Στην πολύπαθη Ίμβρο
Agios Efstratios Island
Άγιος Ευστράτιος
Στην πολύπαθη Ίμβρο
Agios Efstratios Island
Άγιος Ευστράτιος
του Θωμά Παναγιωτόπουλου

Το φουσκωτό ήταν πανέτοιμο. Μια τσάντα με ελαφριά ρούχα, νιτσεράδες, υπνόσακοι, τρόφιμα και νερά για αρκετές μέρες, ο απαραίτητος φωτογραφικός εξοπλισμός και βέβαια τα ντεπόζιτα καυσίμων και νερού γεμάτα. Συνειδητά πλέον, ζούμε πάνω στο σκάφος, το οποίο και επιλέξαμε εδώ και πολλά χρόνια ως μόνιμο σύντροφο σε κάθε απόδρασή μας.

Αφήνοντας για ακόμα μια φορά πίσω τις ταυτότητές μας, αποδεσμευμένοι από τις καθημερινές μας σκέψεις και με πυξίδα τη μόνιμή μας πλέον ονειροπόλα διάθεση, ανοιγόμασταν στο απέραντο γαλάζιο. Μας πήρε λίγη ώρα για να χαλαρώσουμε και να αποβάλλουμε την γλυκιά ένταση που μας δημιουργεί εκείνη η αχαλίνωτη λαχτάρα που μας πλημμυρίζει, προσμένοντας να ΄ρθει τούτη εδώ η στιγμή. Καθώς ξεμακραίναμε, έριξα μια φευγαλέα ματιά πίσω μου, ενώ η πρωινή μπουκαδούρα γέμιζε τα ρουθούνια μας, με εκείνη την υπέροχη μυρωδιά της αρμύρας, που ως δια μαγείας, αδειάζει τη μνήμη μας και μας ταξιδεύει σ΄ έναν αλλιώτικο κόσμο.
Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Αη Στράτης. Τέσσερα νησιά, τα οποία βρίσκονται σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους, χρειάζεται όμως να έχουμε αρκετό χρόνο στη διάθεσή μας γιατί οι ομορφιές τους είναι αναρίθμητες.

Tαξιδεύαμε για αρκετή ώρα στην ακύμαντη θάλασσα, ώσπου φτάσαμε κάτω από τον Άθω παρατηρώντας την επιβλητική κορυφή του, που μοιάζει να τρυπά τον ουρανό. Πλησίασα στις απότομες ακτές και στάθηκα απέναντι από ένα μοναστήρι, που σαν ένα μεγάλο πέτρινο φρούριο με μικρά παραθυράκια που βλέπουν προς το πέλαγος, έμοιαζε να αιωρείται στο κενό. Παραδίπλα, σκορπισμένα σπιτάκια σχημάτιζαν ολόκληρο οικισμό, που χωμένος μέσα στην πυκνή βλάστηση κατηφόριζε προς τη θάλασσα. Τράβηξα μερικές φωτογραφίες, όταν πρόσεξα πως λίγο πιο πέρα, ήταν φουνταρισμένη μια μικρή βάρκα. Ζύγωσα σιγά σιγά και διέκρινα τον γέρο ψαρά που πάσχιζε να βιράρει το σκουριασμένο τεσσαροχάλι του, που έδειχνε να είναι σκαλωμένο στο βυθό. Το πρόσωπό του, μαυριδερό και σκεβρωμένο από τη θάλασσα, έδειχνε σαστισμένο. Έσκυψα να τον βοηθήσω όταν με μια κοφτή κίνηση του χεριού του, μου ‘κοψε τη φόρα. Έμεινα για λίγο να τον παρακολουθώ, μάλλον μπερδεμένος από την συμπεριφορά του, όταν κάποια στιγμή γύρισε το βλέμμα του προς το μέρος μου και χαμηλόφωνα, μα με μια φωνή γεμάτη σιγουριά, με προέτρεψε να βιαστώ γιατί ο καιρός θα χειροτέρευε. Κοιτάξαμε απορημένοι γύρω γύρω μα δεν παρατηρήσαμε τίποτα το ανησυχητικό. Βλέποντάς μας ο γερο ψαράς, δείχνοντας ενοχλημένος που φαινόμασταν να μην τον πιστεύουμε, ύψωσε τον τόνο της φωνής του και φώναξε:
Δεν ακούσατε τι σας είπα; Πρέπει να φύγετε το συντομότερο.

Έβαλα μπροστά τον κινητήρα και απομακρυνόμουν αργά αργά, φέρνοντας στο μυαλό μου εκείνα τα χρόνια που ψαχνόμασταν έντονα για να αποκαλύψουμε τα μυστικά της θάλασσας. Τότε, που ρωτούσαμε και διαβάζαμε οτιδήποτε έχει σχέση μ’ αυτήν. Κι όταν κάποιες φορές πιστεύαμε πως αρχίσαμε να την γνωρίζουμε, κάτι απρόοπτο συνέβαινε και φρόντιζε να μας διαψεύδει και να βγάζει άχρηστες τις όποιες διαπιστώσεις μας.
Τη θάλασσα δεν θα τη μάθουμε ποτέ!
Ούτε υπάρχει κάποιο σχολείο για να την σπουδάσουμε.
Τη μαθαίνει κανείς σιγά σιγά, περισσότερο παθαίνοντας, εξαργυρώνοντας τις λαχτάρες και τα θαλασσοπαλέματά του με τα κύματα.
Ό,τι κάνεις το κάνεις μόνος σου, ψάχνοντας στον ορίζοντα και μελετώντας τα σημάδια της. Η παρατήρηση και η αντίληψη είναι αυτά που θα μας κάνουν πιο έμπειρους. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να τη μαθαίνουμε και να γινόμαστε σοφότεροι.
Πάντοτε όμως θα ’μαστε μαθητές της!

Θάσος

Ξεμυτίσαμε από το ακρωτήρι Ακράθως και μπήκαμε σε ρότα 7 μοιρών, που θα μας έβγαζε στη Σκάλα Μαριών της Θάσου. Τα πυκνά σύννεφα που γέμισαν χαμηλά τον ορίζοντα, άσχημα σημάδια του βοριά, μ’ έκαναν προς στιγμή να ανησυχήσω. Δεν θά 'νοιωθα και μεγάλη έκπληξη, αν σε λίγο ξεσπούσε η θύελλα.
Ακόμα κι αυτή η απόλυτη γαλήνη που επικρατούσε, μου φαίνονταν τώρα περίεργη. Αρχικά φάνηκα να κομπιάζω, μα οι ενδοιασμοί που με κυρίευσαν προς στιγμή, εξαφανίστηκαν γρήγορα μιας και μας χώριζαν μόλις 29 νμ από τον προορισμό μας. Με μια προσποιητή ηρεμία, σαν να μην συνέβαινε τίποτα, αύξησα τις στροφές της μηχανής και πιάσαμε τους 35 κόμβους. Με κανέναν όμως δεν γινόταν να μοιραστώ την αγωνία που με κυριαρχούσε. Αμίλητος, έσκυψα κάτω από την πλωριά τέντα που έκοβε τον αέρα και άναψα ένα τσιγάρο. Ήλπιζα να προλάβω να χωθώ στο υπήνεμο λιμανάκι πριν αρχίσει να φυσομανάει ο βοριάς. Το φουσκωτό πετούσε πάνω από τη θάλασσα, καθώς το ελαφρύ αεράκι άρχιζε να ρυτιδιάζει την επιφάνειά της. Πραγματικά, σε λιγότερο από μια ώρα ήμασταν πλαγιοδετημένοι στο όμορφο λιμανάκι της Σκάλας Μαριών. Ασφαλείς πια από τις διαθέσεις του καιρού, σιγουράραμε το φουσκωτό και κατευθυνθήκαμε λίγα μέτρα πιο πέρα σε παραλιακό ταβερνάκι. Εκεί μας περίμεναν οι παλιοί μας φίλοι, φανερά ανήσυχοι για την εξέλιξη του καιρού. Η παρά λίγο περιπετειώδης άφιξή μας, στην απόμακρη αυτή γωνιά του Αιγαίου, γιορτάστηκε με ουζάκια και υπέροχους μεζέδες. Η αγωνία έδωσε τη θέση της σε χαρές και χαμόγελα που κράτησαν μέχρι αργά το βράδυ.
Μέσα στον βαθύ ύπνο μας, στο διώροφο σπιτάκι που φιλοξενηθήκαμε, ακούγαμε το άγριο μουγκρητό του βοριά και τα σκασίματα των μανιασμένων κυμάτων στα βράχια της ακτής.

Η Θάσος από μόνη της, αποτελεί έναν ξεχωριστό προορισμό και αξίζει να αφιερώσουμε αρκετές μέρες για να την ανακαλύψουμε. Προσφέρεται ιδιαίτερα για ναυτικό τουρισμό, αφού διαθέτει πολλούς υπήνεμους όρμους και πολλά γραφικά λιμανάκια για διανυκτέρευση. Εκείνο όμως που την κάνει να ξεχωρίζει από πολλά νησιά, ανεβάζοντας πολύ ψηλά τον πήχυ της «ομορφιάς» είναι οι μαγευτικές αμμουδιές της, που απλώνονται κατά μήκος της νότιας και ανατολικής πλευράς. Φυσικές πισίνες με κρυστάλλινα καταπράσινα νερά και πεύκα που κατεβαίνουν μέχρι τη θάλασσα, σίγουρα θα μαγέψουν και τον πιο απαιτητικό επισκέπτη.
Με περίμετρο που φτάνει τα 50 νμ, αποτελεί ένα ιδανικό μέρος για διακοπές, συνδυάζοντας την πλούσια βλάστηση με εκπληκτικές παραλίες και όμορφους παραθαλάσσιους οικισμούς, χωρίς να λείπουν τα εξαιρετικά μεσόγεια χωριά. Ο γύρος του νησιού με σκάφος θα μας αποκαλύψει αναρίθμητες ομορφιές, ενώ αξίζει να ενοικιάσουμε ένα αυτοκίνητο και να πάρουμε τον παραλιακό δρόμο που κυκλώνει το νησί, ο οποίος σε πολλά σημεία του προσφέρει εκπληκτικές εικόνες. Αλλά ακόμα κι αν έχουμε διάθεση για εκτός δρόμου διαδρομές και ορεινές περιπλανήσεις, η Θάσος δεν θα μας απογοητεύσει. Πολλοί χωματόδρομοι, δύσβατοι σε πολλά σημεία τους, διασχίζουν τις κορυφογραμμές και τις πλαγιές του νησιού και μέσα από ρεματιές με οργιώδη βλάστηση, συνδέουν όλα τα ορεινά χωριά μεταξύ τους. Στις μικρές πλατείες τους, θα θαυμάσουμε υπέροχα τοπία και θα απολαύσουμε μοναδικές στιγμές γαλήνης και ξεκούρασης, πίνοντας το ουζάκι μας στη σκιά των αιωνόβιων πλατανιών, σε κάποιο γραφικό ταβερνάκι.

Περίπλους

Η επόμενη μέρα μας βρήκε καθισμένους σ’ ένα από τα παραλιακά καφέ του μικρού όρμου της Σκάλας Μαριών, γύρω από τον οποίο είναι χτισμένο το ομώνυμο χωριό. Με αρκετά ταβερνάκια πλάι στο κύμα, που προσφέρουν φρέσκο ψάρι και θαλασσινά, αποτελεί μια όμορφη και ήσυχη γωνιά του νησιού, ιδανική για όσους αποζητούν γαλήνιες στιγμές στις διακοπές τους.
Με τον ήλιο να βρίσκεται χαμηλά στον ορίζοντα, είμασταν σκυμμένοι πάνω από το ναυτικό χάρτη και σημειώναμε τα σημεία της Θάσου που θα επισκεπτόμασταν. Βέβαια δεν μπορούσε να λείπει από το πρόγραμμά μας η μικρή παραλία του Ατσπά, που βρίσκεται αμέσως νότια από το χωριό της Σκάλας Μαριών. Στρωμένη με ολόλευκη ψιλή άμμο που εκτείνεται για δεκάδες μέτρα προς τη στεριά, με καταπράσινα διάφανα νερά, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις ομορφότερες ακτές του νησιού. Βέβαια, η Θάσος διαθέτει πολλές εκπληκτικές παραλίες που είναι σχεδόν αδύνατον να ξεχωρίσεις ποιες είναι οι καλύτερες.

Αφού απολαύσαμε το πρωινό μας κολύμπι στα κρυστάλλινα νερά του Ατσπά, βάλαμε πλώρη για το νοτιοδυτικό κάβο του νησιού, το ακρωτήρι του Κεφαλά, ένα μόλις ναυτικό μίλι πιο κάτω.
Από τον κάβο Κεφαλά δυτικά έως τον κάβο Μπάμπουρα ανατολικά, εκτείνεται η νότια πλευρά της Θάσου, που καταλαμβάνει μια απόσταση 16νμ. Ολόκληρη αυτή η ακτογραμμή είναι στρωμένη με μικρές και μεγάλες αμμουδιές.
Καβατζάροντας τον Κεφαλά, συναντούμε την υπέροχη αμμουδιά της Τρυπητής, στη δυτική πλευρά της οποίας υπάρχει ένας μικρός μόλος όπου μπορούμε να δέσουμε. Ακριβώς πριν από το μόλο, μια χαμηλή καμάρα μέσα στο βράχο, επιτρέπει τη θάλασσα να εισέρχεται μέσα απ’ αυτήν δημιουργώντας πίσω από τον βράχο μια μικρή αμμουδιά, αξιοθέατο στους επισκέπτες της Τρυπητής.
Από την Τρυπητή, ξεκινά και η μεγάλη παραλία που με μήκος 2νμ μας οδηγεί στο γραφικό λιμανάκι των Λιμεναρίων.
Από μακριά, πάνω στον πευκόφυτο κοκκινωπό λόφο του λιμανιού, δεσπόζει το «Παλατάκι» κατά τους ντόπιους, ένα υπέροχο κτίριο μοναδικής αρχιτεκτονικής, που πριν από εκατό χρόνια περίπου αποτελούσε την έδρα της γερμανικής εταιρίας, η οποία είχε κατασκευάσει μεταλλεία ακριβώς από κάτω για την εξόρυξη σιδήρου. Τα Λιμενάρια, που είναι το σημαντικότερο παραθαλάσσιο χωριό, μαζί με τον Λιμένα, την πρωτεύουσα της Θάσου που βρίσκεται βόρεια, συγκεντρώνουν τον περισσότερο κόσμο. Στο αρκετά ευρύχωρο λιμανάκι, όπου είναι δεμένες οι ψαρόβαρκες των ντόπιων, θα βρούμε έστω και δύσκολα κάποια θέση για να δέσουμε. Εδώ καταλήγει και ο παραλιακός δρόμος, κατά μήκος του οποίου βρίσκονται όμορφα διώροφα σπιτάκια, τα ισόγεια των οποίων έχουν μετατραπεί σε ταβερνάκια, καφετέριες και μικρά μαγαζάκια. Τις απογευματινές ώρες, ο τόπος σφύζει από ζωή, αφού πολλοί παραθεριστές μένουν εδώ, ενώ συρρέουν και οι ντόπιοι από τα γειτονικά χωριά για τη βραδινή τους βόλτα.
Αφού ήπιαμε το καφεδάκι μας και δοκιμάσαμε τους περίφημους λουκουμάδες, ανηφορίσαμε τα σκαλοπάτια που σε δέκα λεπτά μας έβγαλαν πάνω στο λόφο, στο «Παλατάκι». Από εδώ η θέα προς το λιμανάκι που βρίσκεται ακριβώς από κάτω, στη ρίζα του κάθετου βράχου είναι πολύ όμορφη, αποκτώντας παράλληλα μια σαφή πανοραμική άποψη του χωριού των Λιμεναρίων.
Περάσαμε κοντά από το Πευκάρι και τον Ποτό, δυο από τα πλέον πολυσύχναστα και ανεπτυγμένα μέρη της Θάσου και κατευθυνθήκαμε προς την Ψιλή άμμο, που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του όρμου Αστρίς. Απέναντι ακριβώς από το νησάκι της Παναγιάς, περιστοιχισμένη από πεύκα και λιόδεντρα, αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές και ταυτόχρονα εκπληκτικές αμμουδιές της Θάσου. Διάφανα ρηχά νερά, που σου δίνουν την εντύπωση μιας μεγάλης φυσικής πισίνας, όπου το κολύμπι είναι μια πραγματική απόλαυση. Η σκιά των πεύκων και το ταβερνάκι που βρίσκεται πάνω στην αμμουδιά αποτελούν μια όαση δροσιάς, ενώ το αγνάντι προς τη θάλασσα μαγεύει το νου και ταξιδεύει τη σκέψη.

Κάθε καλοκαίρι, οι λουόμενοι κατακλύζουν την Ψιλή άμμο που μόνο τις πρώτες πρωινές ώρες μπορούμε να τη χαρούμε μοναχική και γαλήνια.
Ακολουθώντας την ακτογραμμή του όρμου Αστρίς, όπου συναντούμε μικρές και πιο ήσυχες παραλίες, φτάνουμε στο ακρωτήρι Σαλονικιός, που είναι ο νοτιότερος κάβος του νησιού.
Καβατζάροντας, το τοπίο αλλάζει και το χαμηλό ανάγλυφο των ακτών δίνει σιγά σιγά τη θέση του σε απότομα βράχια, με αποκορύφωμα τους σχεδόν κατακόρυφους βράχους που γκρεμίζονται επιβλητικά στη θάλασσα. Κάπου εκεί ψηλά, δεσπόζει από μακριά το γυναικείο μοναστήρι του Αρχάγγελου Μιχαήλ, χτισμένο στο χείλος του γκρεμού, σαν απόρθητο φρούριο που μοιάζει να κρέμεται πάνω από το απέραντο γαλάζιο. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και επιβλητικότερα αξιοθέατα του νησιού, που δέχεται καθημερινά πολύ κόσμο. Όπως κι αν το προσεγγίσει κανείς, είτε από τη θάλασσα κάτω από τα θεόρατα βράχια είτε από τη στεριά, το θέαμα κόβει την ανάσα.

Στις υπέροχες Αλυκές

Λίγο πιο πέρα από το μοναστήρι, βρίσκεται η μικρή πευκόφυτη χερσόνησος της Αλυκής, στη βάση της οποίας σχηματίζονται οι δυο ομώνυμες παραλίες. Η μια βλέπει ανατολικά και η άλλη νοτιοδυτικά. Η δεύτερη, διάσημη και πολυσύχναστη πια, αποτελεί ίσως το ομορφότερο σημείο της Θάσου και μια από τις γραφικότερες γωνιές ολόκληρου του Αιγαίου. Τα καταπράσινα και συνήθως γαλήνια νερά, τα λιγοστά πέτρινα σπιτάκια με τις τετράρριχτες σκεπές από τοπική σχιστόπλακα στη δυτική πλευρά του όρμου και τα ταβερνάκια στη σειρά πάνω στην αμμουδιά, χωμένα μέσα στο πράσινο και στολισμένα με κληματαριές και πολύχρωμα λουλούδια, συνθέτουν μια εκπληκτική εικόνα που σε καθηλώνει από την πρώτη κιόλας ματιά. Ιδανικό αραξοβόλι, καθώς προστατεύεται πολύ καλά από του βοριάδες, ενώ η διανυκτέρευση στο σκάφος και το πρωινό ξύπνημα σ΄ αυτό το παραδεισένιο τοπίο, αποτελούν μια πραγματικά αλησμόνητη εμπειρία.

Πριν από λίγα μόλις χρόνια, η Αλυκή δεν ήταν παρά μια απόμερη γωνιά με κάποιες σκορπισμένες και ετοιμόρροπες «καλύβες», που φιλοξενούσαν κατά εποχές τους ντόπιους ψαράδες και αγρότες. Το μοναδικό ουζερί του μπαρμπα Γιάννη που υπήρχε εκεί, υποδεχόταν τους λιγοστούς επισκέπτες του καλοκαιριού. Η φυσική όμως ομορφιά του τόπου και κυρίως τα κρυστάλλινα νερά που σαν μια μεγάλη πισίνα, απλώνεται πλάι στις κατάφυτες πλαγιές, δεν άργησε να ανακαλυφθεί και να εξελιχθεί σε έναν μαγευτικό προορισμό. Η μικρή αμμουδιά γέμισε με ταβερνάκια και οι καλύβες μετατράπηκαν σε υπέροχα πέτρινα σπιτάκια, που εναρμονισμένα πλήρως με το φυσικό περιβάλλον, αποτελούν παράδειγμα ορθολογιστικής ανάπτυξης και πολιτισμού.

ήραμε το στενό μονοπάτι, κάτω από τη σκιά των ψηλόκορμων πεύκων, που οδηγεί στο άκρο της μικρής χερσονήσου. Εδώ, στο επίπεδο πια της επιφάνειας της θάλασσας, βρίσκονται τα αρχαία λατομεία που για εκατοντάδες χρόνια προμήθευαν με το περίφημο θασίτικο λευκό μάρμαρο, ολόκληρο τον γνωστό τότε κόσμο. Τεράστιες ανυψωτικές μηχανές φόρτωναν τα περίτεχνα λαξευμένα μάρμαρα, στα καράβια που πλεύριζαν στη μικρή χερσόνησο. Ακόμα και σήμερα μπορεί να διακρίνει κανείς μεγάλους σκαλισμένους μαρμάρινους όγκους, ενώ μια μισοθαμένη ατόφια κολώνα ύψους επτά μέτρων, ριγμένη πλάι στο κύμα, λέγεται πως προοριζόταν για την κατασκευή του Παρθενώνα.

Γεμάτοι με τις πολύ όμορφες εικόνες της νότιας Θάσου, καβατζάραμε τον Μπάμπουρα και ανεβαίναμε την ανατολική πλευρά του νησιού, που εκτείνεται σε μια απόσταση 15 μιλίων περίπου. Τρεις μεγάλοι και ανοιχτοί κόλποι, φιλοξενούν απίστευτες απλωτές αμμουδιές, που θα της ζήλευε κάθε νησί στον κόσμο όλο.

Πεντακάθαρα κρυστάλλινα νερά, ατέλειωτες φυσικές πισίνες όπου καταλήγει η οργιαστική βλάστηση. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις με λόγια την ομορφιά αυτού του τόπου και ακόμα πιο δύσκολο να ξεχωρίσεις κάποια παραλία από κάποια άλλη. Κάθε μια που συναντάς, φαντάζει η ομορφότερη που έχεις ποτέ συναντήσει, μέχρι να καβατζάρεις κάποιο μικρό κάβο και να αντικρίσεις την επόμενη.
Περάσαμε λίγο ανοιχτά από το Διαπόρι, και πριν από τον όρμο των Κοινύρων, νότια από το ομώνυμο νησάκι πλέαμε αργά αργά σε μια παραδεισένια θάλασσα. Η παραλία του Παραδείσου, όπως πολύ εύστοχα ονομάζεται, με τις καταπράσινες πλαγιές να αντανακλούν το χρώμα τους στα κρυστάλλινα νερά, δεν μπορεί παρά να μαγέψει και τον πιο απαιτητικό επισκέπτη. Καθώς η καδένα συρόταν στο πλωριό ράουλο και πριν ακόμα η άγκυρα προλάβει να κάτσει στο βυθό, είχαμε βουτήξει στα γαλήνια νερά και κολυμπούσαμε αχόρταγα εδώ κι εκεί, κάνοντας σαν μικρά παιδιά που έχουν χρόνια να τα πάνε στη θάλασσα. Ήταν η πρώτη φορά που πέτυχα αυτή την παραλία ακύμαντη, αφού οι βοριάδες συνήθως προκαλούν τη δημιουργία μικρών σκαστών κυμάτων λόγω των πολύ ρηχών νερών, γεγονός που συγκεντρώνει πολύ κόσμο για παιχνίδι με τη θάλασσα, ενώ έχεις έντονα την αίσθηση πως βρίσκεσαι σε κάποιο τροπικό νησί. Ακόμα και όταν στον Παράδεισο συνωστίζονται πολύ λουόμενοι, τα απρόσιτα βράχια που βρίσκονται στη νότια πλευρά της αμμουδιάς, είναι μια πολύ καλή επιλογή για να απολαύσουμε τον παραμυθένιο αυτόν τόπο.
Με μόνιμο σύντροφό μας τις καταπράσινες βουνοπλαγιές, το φουσκωτό γλιστρούσε στα διάφανα νερά, περνώντας πολύ κοντά από την απέραντη αμμουδιά των Κοινύρων. Μια χαμηλή βραχώδης χερσόνησος που εισχωρεί στη θάλασσα για λίγα μόλις μέτρα, διασπά τη συνέχεια της παραλίας, όπου εύκολα θα βρούμε ελεύθερο χώρο για να χαρούμε τα κρυστάλλινα νερά της.

Συνεχίζοντας την πορεία μας βορειότερα, περάσαμε έξω από τη νησίδα της Γραμπούσας και στρέψαμε την πλώρη μας δυτικά, παραπλέοντας τις βραχώδεις ακτές που μας οδηγούν στη νότια πλευρά του όρμου της Ποταμιάς. Μπροστά μας εμφανίζεται το μικρό λιμανάκι της Σκάλας Ποταμιάς, όπου δεσπόζει το παλιό επιβλητικό πέτρινο κτίριο στην προκυμαία, που χτίστηκε από Αγιορείτες μοναχούς. Γεμάτο ασφυκτικά με τοπικές ψαρόβαρκες κυρίως, δεν αφήνει σχεδόν κανένα περιθώριο εύρεσης θέσης. Δένοντας οριακά στη στενή μπούκα του, βγήκαμε για ουζάκι σ’ ένα από τα παραλιακά ταβερνάκια.
Στον όρμο της Ποταμιάς, εκτείνεται απ’ άκρο σ’ άκρο της μια απέραντη εκπληκτική αμμουδιά, η οποία χωρίζεται νοητά σε δυο επιμέρους παραλίες που είναι από τις πιο διάσημες της Θάσου. Τη Χρυσή Ακτή στα νότια και τη Χρυσή Αμμουδιά στα βόρεια. Κάθε καλοκαίρι και οι δυο παραλίες κατακλύζονται από κόσμο, ενώ τα τελευταία χρόνια η τουριστική ανάπτυξη του τόπου είναι αλματώδης. Στις καταπράσινες παρυφές του Υψάριου, του ψηλότερου βουνού της Θάσου και σε απόσταση περίπου τριών χιλιομέτρων από τη θάλασσα δεσπόζουν τα δυο ορεινά χωριά της Ποταμιάς και της Παναγίας με υπέροχα παραδοσιακά σπίτια, όμορφες εκκλησίες και γραφικά μικρά καφενεδάκια.
Ήταν τόσο υπέροχα τα τοπία και κυρίως οι αμμουδιές που είχαμε μέχρι τώρα συναντήσει, που χάσαμε ουσιαστικά κάθε μέτρο σύγκρισης και αξιολόγησης, ενώ κάθε καταπληκτική παραλία φάνταζε πια στα μάτια μας τόσο συνηθισμένη, κι όμως άγγιζε το τέλειο.

Στην παραδεισένια Μακρύαμμο

Φτάνοντας στον κόλπο του Αη Γιάννη και πλέοντας κοντά στους κατάφυτους μικρούς κάβους, ανάμεσα στους οποίους σχηματίζονταν αναρίθμητες φυσικές πισίνες, με τα πεύκα να κατεβαίνουν μέχρι τη θάλασσα, πλησιάσαμε στο βορειοανατολικό άκρο του νησιού. Κι εδώ μας υποδέχθηκε μια απίστευτη ακτή. Η Μακρύαμμος, που θα τη ζήλευε ακόμα και ο ίδιος ο Παράδεισος. Αξίζει πραγματικά τον κόπο, να αναρριχηθούμε στην πλαγιά της βορινής της πλευράς, από όπου το θέαμα είναι μαγευτικό. Ο μικρός πευκόφυτος βράχος, ξεκομμένος από τη στεριά, στο νότιο άκρο της πολύ όμορφα οργανωμένης παραλίας, τα πεύκα που συνωστίζονται στις βουνοπλαγιές φτάνοντας μέχρι το κύμα, η ψιλή αμμουδιά και τα κρυστάλλινα παραμυθένια νερά, συνθέτουν μια εικόνα που μοιάζει να βγήκε από τον παράδεισο. Μια εικόνα που αδυνατώ πραγματικά να περιγράψω με λέξεις, γιατί όσο κι αν προσπαθήσω σίγουρα δεν θα καταφέρω να αποδώσω, έστω και στο ελάχιστο, αυτό το ανεπανάληπτο θέαμα που αντικρίζουν τα μάτια μου.
Στο βορινό άκρο της Μακρύαμμου, υπάρχει μια μικρή προβλήτα όπου μπορούμε να δέσουμε προσωρινά και να αφιερώσουμε ατέλειωτες ώρες στα σωθικά του μαγευτικού αυτού τοπίου. Χωρίς να το έχουμε προγραμματίσει, και χωρίς να το σκεφτούμε για δεύτερη φορά, αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε εδώ, απολαμβάνοντας τις απογευματινές ώρες που γλυκαίνουν τα πάντα γύρω μας, ενώ το πρωινό μας ξύπνημα έμοιαζε να βγήκε από τις σελίδες του ωραιότερου παραμυθιού.

Καβατζάροντας το Εβραιόκαστρο, βρισκόμαστε στη βόρεια πλευρά του νησιού και μπαίνουμε στον όρμο της Παναγίας, στην ανατολική πλευρά του οποίου απλώνεται ο Λιμένας, η πρωτεύουσα της Θάσου. Πλησιάσαμε στους δυο μικρούς σιδερένιους φάρους που οριοθετούν την είσοδο του παλιού λιμανιού. Ψηλά, στην πλαγιά του καταπράσινου λόφου δεσπόζει το αρχαίο θέατρο και τμήματα του τείχους που προστάτευε παλιά την πόλη. Δέσαμε στο ευρύχωρο λιμάνι, όπου αγκυροβολούν τα καίκια και τις βάρκες τους οι ντόπιοι και βγήκαμε για μια σύντομη βόλτα στα στενά σοκάκια με τα παλιά διώροφα και τριώροφα σπίτια. Ο Λιμένας, που είναι και το κυρίως λιμάνι του νησιού, συγκεντρώνει τον περισσότερο κόσμο, αφού πέρα από τις υποδομές που διαθέτει, είναι διάσημος για την πλούσια αρχαιολογική του κληρονομιά. Μεγάλος αριθμός επισκεπτών καταφθάνει κάθε καλοκαίρι για να θαυμάσει και να περιηγηθεί στους υπαίθριους αρχαιολογικούς χώρους του Λιμένα. Αφού περιπλανηθήκαμε στο καταπράσινο περιβάλλον της αρχαίας αγοράς, που απλώνεται πίσω ακριβώς από το παλιό λιμάνι, ανηφορίσαμε στο αρχαίο θέατρο από όπου αποκτήσαμε μια πανοραμική άποψη του Λιμένα και ολόκληρης της βορινής ακτής του νησιού, για να καταλήξουμε τελικά στο αρχαιολογικό μουσείο, όπου θαυμάσαμε τα εκπληκτικά εκθέματα που χρονολογούνται από τον 7ο αιώνα π. Χ. .
Αφού ικανοποιήσαμε τις αρχαιολογικές μας ανησυχίες, λύσαμε και μπήκαμε στη μαρίνα που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πέρα από το παλιό λιμάνι. Ένας μεγάλος χώρος, αναξιοποίητος και παρατημένος στην τύχη του, που δεν φιλοξενεί παρά ελάχιστα σκάφη, μας επιτρέπει να πλαγιοδετήσουμε όπου μας αρέσει. Μπορούμε να διανυκτερεύσουμε άνετα εδώ, αφού πέρα από την ασφάλεια που προσφέρει, βρίσκεται πολύ κοντά σε όλα τα ενδιαφέροντα σημεία της πόλης.
Μετά από το ακρωτήρι Παχύς, το βορειότερο άκρο του νησιού, τα πολύ ρηχά νερά μας ανάγκασαν να πλέουμε αρκετά ανοιχτά από τις ακτές. Ολόκληρη αυτή η διαδρομή μέχρι τη Σκάλα Μαριών, δεν παρουσιάζει κάτι το αξιόλογο, αφού τα νερά είναι μάλλον σκοτεινά, ενώ λείπουν οι φυσικοί όρμοι και τα όμορφα λιμανάκια. Μεγάλες πεδιάδες, στο επίπεδο περίπου της θάλασσας, γεμάτες με λιόδεντρα εκτείνονται μέχρι τις παρυφές των καταπράσινων πλαγιών.

Μια μέρα στην ενδοχώρα

Την τελευταία μέρα της παραμονής μας στη Θάσο την αφιερώσαμε στην ενδοχώρα και τις ορεινές της διαδρομές. Η περιπλάνησή μας στους δύσβατους χωματόδρομους που συνδέουν τα μεσόγεια χωριά μεταξύ τους, ήταν μια καταπληκτική εμπειρία, που μας έδωσε ταυτόχρονα την ευκαιρία να γνωρίσουμε την γνήσια και αθέατη πλευρά του νησιού.
Νοικιάσαμε ένα μικρό τζιπάκι από τα Λιμενάρια και πήραμε το δρόμο για το χωριό Καλύβια. Στο τέλος του χωριού ξεκινά ο χωματόδρομος για το Κάστρο, του παλαιότερου οικισμού στο νησί. Μετά από μισής ώρας πορεία και αρκετό ταρακούνημα στον δύσκολο σε πολλά σημεία του, φιδίσιο χωματόδρομο, φτάσαμε στο χωριό. Χτισμένο στα 600 μέτρα υψόμετρο, στις πλαγιές του Υψάριου, αποτελεί ίσως τον ομορφότερο και πιο γραφικό οικισμό της Θάσου. Τα χαμηλά άσπρα σπιτάκια με τις τετράρριχτες σκεπές από ντόπιες σχιστόπλακες, ξεκινούν από την κορυφογραμμή του σκληροτράχηλου λόφου και κατηφορίζουν στην απότομη πλαγιά, αθέατα από τη θάλασσα, βιγλάτορες όμως του πελάγους. Από εδώ, όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός, η θέα είναι μαγευτική ενώ στο βάθος δεσπόζει η επιβλητική κορυφή του Άθωνα.

Ήταν η εποχή που η πειρατεία λυμαινόταν το Αιγαίο και οι ντόπιοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα παραθαλάσσια χωριά και να χτίσουν νέους οικισμούς ώστε να μην διακρίνονται από τη θάλασσα. Τα σημεία ήταν προσεκτικά επιλεγμένα, μέσα σε χαράδρες και ρεματιές, ώστε να είναι αθέατα, να εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των κατοίκων και ταυτόχρονα να ελέγχεται η προσέγγιση των πειρατών. Ένας τέτοιος οικισμός ήταν και το Κάστρο, που παρείχε προστασία στους κατοίκους του, οι οποίοι σχεδόν ταυτόχρονα έχτισαν «καλύβες», χαμηλά στις έφορες πεδιάδες. Μικρά και πρόχειρα σπιτάκια, που κάποιες βραδιές τους φιλοξενούσαν, όταν κατέβαιναν για τις κτηνοτροφικές και αγροτικές τους εργασίες. Οι μικρές αυτές «καλύβες» έγιναν σιγά σιγά ολόκληρο χωριό, που διατηρεί ακόμα και σήμερα το ίδιο όνομα και βρίσκεται πολύ κοντά στα Λιμενάρια. Στις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε και εξαλείφθηκε ο φόβος των πειρατών, οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν το Κάστρο και δημιούργησαν το παραθαλάσσιο χωριό Λιμενάρια, όπου και έβρισκαν δουλειά, στα μεταλλεία κυρίως της γερμανικής εταιρίας που έδρευε στο σημερινό «Παλατάκι». Έτσι, για πολλά χρόνια ο οικισμός του Κάστρου ερημώθηκε και τα σπίτια παρατήθηκαν στην τύχη τους, τα οποία μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν μισογκρεμισμένα. Τελευταία όμως, το μεράκι και η αγάπη των ντόπιων, τους ώθησε να ξαναφτιάξουν τα σπίτια των παπούδων τους, αψηφώντας τις δυσκολίες πρόσβασης λόγω του δύσβατου χωματόδρομου. Το Κάστρο άρχισε και πάλι να ζωντανεύει και να γεμίζει με κατοίκους, που χρησιμοποιούν τα γραφικά σπιτάκια ως εξοχικές κατοικίες, απολαμβάνοντας την κατανυκτική ησυχία και το υπέροχο κλίμα του τόπου, ενώ το καλοκαίρι πολλοί επισκέπτες καταφθάνουν ακόμα και με τα πόδια, διανύοντας αρκετά χιλιόμετρα μέσα στην άγρια φύση. Το μοναδικό καφενείο-ταβέρνα του Κώστα και της Δημητρούλας, πλάι στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου που χρονολογείται από τον 14ο αιώνα, αναλαμβάνει να ξεκουράσει και να δροσίσει τους επισκέπτες, απλώνοντας τα λιγοστά τραπεζάκια κάτω από τη σκιά της τεράστιας βελανιδιάς.
Στη γιορτή του Αγίου Αθανασίου, που είναι ο προστάτης του χωριού, οργανώνεται μεγάλο πανηγύρι που διαρκεί για πέντε ολόκληρες μέρες. Πολλοί άνθρωποι, παρατούν τις καθημερινές τους ασχολίες και συγκεντρώνονται στο χωριό, όπου πίνουν και γλεντούν μέχρι τελικής πτώσεως, στριμωγμένοι στα μικρά παραδοσιακά σπιτάκια.
Καθήσαμε σ’ ένα τραπεζάκι, πλάι στην είσοδο του καφενείου που είναι γεμάτη με αφιερώσεις και σοφές κουβέντες από τους επισκέπτες που έρχονται κατά καιρούς στο χωριό, και συζητάγαμε για αρκετές ώρες με τους συμπαθητικούς και πολύ φιλόξενους ιδιοκτήτες. Ο Κώστας, άριστος γνώστης της περιοχής, μας έδωσε τις απαραίτητες πληροφορίες και μας σκιαγράφησε τους χωματόδρομους που θα μας οδηγούσαν στο Καζαβήτι, που ήταν ο επόμενος προορισμός μας.

Διασχίζοντας άλλοτε κορυφογραμμές και άλλοτε βαθιές ρεματιές, περνώντας μέσα από δασωμένες πλαγιές με ψηλόκορμα ολόισια πεύκα, αντικρύζοντας μαγευτικές εικόνες μέσα στην πυκνή βλάστηση, βγήκαμε τελικά στη δυτική πλευρά του νησιού. Μας πήρε πάνω από ώρα, καταπληκτικής όμως διαδρομής, προσέχοντας ταυτόχρονα να μην χαθούμε στις διακλαδώσεις των χωματόδρομων, ώσπου κάποια στιγμή διακρίναμε μέσα στις πλαγιές των βουνών, χωμένα μέσα στην οργιαστική βλάστηση από πεύκα, θεόρατες καρυδιές και πλατάνια, το Μεγάλο και το Μικρό Καζαβήτι.
Σύντομα βρισκόμασταν στη λιθόστρωτη πλατεία στο Μεγάλο Καζαβήτι, με τα δυο γραφικά ταβερνάκια που βγάζουν τα τραπεζάκια τους γύρω από τους τεράστιους κορμούς των αιωνόβιων πλάτανων, τα φύλλα των οποίων κόβουν τις ακτίνες του ήλιου, σκοτεινιάζοντας σχεδόν τη μικρή πλατεία. Αφού απολαύσαμε το ουζάκι μας που συνοδευόταν από παραδοσιακούς θασίτικους μεζέδες, περιπλανηθήκαμε για αρκετή ώρα στα ανηφορικά καλντερίμια που ξεκινούν από την πλατεία και οδηγούν στους μαχαλάδες του χωριού, θαυμάζοντας τα παραδοσιακά διώροφα σπιτάκια που είναι πνιγμένα στο πράσινο.
Γεμάτοι με τις πολύ όμορφες εικόνες που μας χάρισαν τα όμορφα ορεινά χωριά και την έτσι κι αλλιώς ψυχική ανάταση που σου προσφέρει η γοητεία και η γλυκειά ένταση μιας εκτός δρόμου διαδρομής, ιδιαίτερα όταν αυτή περνά μέσα από μαγευτικά τοπία, πήραμε πια τον ασφαλτοστρωμένο παραλιακό δρόμο για τα Λιμενάρια.

Για όσους ταξιδεύουν

  • Από την Σκάλα Μαριών με κατεύθυνση ανατολική έως τον Λιμένα, ξετυλίγονται οι καλύτερες παραλίες του νησιού, μερικές από τις οποίες είναι από τις ομορφότερες στη χώρα μας. Είναι αδύνατον να ξεχωρίσεις την ωραιότερη, αφού χωρίς καμιά δόση υπερβολής, οι περισσότερες είναι καταπληκτικές. Η Μακρύαμμος και ο Παράδεισος στα ανατολικά, η Ψιλή Άμμος και η Αλυκή στα νότια, καθώς και ο Ατσπάς στα δυτικά, είναι παραμυθένιες αμμουδιές πέρα από κάθε σύγκριση, αλλά υπάρχουν κι άλλες πολλές που είναι πραγματικά εκπληκτικές.
    Επειδή όμως, ο παραλιακός δρόμος που τρέχει γύρω από το νησί προσφέρει εύκολη πρόσβαση σε όλες σχεδόν τις αμμουδιές, νωρίς το πρωί ή ακόμα καλύτερα ο Ιούνιος και ο Σεπτέμβριος είναι οι καλύτεροι μήνες για να τις επισκεφθούμε, απολαμβάνοντας έτσι μοναδικές στιγμές σε μαγευτικά νερά.
  • Για τις εξορμήσεις μας στη δυτική και νοτιοδυτική πλευρά του νησιού, το λιμανάκι στα Λιμενάρια αποτελεί την καλύτερη επιλογή για διανυκτέρευση, έχοντας παράλληλα και την ευκαιρία για τη νυχτερινή μας έξοδο στα παραλιακά μαγαζιά. Αν κινούμαστε στην ανατολική και νοτιοανατολική Θάσο, το φυσικό λιμανάκι της Αλυκής είναι ένα ονειρεμένο αραξοβόλι, όπου το βραδάκι μπορούμε να απολαύσουμε το ουζάκι μας σε κάποιο από τα λιγοστά γραφικά ταβερνάκια της ακτής, μαγεμένοι από την ομορφιά και τη γαλήνη αυτού του τόπου. Για την περιήγησή μας στις βορινές ακτές του νησιού και για την επίσκεψή μας στους αρχαιολογικούς χώρους του Λιμένα, η ομώνυμη μαρίνα πλάι στο παλιό λιμανάκι, μας προσφέρει απόλυτη ασφάλεια.
  • Σε όλα σχεδόν τα παραθαλάσσια χωριά υπάρχουν λιμανάκια και αξιοπρεπείς γλίστρες, απ’ όπου είναι δυνατή η καθέλκυση ακόμα και μεγάλων σκαφών. Για ανεφοδιασμό σε καύσιμα και πάγο προτιμείστε τα Λιμενάρια κατά πρώτο λόγο καθώς και τον Λιμένα. Στο λιμανάκι των Λιμεναρίων, πάνω στον κοκκινωπό βράχο της ανατολικής πλευράς υπάρχουν αναρτημένα τα τηλέφωνα των τριών πρατηρίων, που μεταφέρουν καύσιμα και πάγο μέχρι αργά το βράδυ. Επικίνδυνα σημεία δεν υπάρχουν γύρω από το νησί, με εξαίρεση τα αβαθή από το βορινό ακρωτήρι Παχύς έως τον κάβο του Πρίνου βορειοδυτικά.

...keep Ribbing!

Thasos
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Περισσότερα