Othoni
Othoni

Erikoussa

By Thomas P.

Λίγα μίλια ανατολικά των Οθωνών, η Ερείκουσσα αποτελεί το βορειότερο σύνορό μας στο Ιόνιο πέλαγος. Το όνομά της οφείλεται στο θάμνο «ρείκι» που ευδοκιμεί στο νησί. Κατά μία άλλη άποψη, ονομάστηκε έτσι από τον βασιλιά Ερρίκο της Γαλλίας που παρέμεινε εκεί για αρκετό χρονικό διάστημα.

Έχει έκταση 4 τ.χλμ και 80 μόνιμους κατοίκους. Κι εδώ, όπως και στα άλλα δύο νησάκια, ο αριθμός των κατοίκων είναι πολύ μικρός λόγω των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης κατά την περίοδο του χειμώνα.
Με τον καιρό σύμμαχό μας, προσεγγίσαμε τη νότια πλευρά του νησιού, όπου βρίσκεται και το λιμανάκι του. Πλησιάσαμε στην τσιμεντένια προβλήτα, όπου μόνο λίγες ψαρόβαρκες και δύο μεγάλα καΐκια ήταν δεμένα. Στ' αριστερά μας, στην αρχή της προβλήτας, υπάρχει ένα και μοναδικό κτίσμα, όπου στεγάζεται η αστυνομία του νησιού. Στην μεγάλη αμμουδιά, δεξιά μας, υπάρχουν δύο οικήματα, ενώ με δυσκολία διακρίναμε τις στέγες κάποιων σπιτιών χωμένες κυριολεκτικά μέσα στα δέντρα.

Στην προβλήτα ένας ηλικιωμένος Ερεικουσσιώτης, κεντούσε με υπομονή και μεράκι τα δίχτυα του. Μας καλωσόρισε και για αρκετή ώρα κουβεντιάζαμε, παίρνοντας τις πρώτες μας πληροφορίες για το νησί.
Το μεσημεράκι σκαρφάλωσα στο λόφο πάνω από το λιμάνι. Το Πέρα Κάτεργο, όπως λέγεται. Σε λίγα λεπτά, μετά από δύσκολη αναρρίχηση, έφτασα στην κορυφή, όπου δεσπόζουν δύο μεγάλες πέτρες, η μία πάνω στην άλλη, σαν να τις έβαλε ανθρώπινο χέρι. Βρισκόμουν στο ωραιότερο μπαλκόνι. Δύο διαφορετικοί κόσμοι ξεδιπλώνονταν ταυτόχρονα μπροστά μου.

Από την έξω πλευρά, ο νοτιοδυτικός κάβος του νησιού, κόβει τη φόρα του μαΐστρου. Δεξιά μου, ξεδιπλώνονταν οι δυτικές ακτές, απότομες και αφιλόξενες. Σ' αυτή την πλευρά, εκτονώνονται τα κύματα που σκάνε με μανία στα απόκρημνα βράχια.
Στεκόμουν για αρκετή ώρα στο όμορφο αυτό μπαλκόνι, ατενίζοντας τον ορίζοντα. Στο βάθος, ο ορεινός όγκος των Οθωνών μοιάζει να αναδύεται μέσα από τη θάλασσα. Ο αέρας που λυσσομανούσε πάνω από το κεφάλι μου και ο εκκωφαντικός ήχος των κυμάτων, δημιουργούσαν μία άγρια αλλά και μεγαλόπρεπη ατμόσφαιρα.
Γυρίζοντας κατά 180ο και κατεβαίνοντας μόλις τρία μέτρα, ως δια μαγείας, το τοπίο γαλήνεψε. Ούτε ο ήχος των κυμάτων, ούτε ο δυνατός αέρας ακούγονταν. Ολόκληρος ο νότιος όρμος του νησιού, απλωνόταν μπροστά μου. Ακριβώς κάτω από τα πόδια μου ήταν το λιμανάκι όπου βρίσκονταν τα φουσκωτά μας, δεμένα στη μικρή τσιμεντένια προβλήτα. Ασφαλέστατο λιμάνι, προστατευμένο από βόρειους, βορειοδυτικούς ανέμους, ενώ τους νοτιάδες αναλαμβάνει ο μακρύς λιμενοβραχίονας από μεγάλες πέτρες. Πιο πέρα, η απέραντη αμμουδιά του Πόρτο, η οποία καταλαμβάνει όλη τη νότια πλευρά του νησιού.

Γύρω από το λιμάνι
Το απογευματάκι χαιρόμασταν το πρώτο μας μπάνιο στα πεντακάθαρα νερά του Πόρτο. Ο ήλιος κόντευε να κρυφτεί πίσω από το «Πέρα Κάτεργο». Γύρω μας τα χρώματα γλύκαιναν. Ξαπλωμένοι στην αμμουδιά, απολαμβάναμε την υπέροχη αυτή ώρα. Όλα ήταν τόσο ήσυχα, τόσο γαλήνια. Με αργά βήματα και χαλαρές τις αισθήσεις κατευθυνθήκαμε στις ντουζιέρες, που βρίσκονται πλάι στην προβλήτα. Δείγμα της αφθονίας του νερού, σε αντίθεση με το Μαθράκι και τους Οθωνούς. Ένα δροσερό ντουζάκι μάς τόνωσε και απομάκρυνε την αρμύρα από πάνω μας.
Το σούρουπο μάς βρήκε να κάνουμε την πρώτη μας βόλτα στο κεντρικό δρομάκι του χωριού, που ξεκινά αμέσως μετά την προβλήτα. Λίγα σπιτάκια δεξιά κι αριστερά μας, κι ένα παντοπωλείο χτισμένο το 1909, που σπάνια συναντούμε στις μέρες μας.

Σε λιγότερο από εκατό μέτρα, φτάσαμε στο μοναδικό ξενοδοχείο-καφεστιατόριο του νησιού. Όλος ο κόσμος συγκεντρώνεται εδώ. Οι ντόπιοι και οι λιγοστοί τουρίστες. Έχει κανείς την αίσθηση ότι όλο το νησί είναι «έρημο» και μόνο σ' αυτό το μικρό χωριό υπάρχει ζωή. Η πρώτη μας μέρα στο νησί ήταν απίστευτα όμορφη. Όλα έμοιαζαν ιδανικά και η διάθεσή μας ήταν στα ύψη. Ο ενθουσιασμός μας μεγάλωσε ακόμη περισσότερο, όταν η ιδιοκτήτρια του εστιατορίου, η κυρία Σταυρούλα Κατέχη, μας υποδέχθηκε τόσο θερμά, τόσο ευγενικά, που νιώθαμε πολύ οικεία, όπως ακριβώς νιώθει κανείς όταν βρίσκεται ανάμεσα σε φίλους.

Από την πρώτη της κιόλας κουβέντα μάς κέρδισε. Μας άγγιξε η γλυκύτητά της, το χαμόγελό της, η «ανθρωπιά» που ακτινοβολούσε το πρόσωπο της. Το ίδιο και τα δύο της παιδιά, ο Σπύρος και η Νατάσα, χαμογελαστά και πάντα με καλή διάθεση.
Δεν αργήσαμε να «ενσωματωθούμε» με μία παρέα ντόπιων. «Το Λιμάνι της Ερεικούσσας έσφυζε από ζωή. Κάποτε φιλοξενούσε περίπου 70 ιστιοφόρα. Με την εμφάνιση όμως άλλων μέσων για το εμπόριο, εξαφανίστηκε ο στόλος των ιστιοφόρων, ως ασύμφορος», μας διηγείται κάποιος μετανάστης, με φανερή τη νοσταλγία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. «Στο νησί μας ζούσαν περισσότεροι από 500 άνθρωποι και το σχολείο αριθμούσε πολλά παιδιά. Τώρα, μόλις τρία παιδάκια κρατούν το σχολείο ανοιχτό».
Κουβέντα στην κουβέντα, έφτασαν και οι πιατέλες με το φαγητό. Η μαγειρική της κυρίας Σταυρούλας ήταν θαυμάσια. Λίγες φορές θυμάμαι να ευχαριστηθήκαμε τόσο πολύ. Με δυσκολία σηκωθήκαμε από τις καρέκλες μας και χαιρετήσαμε τους υπέροχους αυτούς ανθρώπους, ενώ ο Σπύρος ανέλαβε το θέμα του «πάγου», τοποθετώντας μερικά μπουκάλια νερού στον καταψύκτη.

Στην ενδοχώρα

Την επόμενη μέρα την αφιερώσαμε στο εσωτερικό του νησιού, μιας και η οργιαστική βλάστηση είναι σκέτη πρόκληση. Πυκνές καλαμιές φτάνουν μέχρι την αμμουδιά, ενώ όπου και να κοιτάξεις αντικρίζεις τεράστια ελαιόδεντρα και κυπαρίσσια. Πρέπει να παρατηρείς πολύ προσεχτικά για να ξεχωρίσεις τα σπίτια που είναι κρυμμένα στη σκιά των δέντρων. Πήραμε το ανηφορικό δρομάκι που οδηγεί από το Πόρτο στον οικισμό «Δέντρο», στη δυτική πλευρά του νησιού. Η βλάστηση είναι εκπληκτική. Σε πολλά σημεία της διαδρομής μας ο ήλιος είναι αδύνατον να τη διαπεράσει. Σκιά, που είναι πολύτιμη σ' αυτή την Αυγουστιάτικη περιήγησή μας. Σε λίγο φτάσαμε στον οικισμό. Όμορφα πέτρινα σπιτάκια, φωλιασμένα μέσα στις ελιές και τα κυπαρίσσια. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που βλέπαμε. Η θέα προς τη δύση και το πέλαγος είναι θαυμάσια. Αφήσαμε το χωριό και πήραμε το χωματόδρομο στ' αριστερά μας. Εντύπωση μάς έκανε η έλλειψη δέντρων σ' αυτό το κομμάτι της διαδρομής. Μόνο θάμνοι υπάρχουν. Η απορία μας λύθηκε αργότερα, όταν μας πληροφόρησαν για μία φωτιά που ξέσπασε πριν μερικά χρόνια και λίγο έλειψε να κάψει όλο το νησί.

Φτάσαμε στο βορειότερο σημείο του νησιού, το Σαντάρδο. Η θέα από εδώ είναι μαγευτική. Η φύση μοιάζει με καταπράσινο πέπλο που σκεπάζει ολόκληρο το νησί απ' άκρο σ' άκρο. Από εδώ μπορεί να αγναντέψει κανείς τους Οθωνούς, το Μαθράκι και τις βόρειες ακτές τις Κέρκυρας. Θέλαμε να μείνουμε κι άλλο, αλλά ο καυτός ήλιος δεν μας το επέτρεπε. Ηλιοκαμένοι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Το μεσημέρι μάς βρήκε στα διάφανα νερά του Πόρτο. Η ζέστη ήταν τέτοια που δεν είχαμε σκοπό να βγούμε από τη θάλασσα. Απολαύσαμε αυτά τα υπέροχα νερά έως αργά το απόγευμα.
Το βραδάκι ξανά στο εστιατόριο-καταφύγιό μας. Μία όμορφη μέρα έπρεπε να κλείσει με ένα ακόμη πιο όμορφο γεύμα. Αυτό το ανέλαβε με τον καλύτερο τρόπο η κυρία Σταυρούλα. Υπέροχες γεύσεις, συνοδευμένες με λευκό κρασάκι. Κουβεντούλα και θαυμάσιο περιβάλλον.
Αφού είχαμε αδειάσει πολλά καραφάκια κρασί, με μόνιμο το χαμόγελο στα χείλη μας, προσπαθούσαμε να επιστρέψουμε στα σκάφη. Ευτυχώς, ήταν κοντά και δεν είχαμε ιδιαίτερο πρόβλημα.

Περίπλους του νησιού
Ξημέρωσε η επόμενη μέρα. Η ώρα 08:15. Τα πάντα είχαν σκεπαστεί από την ομίχλη. Ακόμα κι ένα ιστιοφόρο, δεκαπέντε μέτρα μακριά μας, ίσα που διακρινόταν. Η υγρασία είχε ποτίσει για τα καλά τις τέντες-δωμάτια. Ο ήλιος έμοιαζε με λευκό δίσκο, που χωρίς καμία δύναμη, δεν μπορούσε να διαπεράσει την πυκνή ομίχλη. Πίναμε το καφεδάκι μας στα σκάφη, απολαμβάνοντας το μοναδικό αυτό θέαμα. Σε μισή ώρα περίπου, η ομίχλη άρχισε να διαλύεται και ο ήλιος έκανε πιο αισθητή την παρουσία του.
Λύσαμε και ξεκινήσαμε για τον περίπλου της Ερεικούσσας με ανατολική κατεύθυνση. Περάσαμε το ακρωτήρι Σταμολέκα και «ανηφορίσαμε» την ανατολική πλευρά του νησιού. Με μικρή ταχύτητα τα σκάφη έγλυφαν τα διάφανα νερά της ατελείωτης παραλίας Μπραγκίνι. Περισσότερο από 1 km αμμουδιάς, που σε ορισμένα σημεία ξεπερνά τα δεκαπέντε μέτρα πλάτος. Και δεν υπήρχε ψυχή. Μαρκάραμε το μέρος και συνεχίσαμε.
Περάσαμε κοντά από τον φάρο και πλέαμε στη βόρεια πλευρά. Εδώ, όπως και στη δυτική πλευρά, οι ακτές είναι πιο άγριες, απρόσιτες. Οι πολυάριθμες ξέρες που υπάρχουν μας έκαναν να εντείνουμε την προσοχή μας. Βρισκόμασταν στα μέσα περίπου των δυτικών ακτών, στον όρμο Φύκι. Δέσαμε στο παλιό λιμανάκι.

Η συμπάθειά μας για τα παλιά γραφικά λιμανάκια, είναι τεράστια. Λίγα μικρά βαρκάκια υπήρχαν εδώ, ενώ ένας παλιός πέτρινος λιμενοβραχίονας τα προστατεύει όσο μπορεί από το μαΐστρο, Στην ακτή, τα φύκια έχουν «φτιάξει» μία φυσική προβλήτα, ενώ λίγα σπιτάκια, εγκαταλελειμμένα κι αυτά, διεγείρουν τη φαντασία μας και μας παραπέμπουν στο παρελθόν. Πλαγιοδετημένοι όπως ήμασταν, στην άκρη του πέτρινου λιμενοβραχίονα, θαυμάζαμε το υπέροχο αυτό λιμανάκι. Εδώ αποφασίσαμε να περάσουμε ολόκληρη την ημέρα μας. Ετσι, το μεσημεράκι ετοιμάσαμε το φαγητό μας στα σκάφη και έπειτα πήραμε ένα σύντομο «κλέφτικο» υπνάκο.
Το απόγευμα πίναμε το καφεδάκι μας στην πέτρινη προβλήτα, απολαμβάνοντας το ηλιοβασίλεμα που φρόντισε να κλείσει με τον πιο όμορφο τρόπο ακόμη μία υπέροχη μέρα μας.
Το βραδάκι λύσαμε, ανάψαμε τα φώτα πλεύσης και ανοιχτήκαμε για να αποφύγουμε τις επικίνδυνες ξέρες. Σε λίγα λεπτά, βρισκόμασταν στο καταφύγιό μας. Στην προβλήτα του Πόρτο. Συνεπείς στο ραντεβού μας, καθίσαμε στο ίδιο τραπεζάκι, παρέα με τους ίδιους ανθρώπους.

Είχαμε ακόμη μία μέρα στο νησί. Η ακτή Μπραγκίνι μάς περίμενε. Από το πρωί κιόλας βρισκόμασταν εκεί, θέλοντας να ζήσουμε για λίγο, σ' αυτή την υπέροχη αμμουδιά, να χορτάσουμε τα διάφανα ήρεμα νερά. Μόνοι μας, σε ατελείωτα μέτρα ψιλής άμμου. Απόλυτη γαλήνη. Στην άμμο δεν υπήρχε ούτε μία πατημασιά. Μία λεπτή και εύθραυστη κρούστα κάλυπτε ολόκληρη την αμμουδιά από άκρο σε άκρο. Είχαμε την αίσθηση ότι πρώτοι εμείς αφήναμε τα ίχνη μας. Πρώτοι εμείς ξαπλώναμε στην υπέροχη επιφάνειά της. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά, κι εμείς ακόμη εκεί, ακίνητοι. Στα πρόσωπά μας ήταν ζωγραφισμένη μία ανείπωτη χαρά, μία ανείπωτη ευτυχία.
Το απογευματάκι περπατήσαμε στην αμμουδιά, απ' άκρο σ' άκρο, πολλές φορές, σαν να θέλαμε ν' αφήσουμε παντού τα σημάδια μας. Σαν να θέλαμε να χαρούμε κάθε μέτρο, κάθε εκατοστό της καταπληκτικής αυτής αμμουδιάς.

Συγκινημένοι και απόλυτα ευτυχισμένοι, αφήναμε στην πρύμνη μας την Ερείκουσσα. Σε λίγο έμοιαζε με μοναχική φιγούρα στο βαθυγάλανο ορίζοντα...

Τα Διαπόντια νησιά μάς άφησαν πραγματικά μαγεμένους. Νερά διάφανα, με υπέροχα χρώματα. Απέραντες παραλίες, χωρίς πολλή φασαρία, με ψιλή άμμο σαν ζάχαρη ή με λεία κατάλευκα βοτσαλάκια. Πυκνή βλάστηση, ανέγγιχτη από ανθρώπινο χέρι, μονοπάτια και λιθόστρωτα καλντερίμια για απίθανες διαδρομές, ταβερνάκια πλάι στο κύμα, ευγενικοί και «ωραίοι» άνθρωποι.
Όσον αφορά τη διαμονή μας στα σκάφη; Ιδανική. Είχαμε την αίσθηση ότι κοιμόμασταν στη «στεριά». Τόσο ήρεμα και γαλήνια ήταν τα νερά. Και νερά πεντακάθαρα, πρόκληση για πρωινές βουτιές.
Αν μου ζητούσατε να ξεχωρίσω κάποιο από τα τρία νησάκια, δεν θα μπορούσα να το κάνω. Είναι τόσο ίδια μεταξύ τους, μα και τόσο διαφορετικά. Το καθένα έχει να σου δώσει κάτι ξεχωριστό. Κάτι που θα σε γοητεύσει και θα φυλάς για πάντα μέσα σου.
Μπορώ όμως να ξεχωρίσω κάποια ιδιαίτερα μέρη, που ταυτόχρονα αποτελούν και προτάσεις :

• Μαθράκι
Μην παραλείψετε μία επίσκεψη στο παλιό λιμανάκι στον Κόντρακα.
Για φαγητό: στου Γέη στο Παλιάλωνο, ή στην ταβέρνα του Γιάννη στο Αρβανίτικο.
Διαμονή στον Χρήστο Αργυρό. Τηλ : 0663 71652

• Οθωνοί
Καλύτερος τόπος; ΛΕΥΚΗ ΑΜΜΟΣ
Επίσκεψη στην τοποθεσία «Ξυλοσειρμοί».
Διαμονή στα σκάφη, στο ευρύχωρο λιμάνι.
Φαγητό στο«Locanda dei Sogni».
Τηλ. Λιμενικού Σταθμού: 0663 -72280.

• Ερείκουσσα
Καλύτερη ακτή, η παραλία Μπραγκίνι
Επίσκεψη στον όρμο Φύκι, στο παλιό λιμανάκι.
Διαμονή και φαγητό στο ξενοδοχείο Ερεικούσσα. Τηλ: 0663-71555 & 71110

Erikoussa
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Read more