρια, που χρονολογούνται από το 700 π.Χ., ήταν τελετές αντίστοιχες με αυτές των Ελευσινίων Μυστηρίων, με τη διαφορά πως εδώ μπορούσαν να λάβουν μέρος άνθρωποι ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης και εθνικότητας. Ένα πέπλο «μυστηρίου» σκεπάζει τη λατρεία των δίδυμων δαιμόνων, που γίνεται ακόμα μεγαλύτερο από τις λιγοστές πληροφορίες που διαθέτουμε. Πολύς κόσμος ερχόταν στη Σαμοθράκη για να μυηθούν στους δύο βαθμούς των Καβειρίων Μυστηρίων, όπου με άφθονο κρασί και περίεργες τελετές -που προκαλούν τη φαντασία μας- «εξασφάλιζαν» καλή τύχη τόσο στα θαλασσινά τους ταξίδια όσο και στη μεταθανάτια ζωή. Λέγεται πως στο Ιερό των Μεγάλων Θεών ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος γνωρίστηκε με την Ολυμπιάδα.
Τα κυριότερα κτίρια του αρχαιολογικού χώρου είναι το Ανάκτορο, το Αρσινόειο, το Θυσιαστήριο, το Θέατρο, η Στοά, η Κρήνη όπου βρισκόταν το περίφημο άγαλμα της Νίκης τοποθετημένο πάνω σε μια πλώρη, το Ιερό και το Τέμενος, όπου λάμβανε χώρα το δεύτερο στάδιο μύησης των Καβειρίων Μυστηρίων.

ΣΤΙΣ ΒΑΘΡΕΣ ΤΩΝ ΘΕΡΜΩΝ

Περάσαμε τον οικισμό Καρυώτες και αφού διανύσαμε 13 χιλιόμετρα από το λιμάνι, φτάσαμε στα Θέρμα ή αλλιώς Λουτρά. Διάσημα από τη βυζαντινή εποχή για τις θειούχες πηγές τους με τις θεραπευτικές ιδιότητες, φιλοξενούν ακόμα και σήμερα επισκέπτες από όλη την Ελλάδα. Είναι ένας πολύ μικρός οικισμός, υπάρχουν όμως αρκετά ενοικιαζόμενα δωμάτια, ταβερνάκια, καφέ και μαγαζάκια με αναμνηστικά είδη. Ολόκληρη η περιοχή είναι πνιγμένη στο πράσινο από διάφορα είδη δέντρων, όπου βέβαια δεσπόζουν τα μεγάλα πλατάνια πλάι στα πολυάριθμα ρυάκια που κατεβαίνουν από τις πλαγιές του Σάος. Τα Θέρμα ήταν και ο πρώτος μας προορισμός. Από εδώ κοντά ξεκινά και το μονοπάτι που μας οδηγεί σε μια από τις διασημότερες βάθρες της Σαμοθράκης, την περίφημη «Γριά Βάθρα». Πρόκειται ουσιαστικά για πέντε συνεχόμενες βάθρες, όλες τους εκπληκτικές, που έχουν την πιο εύκολη και γρήγορη πρόσβαση από όλες τις βάθρες της Σαμοθράκης.
Από εκεί που θα αφήσουμε το αυτοκίνητο ξεκινά το μονοπάτι που τρέχει πλάι στο «τσιμεντένιο» ρυάκι και, έπειτα από δέκα λεπτά υπέροχης διαδρομής κάτω από την πυκνή σκιά των πλατανιών, φτάνουμε στην πρώτη βάθρα. Αυτή είναι και η μικρότερη από τις υπόλοιπες, που βρίσκονται λίγο ψηλότερα. Αναρριχηθήκαμε για λίγο στα βράχια της δεξιάς πλευράς της πρώτης βάθρας και βγήκαμε στο μονοπάτι που, μετά από είκοσι λεπτά διαδρομής, παρακάμπτοντας τις υπόλοιπες βάθρες, μάς έβγαλε απευθείας στην πέμπτη που είναι και η ομορφότερη. Κατά την πορεία αυτού του μονοπατιού, που στο μεγαλύτερο μέρος του τρέχει πλάι στο φαράγγι, συναντούμε μικρότερα μονοπάτια που μας οδηγούν στις υπόλοιπες βάθρες. Έτσι έχουμε τη δυνατότητα να τις επισκεφθούμε όλες, μιας και βρίσκονται πολύ κοντά μεταξύ τους, και την επιλογή να απλώσουμε την πετσέτα μας σε όποια κερδίσει τις προτιμήσεις μας. Οι μικροί καταρράκτες που ρίχνουν τα νερά τους στις λιλιπούτειες λιμνούλες, τα δροσερά νερά και η εξασφαλισμένη πυκνή σκιά από τα πλατάνια μέσα σε ένα μεγαλειώδες σκηνικό της φύσης, δικαιολογεί απόλυτα την απρόσκοπτη συρροή του κόσμου που προτιμά το ορεινό βαθύσκιωτο περιβάλλον από τις παραλίες, όπου η ζέστη γίνεται αφόρητη μιας και ο υδράργυρος ξεπερνά συχνά τους 35 βαθμούς Κελσίου. Έτσι, μη σας φανεί παράξενο αν πλάι στις όχθες των ρεμάτων συναντήσετε απλωμένες πετσέτες, αιώρες και στημένες σκηνές από φυσιολάτρες που διανυκτερεύουν εδώ απολαμβάνοντας μαγευτικές βραδιές, συντροφιά με τον υπέροχο ήχο των νερών που τρέχουν από παντού.

ΣΤΟ ΡΕΜΑ ΤΟΥ ΦΟΝΙΑ

Αφού κολυμπήσαμε και απολαύσαμε για αρκετή ώρα το μοναδικό υδρομασάζ κάτω από τον καταρράκτη της πέμπτης βάθρας, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά όμως δεν επιλέξαμε το μονοπάτι, αλλά κατεβήκαμε πλάι στο ρέμα, «γλιστρώντας» στα λεία και μεγάλα βράχια και αφού διασχίσαμε κολυμπώντας κάθε βάθρα, φτάσαμε τελικά στο σημείο από όπου είχαμε ξεκινήσει.
Από τα Θέρμα ξεκινά και το Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε6, το οποίο μετά από πέντε ώρες περίπου μάς βγάζει στο Φεγγάρι, την ψηλότερη κορυφή του όρους Σάος, στα 1621 μέτρα υψόμετρο. Είναι όμως μια διαδρομή που απαιτεί αρκετή εμπειρία και πολύ καλή φυσική κατάσταση. (Στο Φεγγάρι, «τοποθετεί» ο Όμηρος τον Ποσειδώνα να παρακολουθεί την εξέλιξη του Τρωικού Πολέμου).
Συνεχίζοντας τον δρόμο μετά τα Θέρμα συναντάμε τα δύο δημοτικά κάμπινγκ, μέσα σε ένα τεράστιο δάσος από ψηλόκορμα πλατάνια. Το πρώτο, «φυσικής διαβίωσης» όπως λέγεται, προσφέρει τα απολύτως απαραίτητα. Νερό, τουαλέτες και ένα μίνι μάρκετ. Το δεύτερο, πιο οργανωμένο και σύγχρονο, παρέχει όλες τις ανέσεις για τους κατασκηνωτές.
Στο ύψος του δεύτερου κάμπινγκ, ο παραλιακός δρόμος τέμνει το ρέμα του Φονιά. Στα αριστερά μας, αθέατος από αυτό το σημείο, εκεί που το ρέμα του Φονιά εκβάλλει στη θάλασσα βρίσκεται ο Πύργος του Φονιά, ακόμη ένα απομεινάρι του αμυντικού συστήματος των Γατελούζι. Στα δεξιά μας, βρίσκεται ο χώρος στάθμευσης των αυτοκινήτων και ένα μικρό «ενημερωτικό» περίπτερο.

Από εδώ ξεκινά μια υπέροχη διαδρομή πλάι στα νερά του Φονιά, του μεγαλύτερου ρέματος του νησιού, που στο κατέβασμά του σχηματίζει πολλές κλιμακωτές βάθρες.
Τα μόνα πράγματα που χρειάζεστε είναι ένα ζευγάρι ορειβατικά παπούτσια, μια πετσέτα και βέβαια τη φωτογραφική σας μηχανή γιατί τα τοπία που θα αντικρίσετε είναι στην κυριολεξία μαγικά. Νερό δεν χρειάζεται να έχετε μαζί σας αφού όπου σταθείτε θα σας ξεδιψάσουν τα τρεχούμενα νερά που ξεκινούν από τις πηγές του ρέματος του Φονιά. Το μονοπάτι τρέχει παράλληλα με την κοίτη του ρέματος και παρά το μήκος του, που φτάνει τα τρία χιλιόμετρα, είναι πολύ βατό και μπορούν να το διανύσουν ακόμη και μικρά παιδιά.

Μετά από τριάντα λεπτά διαδρομής σε ένα πραγματικά εξωτικό τοπίο, με τα αιωνόβια πλατάνια που βρίσκονται μέσα και γύρω από το ρέμα να μας χαρίζουν μοναδικές εικόνες, φτάνουμε στην πρώτη βάθρα του Φονιά που μαζί με τη Γριά Βάθρα αποτελούν τις πιο διάσημες και πολυσύχναστες βάθρες της Σαμοθράκης.

Ο εντυπωσιακός καταρράκτης που χύνει ορμητικά τα νερά του από ύψος 15 μέτρων, μέσα σε μια μεγάλη βάθρα διαμέτρου τριάντα περίπου μέτρων, καθώς και η οργιώδης βλάστηση που αγκαλιάζει τους απότομους βράχους δημιουργούν ένα συναρπαστικό τοπίο, το οποίο δεν μπορεί παρά να μας μαγέψει. Αυτή η βάθρα συγκεντρώνει και τον περισσότερο κόσμο που απολαμβάνει το μπάνιο του στα δροσερά νερά της. Είναι φρόνιμο να μην πλησιάζουμε στον καταρράκτη γιατί η δίνη που δημιουργεί στο σκάσιμό του είναι αρκετά επικίνδυνη.

Για τους πιο τολμηρούς, τα συναρπαστικά τοπία δεν σταματούν εδώ. Στα δεξιά της βάθρας συνεχίζει το μονοπάτι, που όμως γίνεται πολύ ανηφορικό και αρκετά δύσκολο. Σε μερικά σημεία του μάλιστα απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή. Αξίζει, όμως, πραγματικά τον κόπο να επιχειρήσουμε την ανάβαση. Μετά από επτακόσια περίπου μέτρα πορείας, πολλά από τα οποία με ιδιαίτερα απότομη κλίση, φτάνουμε στα Γεράνια, όπως ονομάζεται η δεύτερη βάθρα του Φονιά.
Το θέαμα που αντικρίζουμε και εδώ είναι εντυπωσιακό. Μέσα από την πυκνή βλάστηση ξεπροβάλλει μια μεγάλη λίμνη, όπου χύνει τα νερά του ένας μικρός καταρράκτης. Η μικρή αμμουδιά στο άκρο της και τα κάθετα βράχια που την περιβάλλουν, τα μεγάλα πλατάνια και τα μικρά δέντρα που κρέμονται πάνω από τα νερά, δημιουργούν ένα παραδεισένιο τοπίο που αιχμαλωτίζει όλες μας τις αισθήσεις. Το κολύμπι εδώ αποκτά άλλη διάσταση, όπως και τα μακροβούτια από τα διάφορα επίπεδα που σχηματίζονται στους βράχους.
Φανερά απρόθυμοι αποχωριστήκαμε τα Γεράνια και συνεχίσαμε ως τη θέση Κλείδωση, όπου υπάρχουν άλλες τρεις με τέσσερις βάθρες, πέρα από τις οποίες δεν καταφέραμε να συνεχίσουμε. Έτσι, πήραμε το δρόμο του γυρισμού και σε μια ώρα περίπου βρισκόμασταν στον χώρο στάθμευσης των αυτοκινήτων.

ΣΤΟ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΚΗΠΩΝ

Μετά από τόσες ώρες στους καταρράκτες και στις βάθρες, μέσα στη σκιά των αιωνόβιων πλατανιών, είχαμε ξεχάσει πως βρισκόμασταν σε νησί. Αρχίσαμε όμως σιγά σιγά να επανερχόμαστε στην πραγματικότητα καθώς πήραμε τον δρόμο που συνεχίζει πλάι στη θάλασσα και σύντομα φτάσαμε στους Κήπους, το νοτιοανατολικό ακρωτήρι της Σαμοθράκης. Η απλωτή γκρίζα βοτσαλωτή παραλία που αγκαλιάζει τον κάβο των Κήπων είναι εντυπωσιακή και βλέπει καθαρά τις γειτονικές ακτές της Ίμβρου.
Στο άκρο της νότιας πλευράς της ακτής υπάρχουν ξαπλώστρες και ομπρέλες και συγκεντρώνεται αρκετός κόσμος. Εδώ βρίσκεται και ένα πρόχειρα στημένο ταβερνάκι το οποίο, κάτω από τη σκιά της μεγάλης καλαμωτής του, σερβίρει τα πάντα. Από καφέδες και ποτά μέχρι θαλασσινούς μεζέδες και κρεατικά.
Το υπόλοιπο τμήμα της νότιας ακτής καθώς και ολόκληρο το ανατολικό της κομμάτι, παραμένει ερημικό και υποδέχεται όσους προτιμούν τη μοναξιά και την απομόνωση. Στο ταβερνάκι σταματά και ο δρόμος, μιας και από τους Κήπους μέχρι την Παχιά Άμμο -που βρίσκεται στο μέσον της νότιας πλευράς του νησιού- οι πλαγιές του Σάος είναι εξαιρετικά απόκρημνες. Έτσι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής για την Καμαριώτισσα. Πριν όμως φτάσουμε στο λιμάνι, κατευθυνθήκαμε λίγες εκατοντάδες μέτρα έξω από τη Χώρα. Στο εξοχικό ταβερνάκι που βρίσκεται στο εκκλησάκι της Σωτήρος, μέσα σε ένα καταπράσινο περιβάλλον, φάγαμε το νοστιμότερο κατσικάκι στη λαδόκολλα που έχουμε ποτέ δοκιμάσει, απίθανους τσιγεροσαρμάδες και πατάτες που τηγανίζονται σε καζάνι πάνω σε ξύλα. Με αυτό το εξαίσιο γεύμα κλείσαμε με τον καλύτερο τρόπο τη μέρα μας και σύντομα βρισκόμασταν στο λιμάνι, ξαπλωμένοι αναπαυτικά στο πλωριό μας δωμάτιο.

ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΕΜΝΙΩΤΙΣΣΑ

Την επόμενη μέρα, πήραμε τον δεύτερο δρόμο του νησιού, που ξεκινά από την Καμαριώτισσα και καταλήγει στην Παχιά Άμμο. Το τοπίο της νότιας πλευράς δεν θυμίζει σε τίποτα τις βορινές πλαγιές του Σάος με την οργιώδη βλάστηση. Οι απέραντοι ελαιώνες γεμίζουν το οπτικό μας πεδίο, σε ένα σαφώς πιο ξηρό και Αιγαιοπελαγίτικο περιβάλλον. Ο δρόμος περνά μέσα από το Λάκκωμα και, αφήνοντας για την επιστροφή τον ορεινό Προφήτη Ηλία, συνεχίσαμε την πορεία μας. Στα αριστερά μας, λίγα χιλιόμετρα πριν την Παχιά Άμμο, ξεκινά ο χωματόδρομος που σε δύο χιλιόμετρα μας βγάζει στο εκκλησάκι της Παναγιάς της Κρεμνιώτισσας. Χτισμένο πάνω στον απόκρημνο βράχο αποτελεί ένα από τα ομορφότερα αξιοθέατα της Σαμοθράκης. Σύμφωνα με τον θρύλο, η εικόνα της Παναγιάς βρέθηκε στην Παχιά Άμμο και παρά τις προσπάθειες των ντόπιων να χτίσουν εκεί το εκκλησάκι, εκείνη «ανέβηκε» στον απόκρημνο βράχο δείχνοντας τον τόπο που ήθελε για το εκκλησάκι. Είναι η θαυματουργή εικόνα του νησιού, στην οποία αφιερώνονται κάθε χρόνο πολλά τάματα. Στη ρίζα του απόκρημνου βράχου, αθέατο από ανθρώπου μάτι, βρίσκεται ένα μικρό ουζερί για λίγες στιγμές ξεκούρασης. Φωλιασμένο μέσα στους απρόσιτους ορεινούς όγκους αποτελεί από μόνο του έναν γοητευτικό προορισμό, ιδιαίτερα την ώρα που δύει ο ήλιος βάφοντας τους γύρω βράχους με ένα απίθανο πορτοκαλί χρώμα. Απολαμβάνοντας εδώ το ηλιοβασίλεμα, συντροφιά με τους ευγενικούς ιδιοκτήτες που αναλαμβάνουν τα ουζάκια και την καλή μουσική, θα περάσουμε αλησμόνητες και πολύ ιδιαίτερες στιγμές μέσα σε ένα άγριο και αποκομμένο, από τα εγκόσμια, περιβάλλον. Ανεβήκαμε τα φαρδιά ασβεστωμένα σκαλιά που βρίσκονται στη βορινή πλευρά του απόκρημνου βράχου και μπήκαμε στον μικρό περίβολο της Παναγιάς. Από εδώ η θέα είναι συναρπαστική. Μοιάζουμε να αιωρούμαστε στο κενό και ακριβώς κάτω από τα πόδια μας, ανάμεσα σε δυο μικρούς κάβους, απλώνεται η περίφημη Παχιά Άμμος. Στο βάθος διακρίνεται πεντακάθαρα ο ορεινός όγκος της Ίμβρου.

ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΒΑΤΟΥ

Σκοπός της σημερινής μας ημέρας ήταν να περπατήσουμε στο φαράγγι του Βάτου. Είναι μια διαδρομή που δεν είχαμε ξανακάνει και η αδρεναλίνη μας ήταν στα ύψη. Θέλαμε να ανακαλύψουμε νέες βάθρες και νέους παράδεισους. Μπορεί η Γριά βάθρα και οι βάθρες του Φονιά να έχουν κλέψει τα φώτα της διασημότητας, οι βάθρες όμως της Σαμοθράκης δεν εξαντλούνται εκεί. Είναι κυριολεκτικά αμέτρητες και βρίσκονται παντού. Χρειάζεται, όμως, να περπατήσεις πολύ. Μόνο έτσι θα γνωρίσεις τη Σαμοθράκη και θα ανακαλύψεις τα μυστικά της.
Λίγα μέτρα πριν την Παναγιά την Κρεμνιώτισσα ο χωματόδρομος συνεχίζει να ανεβαίνει, χρειάζεται όμως να διαθέτουμε τζιπάκι καθώς κάποια σημεία του είναι εξαιρετικά δύσβατα. Μετά από δέκα λεπτά διαδρομής ο δρόμος σταματά και από εδώ αρχίζει η πεζοπορία.
Το μονοπάτι είναι αρκετά ευδιάκριτο, για να είμαστε σίγουροι όμως μπορούμε να έχουμε σαν οδηγό τη φαρδιά μαύρη σωλήνα που τρέχει παράλληλα και καταλήγει στις πηγές του Βάτου. Αρχικά προχωράμε στη δυτική πλαγιά του φαραγγιού και μετά από αρκετή ώρα το διασχίζουμε για να περάσουμε στην ανατολική πλευρά του. Κατά τη διαδρομή μας συναντάμε πολλές βάθρες, οι περισσότερες όμως - τουλάχιστον τον Αύγουστο- δεν έχουν καθόλου νερό. Πολύ λίγα είναι τα σημεία που συγκρατούν νερό και ακόμη λιγότεροι οι καταρράκτες. Πρ' όλα αυτά το θέαμα εξακολουθεί να είναι το ίδιο συναρπαστικό. Η διαδρομή είναι εκπληκτική, με τις επιβλητικές και άγονες πλαγιές του φαραγγιού να μετατρέπονται σε μια μαγευτική όαση από πλατάνια γύρω από την κοίτη του ρέματος, η οποία τρέχει για πολλά χιλιόμετρα από τις πηγές που βρίσκονται κοντά στην κορυφή του Σάος μέχρι να καταλήξει στη θάλασσα, λίγο ανατολικότερα από την Παχιά Άμμο. Σε κάποια σημεία το μονοπάτι περνά σύρριζα από απότομες πλαγιές, οι οποίες είναι γεμάτες με δέντρα και κατεβαίνουν σχεδόν κατακόρυφα στην κοίτη του ρέματος, χαρίζοντάς μας συγκλονιστικές εικόνες. Μπορεί να μην φτάσαμε μέχρι τις πηγές γιατί είχε περάσει η ώρα, η διαδρομή όμως μας αποζημίωσε και η ψυχική μας ευφορία ήταν ανείπωτη.

Στην επιστροφή δεν ακολουθήσαμε το μονοπάτι αλλά κατηφορίσαμε μέσα στην κοίτη του ρέματος και πολύ πιο σύντομα φτάσαμε στο σημείο από όπου είχαμε ξεκινήσει. Με την υπόσχεση πως την επόμενη φορά που θα επισκεφθούμε το νησί θα φτάσουμε ως τις πηγές του Βάτου, μπήκαμε στο τζιπάκι μας και σύντομα βγήκαμε στην άσφαλτο.
Δεν κατεβήκαμε στην Παχιά Άμμο, μιας και θα την επισκεπτόμασταν διά θαλάσσης, αλλά κατευθυνθήκαμε στον Προφήτη Ηλία για κατσικάκι και αγνάντι στο ηλιοβασίλεμα. Ο Προφήτης Ηλίας είναι ένα ορεινό χωριό που βρίσκεται πάνω από το Λάκκωμα, φωλιασμένο μέσα σε πυκνή βλάστηση. Τα μεγάλα πλατάνια και οι πελώριες καρυδιές δημιουργούν ένα πολύ δροσερό και όμορφο περιβάλλον. Δύο είναι όμως οι κύριοι λόγοι για τους οποίους πρέπει να επισκεφθείτε το χωριό: για να απολαύσετε το υπέροχο ηλιοβασίλεμα με θέα την Καμαριώτισσα -και φυσικά το πέλαγος- και για να δοκιμάσετε κατσικάκι στη σούβλα, που εδώ έχει αναχθεί σε εξαιρετική τέχνη.

ΝΟΤΙΑ, ΜΕ ΤΟ ΦΟΥΣΚΩΤΟ ΜΑΣ!

Απόλυτα ικανοποιημένοι από τις στιγμές και τις εικόνες που μας χάρισε η διήμερη περιπλάνησή μας στην ορεινή Σαμοθράκη, η οποία κάθε φορά έχει και κάτι καινούργιο για να ανακαλύψουμε, επιστρέψαμε στο φουσκωτό και ετοιμάζαμε τα πλάνα μας για τις θαλασσινές μας πια εξορμήσεις. Και βέβαια, οι θαλασσινές εξορμήσεις στη Σαμοθράκη αφορούν μόνο τη νότια πλευρά της, αφού ολόκληρη η βόρεια ακτογραμμή δεν παρουσιάζει κανένα μορφολογικό ενδιαφέρον, δεν σχηματίζει κανέναν όρμο και ουσιαστικά είναι μια συνεχόμενη και ατελείωτη παραλία με μεγάλα βότσαλα -την οποία άλλωστε βλέπουμε από πρώτο χέρι μιας και ο παραλιακός δρόμος τρέχει λίγα μόλις μέτρα από την ακτή. Ιδιαίτερο, όμως, ενδιαφέρον παρουσιάζει η νότια ακτογραμμή του νησιού και συγκεκριμένα το νοτιοανατολικό κομμάτι της. Μέσα σε μια απόσταση μόλις τεσσάρων ναυτικών μιλίων, ανατολικά του ακρωτηρίου Καλυθριά έως το ακρωτήριο των Κήπων, βρίσκονται συγκεντρωμένες οι ομορφότερες παραλίες αλλά και ακτές του νησιού που πραγματικά είναι πολύ εντυπωσιακές.

Ξεκινάμε τη θαλασσινή μας διαδρομή στη νότια πλευρά του νησιού. Σε ολόκληρο το κομμάτι από τις ανεμογεννήτριες που βρίσκονται στο δυτικότερο άκρο μέχρι το ακρωτήρι Καλυθριά που βρίσκεται στο μέσον περίπου της νότιας ακτογραμμής, σχηματίζονται δύο πολύ ανοιχτοί όρμοι με απέραντες βοτσαλωτές ακτές χωρίς, ωστόσο, κανένα ενδιαφέρον.

Από το ακρωτήρι Καλυθριά ξεκινά ο όρμος Μακρύγιαλος, μέσα στον οποίο σχηματίζονται δύο παραλίες με γκρίζα βότσαλα.
Η ανατολική παραλία είναι η μεγαλύτερη και χωρίζεται σε δύο τμήματα, από τα σκόρπια βράχια της ακτής που συνεχίζουν για λίγα μέτρα και στη θάλασσα. Η δυτική παραλία του όρμου είναι μικρή αλλά πολύ όμορφη και αναγνωρίζεται εύκολα από τον μεγάλο βράχο που αναδύεται από τη θάλασσα, λίγα μέτρα από την ακρογιαλιά. Εδώ μπορούμε να αγκυροβολήσουμε και να απολαύσουμε την ημέρα μας στην ερημική αυτή ακτή.
Αμέσως μετά τον όρμο του Μακρύγιαλου βρίσκεται η διάσημη Παχιά Άμμος.

Σημείο αναφοράς -εδώ και πολλά χρόνια- των παραλιών της Σαμοθράκης, αποτελεί τον κυριότερο πόλο έλξης των επισκεπτών και συγκεντρώνει τον περισσότερο κόσμο. Βρίσκεται ανάμεσα σε δύο μικρούς κάβους, στο νοτιότερο άκρο του νησιού, εκτείνεται σε μήκος πεντακοσίων περίπου μέτρων και η αμμουδιά της απλώνεται προς τη στεριά για δεκάδες μέτρα. Στο δυτικό άκρο της -που είναι και το ομορφότερο- υπάρχουν ξαπλώστρες και ομπρέλες, ενώ ακριβώς από πίσω βρίσκεται η ταβέρνα του Γιάννη. Κάτω από τη σκιά των πλατανιών θα απολαύσετε πολύ καλό φαγητό σε ιδιαίτερα λογικές τιμές.

Από την Παχιά Άμμο και ανατολικά, τα βράχια της ακτής αρχίζουν να σηκώνονται σε ύψος και να πέφτουν κατακόρυφα στη θάλασσα, δημιουργώντας τα θεαματικότερα τοπία ολόκληρης της ακτογραμμής του νησιού. Αυτό άλλωστε είναι και το άβατο κομμάτι του νησιού, αφού μέχρι τους Κήπους δεν υπάρχει δρόμος. Ακριβώς μετά την Παχιά Άμμο σχηματίζονται τρεις πολύ μικροί ορμίσκοι που φιλοξενούν υπέροχες αμμουδιές, ιδανικές για απομόνωση, μιας και δύσκολα μπορεί να τις προσεγγίσει κανείς με τα μονοπάτια που ξεκινούν από την Παχιά Άμμο. Χωρίς καμιά αμφιβολία αυτοί οι μικροί ορμίσκοι είναι οι ομορφότεροι και ταιριάζουν απόλυτα στη φιλοσοφία του φουσκωτού.
Λίγο πιο πέρα βρίσκεται η παραλία του Βάτου. Εδώ καταλήγει το ομώνυμο ρέμα, στις εκβολές του οποίου βρίσκουν καταφύγιο πολλοί ελεύθεροι κατασκηνωτές. Η πλατιά αμμουδιά που βρίσκεται στο δυτικό άκρο της παραλίας είναι σίγουρα το καλύτερο σημείο, καθώς το υπόλοιπο τμήμα της είναι στρωμένο με μεγάλες ποταμίσιες πέτρες. Το δέλτα του Βάτου είναι πολύ εντυπωσιακό και αξίζει πραγματικά να «φουντάρουμε» και να βγούμε στην ακτή. Το περπάτημα στην κοίτη του χειμάρρου, μέσα σε μια όαση από αιωνόβια πλατάνια, είναι μια εξαιρετικά όμορφη εμπειρία.

Μετά τον Βάτο μάς υποδέχεται ένα μοναδικό και συγκλονιστικό θέαμα που δεν συναντάμε πουθενά αλλού σε ολόκληρο το Αιγαίο. Τα περίφημα «Κρεμαστά Νερά» θα μας συναρπάσουν και θα μας κρατήσουν εκεί, να τα θαυμάζουμε για πολλή ώρα. Ανάμεσα στα καφετί βράχια που πέφτουν από μεγάλο υψόμετρο κατακόρυφα στη θάλασσα, τρέχει ο καταρράκτης που ξεκινά από το χείλος των βράχων και μετά από πορεία δεκάδων μέτρων χύνει τα νερά του στο πέλαγος. Το θέαμα που προσφέρει παραπέμπει σε μακρινές ηπείρους και θα χαραχθεί για πάντα στη μνήμη μας. Αποτελεί άλλωστε έναν βασικό λόγο για να επισκεφθούμε ξανά τη Σαμοθράκη.
Συνέχεια των «Κρεμαστών Νερών» αποτελούν τα «Πανιά της Γριάς», ακανόνιστες λευκές ραβδώσεις μέσα σε μαύρα βράχια, που είναι και ένα από τα γνωστότερα αξιοθέατα του νησιού. Από εδώ και πέρα το πιο αξιόλογο σημείο είναι το Γιάλι, η βοτσαλωτή ακτή που βρίσκεται στην εκβολή του στενού φαραγγιού, για να καταλήξουμε τελικά στην παραλία των Κήπων.

Έρμαια, στις ριπές των σπιλιάδων...
Έχουμε διανυκτερεύσει αρκετές φορές στο ανατολικό υπήνεμο άκρο της Παχιάς Άμμου, ακόμα και με φορτωμένους καιρούς. Ποτέ δεν είχαμε κανένα πρόβλημα. Αυτήν τη χρονιά, όμως, η πρώτη μας διανυκτέρευση εκεί θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μας. Επί τρεις συνεχόμενες ημέρες βρισκόμασταν δεμένοι στην Καμαριώτισσα, ώσπου έφθασαν με το καράβι από την Αλεξανδρούπολη κάποιοι φίλοι μας. Το σούρουπο, οι καλοί μας φίλοι πήραν το τζιπάκι τους και κατευθύνθηκαν για την Παχιά Άμμο, στο ανατολικό άκρο της οποίας θα έστηναν τις σκηνές τους. Αποφασίσαμε να πάμε κι εμείς με το φουσκωτό για παρέα. Είχε μόλις σκοτεινιάσει και η θάλασσα παρουσίαζε ένα ελαφρύ ρυτίδιασμα περνώντας έξω από το Λάκκωμα. Μας έμεναν ακόμα τρία μίλια για να φτάσουμε στην Παχιά Άμμο, όταν ξαφνικά, εκεί που όλα ήταν γαλήνια, η νύχτα έγινε μέρα. Λίγα μέτρα μπροστά από την πλώρη μας άσπρισε όλη η θάλασσα. Ένα ολόλευκο στρώμα από σπρέι και αφρισμένα σταγονίδια έκλεισε το οπτικό μας πεδίο και εμείς μοιάζαμε με σκιέρ που έπεσαν σε χιονοθύελλα. Μέσα σε ένα εξωπραγματικό τοπίο, οι δαιμονισμένες ριπές των σπιλιάδων παρέσερναν την πλώρη του φουσκωτού και το σπρέι που δεχόμασταν στην αριστερή μας μπάντα ήταν απίστευτο. Το τριμάρισμα του κινητήρα και το βίαιο κάρφωμα της μανέτας μπροστά, ελάττωσαν τα βρεχάμενα του σκάφους και μας έδωσαν τη μέγιστη ταχύτητα. Τα πράγματα βελτιώθηκαν αρκετά, αλλά εξακολουθούσαμε να ζούμε ένα βασανιστήριο, με τους σπιλιάδες να μας σφυροκοπούν ανελέητα. Με τα μάτια μας κλειστά, αφού δεν μπορούσαμε να τα ανοίξουμε ούτε για μια στιγμή, υπομέναμε καρτερικά το μαστίγωμα. Ύστερα από μια τρελή κούρσα που δεν κράτησε παραπάνω από δέκα λεπτά, βγήκαμε από το αφηνιασμένο αυτό κομμάτι της θάλασσας και, ξεπλυμένοι μέχρι το κόκαλο, φτάσαμε στην Παχιά Άμμο.
Με τις μπλούζες μας να έχουν φτάσει στο γόνατο από το βάρος του νερού, κατευθυνθήκαμε σιγά σιγά στο ανατολικό της άκρο. Μετά από λίγο κατέφθασαν και οι φίλοι μας με το τζιπάκι τους. Όλα ήταν ήσυχα και επικρατούσε απόλυτη γαλήνη. Οι φίλοι μας άρχισαν να στήνουν τις σκηνές τους και εμείς ασχολούμασταν με την αγκυροβολία του φουσκωτού. Επειδή διανυκτερεύουμε πολύ συχνά σε ερημικές ακτές, η θάλασσα μάς έχει διδάξει να είμαστε ιδιαίτερα σχολαστικοί με το δέσιμο. Αφήσαμε, λοιπόν, όλο σχεδόν το έκταμα του αγκυρόσχοινου και προβληματιζόμασταν για τις πρυμάτσες, μιας και δεν υπήρχαν ασφαλή σημεία πρόσδεσης στην απέραντη αμμουδιά. Ένα παρατημένο τρέιλερ στην ακτή (λες και μας το έστειλε ο θεός), παράλληλα με την ακροθαλασσιά ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόμασταν.
Πιάσαμε τη μια πρυμάτσα πάνω του, δένοντας την άλλη στον κοτσαδόρο του τζιπ των φίλων μας. Έτσι, απόλυτα ήσυχοι, στήσαμε την τέντα-δωμάτιο και μπήκαμε μέσα για να αλλάξουμε ρούχα. Τα χαμόγελά μας, όμως, πάγωσαν όταν εντελώς ξαφνικά ένα εκκωφαντικό ουρλιαχτό ανέμου μάς έκανε να πεταχτούμε από τις θέσεις μας. Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, ένα «σμήνος» από κόκκους άμμου έσκαγε με τέτοια δύναμη στην τέντα που νομίζαμε πως θα την τρυπούσε. Ήταν σαν να δεχόμασταν πυρά με συνεχόμενες ριπές από σκάγια. Η απίστευτη αυτή αμμοβολή κράτησε για πολύ λίγο και αμέσως βγήκαμε στην αμμουδιά. Μαζί με τους φίλους μας κατευθυνθήκαμε γρήγορα προς το άλλο άκρο της ακτής, στο ταβερνάκι του φίλου μας του Γιάννη. Κάθε δύο με τρία λεπτά, περίπου, οι ριπές του ανέμου που κατέβαιναν με δαιμονισμένη ταχύτητα από τις απόκρημνες πλαγιές του Σάος σήκωναν όλη την αμμουδιά στον αέρα και δεχόμασταν ένα ανείπωτο μαστίγωμα από τους χοντρούς της κόκκους. Η δύναμη του αέρα ήταν τόσο ισχυρή που πολλές φορές, γυρίζοντας την πλάτη και κοντράροντας με όλη μας τη δύναμη, ήμασταν ανίκανοι να αντισταθούμε. Φαντάζει αδύνατο, όμως οι ριπές μάς παρέσερναν προς τη θάλασσα παρά την όποια αντίστασή μας. Αντανακλαστικά, όλοι μαζί πέφταμε μπρούμυτα στην άμμο και, με τα χέρια μας να προστατεύουν το πρόσωπο, περιμέναμε για λίγα δευτερόλεπτα ώσπου να καταλαγιάσει ο αέρας.
Μας πήρε είκοσι λεπτά να φτάσουμε στο ταβερνάκι, με τις καταιγιστικές ριπές των σπιλιάδων να αυξάνουν όλο και περισσότερο τη συχνότητά τους. Ήταν τέτοια η δύναμή τους που ξεπερνούσαν σε μανία ακόμα και τις κυκλαδίτικες σπιλιάδες. Στην Τήνο, στη Μύκονο και στη Σέριφο έχουμε φάει κατά καιρούς πολύ «ξύλο» από τις σπιλιάδες. Τέτοια αμμοβολή, όμως, με τις ριπές να παρασέρνουν και εμάς τους ίδιους δεν θυμάμαι να έχουμε βιώσει ποτέ. Χωρίς καμιά υπερβολή, η ένταση των ριπών ξεπερνούσε κατά πολύ τα 10 μποφόρ. Όπως ήταν φυσικό, με τέτοιο χαλασμό ήταν αδύνατο να καθίσουμε έξω και ο Γιάννης μάς έστρωσε ένα τραπέζι μέσα στο ταβερνάκι. Εκεί διαπιστώσαμε πως ήμασταν γεμάτοι χιλιάδες κόκκους άμμου που είχαν τρυπώσει στα μαλλιά μας, στις τσέπες μας, ακόμα και κάτω από τα εσώρουχά μας. Αφού βγήκαμε όλοι έξω και τιναχτήκαμε όσο πιο καλά μπορούσαμε, ξανακαθίσαμε στο τραπεζάκι μας και το ρίξαμε στο φαγοπότι διασκεδάζοντας, εκ του ασφαλούς πια, αυτήν την απροσδόκητη περιπέτεια. Οι σκέψεις μας ωστόσο ήταν στο γυρισμό και στην ασφάλεια του φουσκωτού, παρ' όλο που είχαμε δέσει πάρα πολύ καλά.
Δύο ώρες αργότερα χαιρετήσαμε τα παιδιά της ταβέρνας και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μέσα στην αφέγγαρη νύχτα, διασχίζαμε την απέραντη αμμουδιά με τις ριπές των σπιλιάδων να μην λένε να κοπάσουν. Με πολύ κόπο φτάσαμε στο φουσκωτό και μπήκαμε γρήγορα στην τέντα-δωμάτιο. Κάθε προσπάθεια, όμως, για ύπνο ήταν μάταιη. Οι ριπές των σπιλιάδων ήταν εκκωφαντικές και η αμμοβολή που ακολουθούσε κόντευε να γκρεμίσει τις τέντες. Δεν αργήσαμε να καταλάβουμε πως μέσα στο «δωμάτιο» είχαν ήδη σχηματιστεί ολόκληρες νησίδες από άμμο. Οι κόκκοι της περνούσαν από κάθε σχισμή των τεντών και από κάθε μικρό άνοιγμα που υπήρχε, σκεπάζοντας ακόμα και τους υπνόσακους. Έντονα ανήσυχοι, βγάζαμε τα κεφάλια μας κατά διαστήματα για να δούμε αν είχε ξεσύρει το φουσκωτό. Είχαμε μια μικρή υπόνοια πως το φουσκωτό πλησίασε περισσότερο στα βράχια της ακτής, αλλά μην μπορώντας να κάνουμε τίποτα άλλο, φερμάραμε συνεχώς τις πρυμάτσες και περιμέναμε υπομονετικά.
Δεν κλείσαμε μάτι όλη τη νύχτα και οι ριπές κόπασαν μόλις άρχιζε να χαράζει. Ξαφνικά, το τοπίο έγινε και πάλι φιλόξενο, η θάλασσα φόρεσε το πιο γλυκό της πρόσωπο και τίποτα δεν θύμιζε αυτό που ζήσαμε όλο το βράδυ.
Βγήκαμε έξω από τις τέντες και με το φως της ημέρας ελέγξαμε το φουσκωτό. Είχαμε όντως πλησιάσει αρκετά στα βράχια, αυτά όμως που μας άφησαν άφωνους ήταν δυο πράγματα: Το πρώτο αφορά το τρέιλερ όπου είχαμε πιάσει τη μία πρυμάτσα το οποίο, στην αντίστασή του να κρατήσει το φουσκωτό από τις σπιλιάδες, μετακινήθηκε επτά με οκτώ ολόκληρα μέτρα, με τους τροχούς του -που ήταν βουλιαγμένοι στην άμμο- να έχουν ακουμπήσει στην ακροθαλασσιά. Το δεύτερο ήταν πως μέσα στο φουσκωτό είχε δημιουργηθεί μια ολόκληρη «αμμουδιά», με το deck και τις μαξιλάρες μας να έχουν καλυφθεί από ένα παχύ στρώμα άμμου. Η ιδιωτική μας «παραλία» ήταν πια γεγονός!

ΤΑ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Στη Σαμοθράκη τα μελτέμια έχουν καθαρά βορειοανατολική διεύθυνση. Η θάλασσα έρχεται φορτωμένη από το ακρωτήριο των Κήπων και επηρεάζει ολόκληρη τη νοτιοανατολική ακτογραμμή του νησιού, μέχρι την Παχιά Άμμο και τον όρμο του Μακρύγιαλου. Στη συνέχεια στρέφεται νότια προς τις ακτές της Λήμνου, αφήνοντας το νοτιοδυτικό κομμάτι του νησιού στην «ησυχία» του. Έτσι, παρατηρούμε το εξής παράδοξο: ακόμα και όταν το μελτέμι ξεπερνά σε ένταση τα 5 μποφόρ, στο μισό νότιο τμήμα της Σαμοθράκης η θάλασσα είναι φορτωμένη, ενώ στο άλλο μισό -από τον Μακρύγιαλο έως τις ανεμογεννήτριες δυτικά- επικρατεί απόλυτη γαλήνη. Είναι μάλιστα τόσο εντυπωσιακή αυτή η εναλλαγή που αναρωτιέσαι αν βρίσκεσαι στο ίδιο νησί. Μην παραξενευτείτε, λοιπόν, αν ξεκινώντας από την Καμαριώτισσα για την Παχιά Άμμο και μέχρι τον κάβο Καλυθριά επικρατεί άπνοια, ενώ αμέσως μετά βρεθείτε αντιμέτωποι με «χοντρό» καιρό. Ακόμα, όμως, κι αν οι προγνώσεις μιλούν για εξάρια και εφτάρια, μπορούμε εύκολα να προσεγγίσουμε την Παχιά Άμμο. Θα έχουμε μπουνάτσα από τις ανεμογεννήτριες έως τον κάβο Καλυθριά και έπειτα μας μένει μόλις μισό μίλι όπου θα βρούμε καιρό. Σε περίπτωση «χοντρού» καιρού προτιμήστε να αγκυροβολήσετε στο ανατολικό άκρο της Παχιάς Άμμου, όπου η θάλασσα είναι λάδι. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό να βλέπετε λίγα μόλις μέτρα πιο πέρα τη θάλασσα να περνά σαν χείμαρρος από μπροστά σας, ενώ εσείς είστε απόλυτα προφυλαγμένοι από τον μικρό κάβο. Τον ίδιο όμως παράδοξο καιρό συναντάμε και στις βόρειες ακτές της Σαμοθράκης: αρκετά συχνά, έξω από το λιμάνι τής Καμαριώτισσας έχει πολύ καιρό, με κύματα τόσο ορμητικά που σπάνε στα μπλόκια του λιμενοβραχίονα, φέρνοντας πολύ σπρέι στη μέσα πλευρά του λιμανιού. Αυτός ο καιρός αφορά συνήθως το βορειοδυτικό κομμάτι του νησιού, ενώ από τα Θέρμα έως τους Κήπους επικρατεί μπουνάτσα. Είναι καθαρά τοπικός και οφείλεται στις δυνατές σπιλιάδες που κατεβαίνουν ορμητικά από τις δυτικές πλαγιές του Σάος, επηρεάζοντας μόνο την βορειοδυτική ακτογραμμή. Έτσι εξηγείται το ότι ενώ στο μισό βόρειο τμήμα του νησιού η θάλασσα είναι φρεσκαρισμένη, στο άλλο μισό (πιο ανατολικά) επικρατεί συνήθως άπνοια. Αν ταξιδεύετε, λοιπόν, με καλές καιρικές συνθήκες από Θάσο ή Αλεξανδρούπολη, μην απορήσετε αν προσεγγίζοντας στο δυτικό ή βορειοδυτικό τμήμα της Σαμοθράκης -όπου βρίσκεται και η Καμαριώτισσα- πέσετε σε καιρό. Και βέβαια, όσο πιο δυνατά φυσούν τα μελτέμια που επηρεάζουν μόνο το νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, τόσο πιο ισχυρές είναι και οι σπιλιάδες που κατεβαίνουν από το Σάος, προκαλώντας έντονο κυματισμό στη δυτική και βορειοδυτική ακτογραμμή της Σαμοθράκης.
Γενικά, η Σαμοθράκη είναι ένα αλίμενο νησί, χωρίς φυσικούς όρμους για ασφαλή διανυκτέρευση στο σκάφος. Μόνο στο λιμάνι της Καμαριώτισσας και στη μαρίνα που ολοκληρώθηκε πριν λίγα χρόνια στα Θέρμα μπορούμε να διανυκτερεύσουμε με απόλυτη ασφάλεια. Οι μοναδικοί φυσικοί όρμοι είναι του Μακρύγιαλου και της Παχιάς Άμμου, που βρίσκονται στο νοτιότερο άκρο του νησιού. Αν και τον καιρό τον βλέπεις «ολοζώντανο» να περνά μπροστά από τον όρμο της Παχιάς Άμμου, η ακτή της δεν επηρεάζεται καθόλου. Μόνο στη δυτική της πλευρά μπορεί να φέρει λίγο κυματισμό, ενώ στο ανατολικό της άκρο επικρατεί απόλυτη γαλήνη ακόμα και όταν το μελτέμι ξεπερνά τα 6 μποφόρ. Βέβαια, υπάρχουν πάντα και τα απρόοπτα, όπως η κατάσταση που βιώσαμε φέτος και την οποία περιγράφουμε στο σχετικό ένθετο «Έρμαια, στις ριπές των σπιλιάδων». Γιατί η διανυκτέρευση σε ερημικούς όρμους έχει κάποιες φορές και τα «τυχερά» της!

Ναυτικές πληροφορίες

  • Η Σαμοθράκη είναι ένα ευλογημένο νησί, χρειάζεται όμως να την περπατήσουμε για να γνωρίσουμε και να ανακαλύψουμε τα μυστικά της. Δεν φημίζεται για τις αμμουδιές της, αλλά για τις «ορεινές» της παραλίες, τις περίφημες και αμέτρητες βάθρες. Τα αξιοθέατα που πρέπει με κάθε τρόπο να επισκεφθούμε είναι:
    Στη βορινή πλευρά του νησιού, ο αρχαιολογικός χώρος στην Παλαιόπολη, η Γριά Βάθρα στα Θέρμα και το ρέμα του Φονιά με τις βάθρες του. Στη νότια πλευρά του νησιού, την Παναγιά την Κρεμνιώτισσα και την Παχιά Άμμο, την παραλία του Βάτου και τα Κρεμαστά Νερά. Και βέβαια δεν λησμονούμε τη Χώρα της Σαμοθράκης, η οποία είναι ένα ζωντανό μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς.
  • Τα μελτέμια στη Σαμοθράκη έχουν βορειοανατολική διεύθυνση, με δύναμη που σπάνια ξεπερνά τα 5 ή 6 μποφόρ, χωρίς να δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα. Προσοχή χρειάζεται το νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, από τους Κήπους μέχρι το ύψος της Παχιάς Άμμου, όπου και αναπτύσσονται. Από την Παχιά Άμμο γυρίζουν προς το νοτιά, αφήνοντας το νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού -από τον Μακρύγιαλο μέχρι τις ανεμογεννήτριες- σε μια απρόσμενη γαλήνη.
  • Προσοχή χρειάζεται και το δυτικό-βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, όπου βρίσκεται και η Καμαριώτισσα. Οι ριπές που κατεβαίνουν από τις ψηλές κορφές του Σάος -σχεδόν καθημερινό φαινόμενο- είναι συχνά τόσο ισχυρές, που δημιουργούν έναν ιδιαίτερα έντονο κυματισμό, ο οποίος όμως εξασθενεί μόλις απομακρυνθούμε μερικά μίλια από την ακτή. Μην μας φανεί λοιπόν παράξενο αν, ταξιδεύοντας με μπουνάτσα, ξαφνικά αλλάξει ο καιρός όταν προσεγγίζουμε την Καμαριώτισσα.
  • Στη Σαμοθράκη υπάρχουν δύο λιμάνια. Το κύριο λιμάνι της είναι η Καμαριώτισσα, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νησιού. Ακόμα και τον Αύγουστο θα βρούμε εδώ θέση για να δέσουμε, προτιμώντας βέβαια την προσήνεμη πλευρά του.
    Το δεύτερο λιμάνι βρίσκεται στα Θέρμα, έχει περισσότερο το ρόλο αλιευτικού καταφύγιου και είναι καινούργιο, καθώς παραδόθηκε μόλις πριν από λίγα χρόνια. Ιδανικό αραξοβόλι, με απεριόριστο χώρο ακόμα και για πλαγιοδέτηση, αφού εκεί πιάνουν μόνο δύο μικρά τουριστικά που κάνουν το γύρο του νησιού. Απέχει 10 χλμ. από την Καμαριώτισσα και παρέχει νερό, γλίστρα και πολλή ησυχία, μοναδική για διανυκτέρευση. Λίγα μέτρα πιο πάνω περνά ο παραλιακός δρόμος όπου βρίσκονται ένα ταβερνάκι, ένα μίνι μάρκετ και η στάση του τοπικού λεωφορείου που θα μας μεταφέρει στα κοντινά Θέρμα, στο ρέμα του Φονιά ή στο κύριο λιμάνι.
  • Ο πονοκέφαλος του ανεφοδιασμού στη Σαμοθράκη εξακολουθεί να υπάρχει. Το μοναδικό βενζινάδικο του νησιού που βρίσκεται στα 800 μ. από την Καμαριώτισσα (στο δρόμο προς τη Χώρα) διαθέτει πλέον 350λιτρο δοχείο, με το οποίο μεταφέρει καύσιμα και στα δύο λιμάνια. Αυτό, όμως, συμβαίνει όποτε μπορεί και έχει την καλή διάθεση για εξυπηρέτηση. Γι' αυτό χρειάζεται να προνοήσετε έγκαιρα.
    Πάγο θα βρείτε στο μεγάλο ιχθυοπωλείο του λιμανιού, στο νότιο άκρο του οποίου υπάρχει γλίστρα ακόμη και για μεγάλα σκάφη.
  • Και βέβαια δεν πρέπει να φύγουμε από το νησί χωρίς να δοκιμάσουμε τις απίθανες γεύσεις της. Σημειώστε λοιπόν: το καλύτερο κατσικάκι στη λαδόκολλα θα το φάτε στη Σωτέρα, πεντακόσια μέτρα έξω από τη Χώρα. Για κατσικάκι σούβλας στην ταβέρνα ο Βράχος (στον Προφήτη Ηλία), για ψάρι στην ταβέρνα Ακρογιάλι στο Λάκκωμα και για ό,τι βάζει ο νους σας στην ταβέρνα Καρυδιές στην Άνω Μεριά. Για γλυκό, και πιο συγκεκριμένα για «Πίσσα με Πούπουλα», στο παραδοσιακό καφενείο της Χώρας, ο Λευκός Πύργος.

...keep Ribbing!

Samothrace Island
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Περισσότερα