Shoinousa Island
Σχοινούσα
Folegandros island
Φολέγανδρος
Shoinousa Island
Σχοινούσα
Folegandros island
Φολέγανδρος
του Θωμά Παναγιωτόπουλου

Είναι ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών που βρίσκονται στην καρδιά του Αιγαίου, μέσα στο τρίγωνο Νάξου - Αμοργού - Ίου. Σημαντικότερα από αυτά είναι τα Κουφονήσια, η Σχοινούσα, η Ηρακλειά, η Κέρος και λίγο μακρύτερα η Δονούσα. Όλα με λιγοστούς κατοίκους, με εξαίρεση την Κέρο και το Κάτω Κουφονήσι που είναι ακατοίκητα.

Τα διάσπαρτα αυτά νησάκια χαρακτηρίζονται από το ξεχωριστό χρώμα των μικρών και γραφικών παραθαλάσσιων χωριών τους, των αναρίθμητων υπήνεμων όρμων και των υπέροχων παραλιών τους, μερικές από τις οποίες μάλιστα συγκαταλέγονται στις ομορφότερες του Αιγαίου.
Εδώ βρίσκονται και μερικοί από τους ασφαλέστερους όρμους του Αιγαίου, γι αυτό άλλωστε τα νησάκια αυτά αποτελούσαν και άντρο των πειρατών για πολλά χρόνια. Οι μικρές Κυκλάδες, με εξαίρεση τις θάλασσες γύρω από τη Δονούσα, αποτελούν μια όαση γαλήνης και νηνεμίας, ακόμα και όταν ολόκληρο το κεντρικό Αιγαίο σείεται από τον λυσσαλέο ρυθμό των μελτεμιών.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τις πολύ μικρές αποστάσεις μεταξύ των περισσοτέρων νησιών του συμπλέγματος, γεγονός που μας επιτρέπει να τα περιηγηθούμε ακόμα και με ένα μικρό βαρκάκι, ήταν αναμενόμενο να προσελκύσουν και το ενδιαφέρον μιας μεγάλης μερίδας ανθρώπων που κάνουν διακοπές με το σκάφος τους. Πάνε αρκετά χρόνια, από τότε που οι Μικρές Κυκλάδες θεωρούνταν ιδανικό καταφύγιο γι αυτούς που αναζητούσαν την απομόνωσή τους σε ερημικές παραλίες. Τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά, οι Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες όμως εξακολουθούν να αποτελούν έναν από τους ομορφότερους ταξιδιωτικούς προορισμούς.

Ήμασταν αγκυροβολημένοι αρόδου στο Κάτεργο της Φολεγάνδρου. Λαγοκοιμόμουν κάτω από την πρυμνιά τέντα, όταν ξαφνικά ένιωσα τη θάλασσα να χτυπά με αρκετή δύναμη στα πλευρικά της γάστρας.
Χωρίς να χάσουμε χρόνο, ετοιμάσαμε γρήγορα γρήγορα το φουσκωτό και βάλαμε πλώρη για τις Μικρές Κυκλάδες. 30 ναυτικά μίλια μας χώριζαν από το λιμάνι του Αη Γιώργη στην Ηρακλειά.
Για τις έξι επόμενες μέρες, τα μελτέμια θα λυσσομανούσαν χωρίς σταματημό. Δεν μας ένοιαζε όμως γιατί θα είχαμε την ευκαιρία να ανακαλύψουμε κάθε γωνιά των Μικρών Κυκλάδων.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ, τις στιγμές που ζήσαμε πριν μόλις δυο χρόνια, όταν για δώδεκα συνεχόμενες μέρες του Αυγούστου, λυσσομανούσαν τα μελτέμια στις Κυκλάδες. Είχαμε ξεκινήσει από τη Χαλκιδική και περάσαμε μέσα από τον Ευβοϊκό με προορισμό τη Μήλο. Σύνολο 260 ναυτικά μίλια. Ταξιδεύαμε πολύ ευχάριστα για εννέα ώρες περίπου. Βγαίνοντας όμως από τον Ευβοϊκό, στο ύψος της Καρύστου περίπου, η θάλασσα άλλαξε όψη. Ο καιρός άρχισε να φρεσκάρει και χωρίς να το έχουμε καταλάβει είχαμε εγκλωβιστεί μέσα σε μια θάλασσα μανιασμένη.

Τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ, τα κύματα γίνονταν απειλητικά και ο αέρας ούρλιαζε λυσσασμένος. Προς την Κάρυστο δεν γινόταν να κατευθυνθούμε γιατί θα είχαμε τον καιρό κατάορτσα. Έμεναν λοιπόν δυο επιλογές. Η μια ήταν να βάλουμε ρότα για Μακρόνησο και η άλλη για Τζιά. Αν κατευθυνόμασταν όμως προς την Μακρόνησο θα είχαμε τη θάλασσα κατάπρυμα, κάτι που δεν το ήθελα σε καμιά περίπτωση. Έτσι, αποφάσισα να κατευθυνθώ προς το Βουρκάρι της Τζιάς, βάζοντας τον καιρό δευτερόπρυμα. Μας χώριζαν μόλις 12 νμ άλλωστε.

Ελάττωσα πολύ την ταχύτητά μου, κρατώντας το φουσκωτό ίσα ίσα πλαναρισμένο και ετοιμαστήκαμε να παλέψουμε σιγά σιγά τη θάλασσα. Δεν μας επηρέασαν τόσο τα κύματα που έγιναν θεόρατα, όσο το ότι έχασαν κάθε περιοδικότητά τους. Και το χειρότερο από όλα ήταν πως η θάλασσα άνοιγε ξαφνικά και ακανόνιστα μπροστά μας, σχηματίζοντας αβυσσαλέα λούκια, από τα οποία έπρεπε πάση θυσία να κρατηθούμε μακριά. Παλεύαμε πολύ ενάντια στα γιγάντια κύματα, που έμοιαζαν με θεριά που συναγωνίζονται πιο θα φτάσει ψηλότερα. Παίζοντας διαρκώς με τη μανέτα, επιχειρούσαμε όσο το δυνατόν πιο ανοιχτές πλαγιοδρομίες. Ξαφνικά όμως, σαν να σκίστηκε η θάλασσα μπροστά από την πλώρη μου και χωρίς να το καταλάβω βρεθήκαμε στον πυθμένα μια γιγάντιας «τρύπας».
Η πλώρη ήρθε αντιμέτωπη με ένα πανύψηλο υδάτινο τείχος. Ήταν η πλάτη του κύματος, που έμοιαζε κατακόρυφη, έτοιμη να γκρεμιστεί πάνω μας. Με μια κίνηση απόγνωσης περισσότερο, έφερα τη μανέτα στη θέση κράτει. Αυτό ήταν! Τόνοι νερού πλάκωσαν το φουσκωτό, αφήνοντάς μας σαστισμένους.

Η τέντα πλεύσης «έκατσε» στο κατάστρωμα, το οποίο γέμισε με θάλασσα. Το νερό πέρασε από τα καπάκια των ταμπουκιών στα ύφαλα του σκάφους, που τώρα πια έμοιαζε με υποβρύχιο. Διατηρώντας όσο μπορούσαμε την ψυχραιμία μας, αφού δεν υπήρχε περίπτωση να πάμε στον πάτο, πέταξα την εφεδρική αντλία στο πρυμνιό κατάστρωμα και με τον κουβά αρχίσαμε να βγάζουμε γρήγορα γρήγορα τα νερά. Μας πήρε αρκετή ώρα για να αδειάσουμε το σκάφος και αφού ηρεμήσαμε, προχώρησα προς την πλώρη, όπου με πολύ δυσκολία σήκωσα την πλωριά τέντα. Από κάτω βέβαια, η εικόνα που αντίκρισα ήταν απελπιστική. Οι βίδες των βάσεων των αλουμινένιων στηριγμάτων της τέντας είχαν σπάσει, η δε τέντα παρέδωσε το πνεύμα της. Οι φάσες που συγκρατούν το πάνω μέρος των στηριγμάτων της τέντας ξηλώθηκαν με μιας, ενώ τα αλουμινένια στηρίγματα λύγισαν τόσο πολύ που έμοιαζαν πια με περίτεχνα τόξα.

Δένοντας και συγκρατώντας όπως όπως την πλωριά τέντα, καλύψαμε πολύ δύσκολα τα υπόλοιπα μίλια, τα οποία μας έκαναν να ξεχάσουμε το μέχρι πριν από λίγο απολαυστικό μας ταξίδι. Ήταν τόσο άσχημη η εμπειρία μας, που με έκανε να αναθεωρήσω την μέχρι τότε πάγια πεποίθησή μου πως με τον καιρό πρύμα μπορούμε να ταξιδέψουμε σε οποιαδήποτε κατάσταση θάλασσας. Η θάλασσα, για μια ακόμη φορά μας είχε προσγειώσει στην πραγματικότητα, δείχοντάς μας την απίστευτη δύναμή της. Ήμασταν φανερά καταπονημένοι και η ψυχολογία μας είχε γίνει κουρέλι.
Το απόγευμα που κόπασε το μελτέμι, κατευθυνθήκαμε προς την Κολώνα της Κύθνου. Ολόκληρη την επόμενη μέρα, επιδοθήκαμε στην ανακατασκευή της πλωριάς τέντας. Επαναφέραμε πρώτα τα αλουμινένια στηρίγματα στην αρχική τους μορφή και έπειτα, χρησιμοποιώντας χοντρές βελόνες και πετονιά, με τη βοήθεια πένσας, άρχισε η συρραφή της τέντας που διήρκησε μέχρι αργά το απόγευμα.
Έχοντας γνώση λοιπόν, της κατάστασης που θα επικρατούσε γύρω από τις Μικρές Κυκλάδες όσο θα έπνεαν με μανία τα μελτέμια, είχαμε σκοπό να απολαύσουμε τη διαμονή μας στις διαδοχικές απάνεμες παραλίες των νησίδων του συμπλέγματος.

Στο λιμανάκι του νησιού

Πρώτος σταθμός μας, το λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου που βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της Ηρακλειάς. Μπαίναμε σιγά σιγά στον βαθύ όρμο του λιμανιού, ο οποίος εισχωρεί στη στεριά για μισό περίπου μίλι, με τη μπούκα του να βλέπει στο γρέγο. Μια αρκετά μακριά προκυμαία και μια προβλήτα που προστατεύει από τα μελτέμια αποτελούν το λιμάνι, που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του όρμου.
Με εξαίρεση κάποιες μέρες του Αυγούστου, θα βρούμε εύκολα κάποια θέση για να δέσουμε.

Ακριβώς απέναντι από το λιμάνι, στη δυτική πλευρά του όρμου, υπάρχει ένα μικρό μολάκι που μπορεί να φιλοξενήσει δυο τρία σκάφη. Όταν όμως φυσούν με μεγάλη ένταση τα μελτέμια είναι προτιμότερο να δέσουμε στην προκυμαία γιατί ολόκληρος ο όρμος βάζει αρκετό κυματισμό. Στο μυχό του όρμου σχηματίζεται μια πολύ όμορφη παραλία με πεντακάθαρα νερά.

Η φαρδιά χρυσαφένια αμμουδιά και τα τεράστια αρμυρίκια, που με τα μακριά κλαδιά τους σκεπάζουν το μεγαλύτερο μέρος της, συνιστούν μια από τις ομορφότερες ακτές του νησιού. Η ησυχία και η απόλυτη γαλήνη του τόπου, μας αγγίζουν από την είσοδό μας ακόμα στο λιμάνι. Δυο ταβερνάκια, μερικά χαμηλά σπιτάκια πίσω από τις αρμύρες και ο οικισμός του Αη Γιώργη αρχίζει να αναπτύσσεται στις αντικριστές πλαγιές των χαμηλών λόφων που χωρίζονται από ένα μικρό ρέμα, που πνιγμένο στη βλάστηση καταλήγει στην παραλία.
Πήραμε τον ανηφορικό λιθόστρωτο δρόμο, που ξεκινά από το δυτικό άκρο της αμμουδιάς και τρέχει παράλληλα με το ρέμα, φτάνοντας τελικά στην κορυφή του λόφου όπου βρίσκονται και τα νεότερα σπίτια του οικισμού.

εν θα συναντήσουμε πλατείες ή κάποια οργανωμένη πιάτσα με καφετέριες και ταβερνάκια. Τα πάντα βρίσκονται κατά μήκος του δρόμου, ανάμεσα στα λιτά σπιτάκια με τους ασβεστωμένους τοίχους και τα μπλε πορτοπαράθυρα. Στην αρχή του δρόμου συναντούμε το όμορφο ταβερνάκι «το περιγιάλι», με την πανέμορφη μπουκαμβίλια στη μια γωνιά του και τα πεύκα να σκεπάζουν τη μικρή αυλή του. Ακριβώς πίσω από το ταβερνάκι, το μικρό παντοπωλείο που είναι φορτωμένο με πολλά πράγματα, προσπαθεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες των επισκεπτών.
Ανηφορίζοντας, συναντούμε το παλιό οινοπαντοπωλείο «η μέλισσα» και παίρνοντας το αριστερό δρομάκι βγαίνουμε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Μετά από μια μικρή κάμψη, ο δρόμος συνεχίζει να ανηφορίζει πιο απότομα τώρα. Κάναμε μια μικρή στάση για ένα τονωτικό καφεδάκι, στη σκιά του μεγάλου μπαλκονιού της ταβέρνας Μαϊστράλι που βλέπει πανοραμικά το λιμάνι, και συνεχίσαμε για την κορυφή του λόφου όπου βρίσκονται και τα ενοικιαζόμενα μηχανάκια.

Στην Παναγιά

Πήραμε ένα μηχανάκι λοιπόν και ξεκινήσαμε για την Παναγιά ή αλλιώς το Πάνω Χωριό, όπως λέγεται ο δεύτερος οικισμός του νησιού. Βρίσκεται καταμεσής του νησιού και απέχει 4,5 χιλιόμετρα από το λιμάνι, από όπου βέβαια είναι αθέατο. Μόλις όμως περάσουμε το Λιβάδι, κάτω από τους πρόποδες του Πάπα, που είναι ο ψηλότερος ορεινός όγκος του νησιού φτάνοντας τα 418 μέτρα, δεσπόζει η μεγαλόπρεπη εκκλησία του Χωριού με τον μεγάλο γαλάζιο τρούλο της.

Ένας φαρδύς λιθόστρωτος δρόμος διατρέχει όλο το Χωριό, δεξιά κι αριστερά από τον οποίο βρίσκονται τα λιγοστά σπιτάκια του. Σαράντα άνθρωποι ζουν όλοι κι όλοι εδώ, οι περισσότεροι μεγάλης ηλικίας. Απομονωμένοι από τον τουρισμό, διατηρούν τους δικούς τους καθημερινούς ρυθμούς, μακριά από κάθε είδους υποδομών και ανέσεων. «Το Στέκι» είναι το μοναδικό ταβερνάκι του Χωριού, που βρίσκεται πλάι από την εκκλησία.

Λίγο πιο κάτω συναντούμε το παλιό καφεπαντοπωλείο «η δροσιά». Πραγματικά, τα κλαδιά των δυο μεγάλων πεύκων σκοτεινιάζουν το λιθόστρωτο και προσφέρουν μια υπέροχη σκιά ακόμα και στις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Το σημείο αυτό, που είναι και το πιο δροσερό του Χωριού, αποτελούσε για πολλά χρόνια τόπο συνάντησης και γλεντιών για τους ντόπιους. Στις 28 του Αυγούστου, παραμονή της γιορτής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, το Πάνω Χωριό γίνεται το κέντρο του νησιού. Εδώ συγκεντρώνονται εκατοντάδες κόσμου για να ξεκινήσουν, σχηματίζοντας μια μεγάλη πομπή, για το περίφημο σπήλαιο του Αη Γιάννη που βρίσκεται στους πρόποδες της δυτικής πλευράς του Πάπα. Η λειτουργία που γίνεται μέσα στο σπήλαιο, αποτελεί πολύ σημαντικό γεγονός για το νησί, και προσελκύει πάρα πολύ κόσμο. Μια ξεχωριστή εμπειρία, σε ένα πρωτόγνωρο σκηνικό, με τα αναμμένα κεράκια σκορπισμένα σε διάφορα σημεία να φωτίζουν τις αίθουσες του σπηλαίου και να δημιουργούν μια ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα.

ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ

Η περίμετρος του νησιού δεν ξεπερνά να 13 ναυτικά μίλια και έχει να μας αποκαλύψει πολύ όμορφα σημεία. Βγαίνοντας από το λιμάνι, αρχίσαμε να κατεβαίνουμε την ανατολική πλευρά της Ηρακλειάς. Αμέσως μετά τον όρμο του λιμανιού, σχηματίζεται ένας εξίσου βαθύς όρμος, στο ύψος της νησίδας του Βενέτικου. Στο μυχό του βρίσκεται το Λιβάδι, μια υπέροχη απλωτή αμμουδιά με πολύ ρηχά και καταπράσινα νερά. Είναι σίγουρα μια από τις ομορφότερες παραλίες του νησιού, η οποία λόγω της γειτνίασής της με το λιμάνι συγκεντρώνει αρκετό κόσμο. Το Λιβάδι βλέπει προς το γρέγο και έτσι όταν τα μελτέμια πνέουν με μεγάλη ένταση, προκαλούν κυματισμό μέσα στον όρμο. Τότε η παραλία γίνεται ακόμα πιο ελκυστική, με τα κύματα να σπάνε λόγω των ρηχών νερών και να δημιουργούν ένα πολύ όμορφο και τροπικό θέαμα.
Ένα ναυτικό μίλι νοτιότερα, συναντούμε το Τουρκοπήγαδο.
Πολύ στενός όρμος, που εισχωρεί για αρκετές δεκάδες μέτρα στη στεριά και απαγκιάζει πολύ καλά από τα μελτέμια. Στο μυχό του υπάρχει μια μικρή βοτσαλωτή παραλία, στο βορινό άκρο της οποίας βρίσκεται μια μικρή προκυμαία.

Μετά το Τουρκοπήγαδο, αρχίζουμε σιγά σιγά να γυρνάμε στη νότια πλευρά, η οποία χωρίς καμιά αμφιβολία είναι η εντυπωσιακότερη του νησιού. Οι απότομοι βράχοι και τα μεγάλα μονόπετρα που μοιάζουν να αναδύονται από τη θάλασσα, προσφέρουν ένα πολύ όμορφο θέαμα. Πρώτα πρώτα συναντούμε τον διάσημο πια κόλπο του Μέριχα, με τους συμπαγείς και απόκρημνους βράχους να πέφτουν κατακόρυφα στη θάλασσα από ύψος μεγαλύτερο των 100 μέτρων. Αν πλησιάσουμε κοντά θα διακρίνουμε δυο πολύ μικρές και στενόμακρες βοτσαλωτές ακτές, όπου μπορούμε να απολαύσουμε την άγρια ομορφιά των απότομων βράχων.

Στην όμορφη Αλιμιά

Πλέοντας πολύ κοντά στις ακτές, οι οποίες σιγά σιγά γίνονται πιο ομαλές, φτάνουμε στον Καρβουνόλακο. Μια πολύ μικρή και υπήνεμη παραλία με υπέροχα γαλαζοπράσινα νερά. Καβατζάροντας τον κάβο Μονόπετρο, ανοίγεται μπροστά μας ο μεγάλος όρμος της Αλιμιάς. Με την είσοδό του να βλέπει στο γαρμπή, αποτελεί τον πιο υπήνεμο όρμο του νησιού στα μελτέμια. Στο μυχό του φιλοξενεί μια πολύ όμορφη αμμουδιά, ιδανική για διανυκτέρευση.

Τελευταία έχει γίνει αρκετά γνωστή, και προσελκύει αρκετά σκάφη καθώς και κόσμο που φέρνουν τα εκδρομικά καραβάκια. Αν θέλετε περισσότερο ησυχία, προτιμήστε την μικρότερη αμμουδιά που βρίσκεται στη βορινή πλευρά του όρμου. Ένας ακόμη λόγος που έχει κάνει την Αλιμιά διάσημη, είναι πως στο βυθό της κρύβεται ο σκελετός ενός γερμανικού αεροπλάνου του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Είναι εύκολο να το εντοπίσουμε, καθώς ακριβώς πάνω από το αεροπλάνο υπάρχει ένα μικρό σημαδουράκι. Το βάθος δεν ξεπερνά τα δέκα μέτρα και αξίζει να βουτήξουμε με τη μάσκα μας για να θαυμάσουμε αυτό το ξεχωριστό αξιοθέατο.
Με σκοπό να επιστρέψουμε το απόγευμα στην Αλιμιά, έχοντας αποφασίσει να περάσουμε εκεί το τελευταίο βράδυ μας στο νησί, βγαίναμε σιγά σιγά από τον όρμο με κατεύθυνση βόρεια πια.

Αφήσαμε στα αριστερά μας τα Αβελονήσια και ανεβαίναμε τη βορειοδυτική πλευρά της Ηρακλειάς, η οποία εκτείνεται σε μήκος τεσσάρων μιλίων περίπου. Σε ολόκληρη αυτή την πλευρά το ενδιαφέρον περιορίζεται σε δυο μεγάλους όρμους. Τον όρμο της Βουρκαριάς και τον όρμο της Βορινής Σπηλιάς. Στη Βουρκαριά δεν υπάρχει παραλία και στο μυχό της σχηματίζονται τρία διαδοχικά ανοίγματα στους χαμηλούς βράχους, που μοιάζουν με μικρές σπηλιές. Αντίθετα, στο μυχό της Βορινής Σπηλιάς υπάρχει μια όμορφη παραλία με καταπράσινα νερά, η οποία είναι αθέατη από την είσοδο του όρμου. Ολόκληρη όμως η βορειοδυτική πλευρά της Ηρακλειάς είναι εκτεθειμένη στα μελτέμια και αν σκοπεύουμε να την περιπλεύσουμε πρέπει να επιλέξουμε μια μέρα που η θάλασσα να είναι γαλήνια.

Ψάχνοντας το σπήλαιο του Αη Γιάννη

Το απόγευμα λοιπόν, επιστρέψαμε στην Αλιμιά και αγκυροβολήσαμε πλάι στην αμμουδιά. Ένα φαρδύ ξύλινο δοκάρι κάτω από μια γερμένη φίδα, στο ανατολικό άκρο της ακτής, έγινε αμέσως το «καθιστικό» μας. Ένας ακόμα λόγος που αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε στην Αλιμιά, ήταν πως θέλαμε να εξερευνήσουμε το σπήλαιο του Αη Γιάννη. Έτσι την άλλη μέρα το πρωί, αφού πρώτα απολαύσαμε το καφεδάκι μας, ετοιμαστήκαμε για την μακράν όπως αποδείχθηκε πορεία μας. Παρατηρώντας τον χάρτη του νησιού, είχα προσέξει πως το σπήλαιο βρισκόταν στη δυτική πλευρά του Πάπα, η οποία έδειχνε πολύ κοντά στον όρμο της Αλιμιάς. Υπολογίσαμε χοντρικά στο χάρτη, την κατεύθυνση που έπρεπε να ακολουθήσουμε και ελπίζαμε να διασταυρωθούμε κάποια στιγμή με το κεντρικό μονοπάτι που οδηγεί στο σπήλαιο. Γνωρίζαμε εκ των προτέρων πως υπάρχει ένα ευδιάκριτο φαρδύ μονοπάτι που ξεκινά από το Πάνω Χωριό και καταλήγει στο σπήλαιο του Αη Γιάννη.

Οι πλαγιές των βουνών που υψώνονται γύρω από την Αλιμιά είναι δύσβατες, είχαμε όμως διάθεση για λίγη περιπέτεια.

Με δεδομένο πως το σπήλαιο βρισκόταν ανατολικά μας, αρχίσαμε σιγά σιγά να ανηφορίζουμε στην ανατολική πλαγιά του όρμου της Αλιμιάς. Κάποια στιγμή φτάσαμε στην κορυφογραμμή. Προς απογοήτευσή μας όμως, μπροστά μας ανοιγόταν μια βαθιά χαράδρα που ουσιαστικά μας έκοβε το δρόμο. Κατευθυνθήκαμε τότε κατά μήκος της κορυφογραμμής που μας πήγαινε πιο νότια από εκεί που αρχικά είχαμε σχεδιάσει. Τελικά φτάσαμε σε ένα μικρό οροπέδιο με έντονα τα σημάδια πως κάποτε υπήρχε ζωή εδώ πάνω. Μια καλοδιατηρημένη λιθόχτιστη στέρνα, ένα αλώνι και μικρά μονόχωρα πέτρινα σπιτάκια μισογκρεμισμένα. Η θέα προς τις νότιες ακτές του νησιού ήταν εκπληκτική. Μπροστά όμως ορθώνονταν ένας ψηλός λόφος, τον οποίο και έπρεπε να προσπεράσουμε. Είχαμε βέβαια την εντύπωση πως από πίσω του θα συναντούσαμε το μονοπάτι για το σπήλαιο. Περπατώντας στη νότια πλευρά του λόφου βγήκαμε μετά από λίγη ώρα στην ανατολική του πλευρά. Η απογοήτευση ήρθε ξανά, όταν αντί για μονοπάτι, ανοιγόταν πάλι ένα ρέμα μπροστά μας. Μην έχοντας άλλη επιλογή, κατεβήκαμε στο ρέμα για να ξανανεβούμε πάλι στον επόμενο λόφο. Και βέβαια, περπατούσαμε τόση ώρα πάνω στα κακοτράχαλα βράχια, αφού σε όλη την πορεία μας δεν συναντήσαμε κάποιο μονοπάτι.

Επιτέλους, τώρα πια βρισκόμασταν απέναντι από τη δυτική πλευρά του Πάπα. Σαρώνοντας με το βλέμμα μας όλη την πλαγιά του, δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε το μονοπάτι του σπηλαίου. Προσέξαμε όμως πως στην κατάληξη μιας κατακόρυφης αυλακιάς υπήρχε ένα μεγάλο σπήλαιο. Ήταν η σπηλιά του Πολύφημου, και είχαμε ακούσει πως ακριβώς απέναντι βρίσκεται το σπήλαιο του Αη Γιάννη.

Αρχίσαμε να κατηφορίζουμε γεμάτοι αισιοδοξία τώρα, πηδώντας πάνω στα άγρια βράχια. Ένα βαθύ φαράγγι όμως, μας έκοβε ξανά το δρόμο. Για να μην κάνουμε τον κύκλο, αποφασίσαμε να κατέβουμε το φαράγγι γατζωμένοι προσεκτικά από τα βράχια, έχοντας απέναντί μας τη σπηλιά του κύκλωπα. Κάποια στιγμή, τα βράχια έγιναν κάθετα και κάτω από τα πόδια μας αντιληφθήκαμε δυο ξένους να μας κοιτούν με απορία. Τους χαιρετήσαμε ευγενικά, σφυρίζοντας αδιάφορα για την ουρανοκατέβατη άφιξή μας, και με ακροβατικές κινήσεις βρεθήκαμε πλάι τους. Χωρίς να το έχουμε καταλάβει ήμασταν ακριβώς μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου του Αη Γιάννη.

Τέτοια προσέγγιση δεν νομίζω να έχει ξαναγίνει, αφού περάσαμε τρία βουνά και τρεις ρεματιές για να φτάσουμε τελικά μετά από τρεις ώρες στο σπήλαιο, κατεβαίνοντας με την όπισθεν τα κάθετα βράχια. Με τους δυο ξένους να εξακολουθούν να μας κοιτούν εμβρόνητοι, καθίσαμε στη σκιά της φίδας που βρίσκεται μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου, για να πάρουμε μερικές ανάσες. Ακριβώς από πάνω μας, κρεμασμένη σε ένα κλαδί της φίδας, βρισκόταν η μικρή μπρούτζινη καμπάνα. Τα ασβεστωμένα σκαλοπάτια οδηγούν σε ένα μικρό άνοιγμα του βράχου, που έχει ύψος ενός μέτρου και πλάτος λίγο περισσότερο. Σαν να βρισκόμασταν μέσα σε κάποια σήραγγα, προχωρήσαμε προσεκτικά για δυο μέτρα ακουμπισμένοι στα γόνατα και για άλλα τρία σχεδόν έρποντας. Έπειτα αρχίσαμε δειλά δειλά να σηκωνόμαστε και με τη βοήθεια φακών ανιχνεύαμε την πρώτη και μεγαλύτερη αίθουσα του σπηλαίου. Λίγα μέτρα αριστερά από την είσοδο, βρίσκεται το μικρό ιερό όπου ο ιερέας πραγματοποιεί τη λειτουργία. Σκορπισμένα μέσα στην αίθουσα βρίσκονταν πολλά υπολείμματα από κεράκια, τοποθετημένα στα πιο απίθανα σημεία.

Ανάψαμε όσα μπορούσαμε και σβήσαμε τους φακούς. Προχωρήσαμε για περισσότερο από 80 μέτρα στο βάθος του σπηλαίου, με τη δροσιά να γίνεται όλο και πιο έντονη. Μέσα σε ένα περιβάλλον μυστηριώδες και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν τα μικρά κεράκια, παρατηρούσαμε τον πλούσιο διάκοσμο του σπηλαίου. Σταλακτίτες και σταλαγμίτες, καθώς και ιδιόμορφοι σχηματισμοί που σαν πελώριες κουρτίνες έφταναν ως την οροφή, η οποία σε πολλά σημεία της ήταν μαυρισμένη από τα εκατοντάδες κεριά που σιγοκαίνε κάθε χρόνο. Μετά από αρκετή ώρα βγήκαμε στο εκτυφλωτικό φως της ημέρας και πήραμε σιγά σιγά το δρόμο της επιστροφής. Η έκπληξή μας βέβαια ήταν μεγάλη, όταν διαπιστώσαμε πως ένα ευδιάκριτο και σηματοδοτημένο μονοπάτι με δυτική κατεύθυνση, μας έβγαλε πολύ γρήγορα πάνω στο λόφο, από όπου ακριβώς από κάτω μας ανοιγόταν ο όρμος της Αλιμιάς.
Το σπήλαιο του Αη Γιάννη παραμένει ακόμα αναξιοποίητο, θεωρείται όμως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σπήλαια των κυκλάδων, και σίγουρα η εξερεύνησή του αποτελεί μια πολύ όμορφη εμπειρία.

Για να φτάσετε εύκολα από την Αλιμιά, δεν θα ακολουθήσετε βέβαια τη δική μας πορεία. Ακριβώς πίσω από την αμμουδιά, στην πλαγιά του λόφου υπάρχουν δυο μεγάλες σπηλιές. Πιο ψηλά διακρίνονται καθαρά τρία παλιά πετρόχτιστα σπιτάκια στη σειρά, πάνω από τα οποία βρίσκεται το μονοπάτι που θα σας οδηγήσει πολύ εύκολα και γρήγορα στο σπήλαιο. Το μόνο δύσκολο είναι να φτάσετε μέχρι τα σπιτάκια, γιατί έως εκεί δεν υπάρχει μονοπάτι και πρέπει να αυτοσχεδιάσετε την ανάβασή σας.

For the travelers of small eastern Cyclades

  • In July and August there are particularly strong winds blowing around the small eastern Cyclades, which exceed 6 and 7 Beaufort. Often there is a prohibition to sail, so we need to plan meticulously and pay lots of attention when we sail in these seas. The wind that blows in Small Cyclades is mainly a pure northern wind. It is stronger after 10:00 am and softens after 6pm.
  • The worst seas are in the east of Ano Koufonisi, where the whole Icarian Sea surges. There are “passages of the Devil”, as they are called. The passages of Naxos - Donousa, Donousa - Amorgos and Amorgos – Kinaros are perhaps the worst in the entire Aegean. On the contrary, on the west of Ano Koufonisi there are the “passages of God”. The ones of Iraklia – Schoinousa, Schoinousa- Kato Koufonisi and Kato Koufonisi - Ano Koufonisi are easily accessible even when the winds are more than 8 Beaufort. This means that in Iraklia and Schinousa the sea might remind us of a lake, while at the same time on the eastern part of Ano Koufonisi sailing might be prohibited.

  • The most beautiful and safest bays to spend the night are:
  • Alimnia in Iraklia,
  • Aligaria and Mersini in Schinousa
  • The port of Panagia and Pezoulia in Kato Koufonisi
  • Loutro and Parianos in Ano Koufonisi and
  • The harbour of Stavros and Kalotaritissa in Donoussa
  • Overall we should keep in mind that Small Cyclades offer a number of important advantages:
    Apart of course from the distant island of Donousa and the passage of Ano Koufonisi - Donoussa, the winds cannot grow among the rest of the islands of the complex. So, in case we are trapped somewhere because of the weather, it is preferable to be between Iraklia and Ano Koufonisi, where the broader area is an excellent refuge. The short distances between the islands, the windless bays, the numerous beaches, and the possibility of trips to the small villages and to the mainland, will keep us keenly interested and will ensure a memorable stay for as many days as the winds last.

...keep Ribbing!

Small Eastern Cyclades – Iraklia island
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Περισσότερα