Ikaria Island
Ikaria Island
By Thomas P.

Παρά την προχωρημένη ώρα το μελτέμι όλο και φρεσκάριζε, σημάδι πως από το πρωί της επόμενης μέρας θα έπνεε με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
Σε αυτή τη θαλάσσια περιοχή γύρω από τα Ψαρά, μια από τις χειρότερες του Αιγαίου, ο στρωτός πελαγίσιος κυματισμός χάνεται, τα κύματα αυξάνουν σε όγκο και οι κορφές τους σπάνε ακανόνιστα.

Σούρουπο πια, μπήκαμε μέσα στον δίαυλο Ψαρών Αντίψαρων και πλησιάζαμε στο νοτιοδυτικό άκρο, όπου βρίσκεται το λιμάνι και ο μοναδικός οικισμός του νησιού.
Πλησιάζοντας τα Ψαρά, αν περιμένουμε να δούμε κάτι το θεαματικό που θα μας ωθήσει σε επιφωνήματα θαυμασμού, σίγουρα θα απογοητευθούμε. Χωρίς να είναι ο γραφικός τόπος με τα πολύχρωμα καλοσχεδιασμένα σπιτάκια, τα λιθόστρωτα παραδοσιακά σοκάκια και τα μαγαζάκια στη σειρά, έχει το δικό του ξεχωριστό χρώμα που ακτινοβολεί έντονα τη μοναχικότητά του. Το πρώτο πράγμα που εισπράττεις αντικρίζοντας τον οικισμό από το λιμάνι είναι μια έντονη αίσθηση απλότητας και ερημιάς, που σε παραπέμπει σε κάποιο πολύ μακρινό νησί. Κι όμως, βρισκόμαστε στην καρδιά του Αιγαίου.
Μια αφοπλιστική λιτότητα αποτυπώνεται σε όλο της το μεγαλείο τόσο στα χαμηλά και συχνά άβαφα σπίτια όσο και στα δυο λιτά ταβερνάκια, στην καφετέρια και στο καφενείο, που βρίσκονται συγκεντρωμένα κατά μήκος του στενού παραλιακού δρόμου. Εδώ είναι και η πιάτσα του νησιού, όπου συγκεντρώνονται μετά τις απογευματινές ώρες οι ντόπιοι και οι επισκέπτες. Τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας υπάρχουν πολύ λίγοι άνθρωποι στο λιμάνι, και κυριαρχεί απόλυτη ησυχία ακόμα και εκείνες τις πρώτες αυγουστιάτικες μέρες, που σε κάποια άλλα λιμάνια γίνεται το αδιαχώρητο. Αυτό είναι και ένα από τα ουσιαστικότερα θέλγητρα του νησιού, που το ανάγουν σε ιδανικό προορισμό για γαλήνιες διακοπές, ενώ η ζεστασιά και η ιδιαίτερα φιλική συμπεριφορά των κατοίκων του που σε αγκαλιάζουν από την πρώτη κιόλας στιγμή, κάνοντάς σε γρήγορα να νοιώθεις κομμάτι της κοινωνίας τους, σε συνδυασμό με τις ανέγγιχτες και παρθένες αμμουδιές που έχουν γλιτώσει από το σύνδρομο της ομπρέλας και της πλαστικής ξαπλώστρας, μας υπόσχονται ονειρεμένες και κυρίως αυθεντικές στιγμές είτε απολαμβάνοντας το κολύμπι μας σε κάποια ερημική ακτή είτε απλά κουβεντιάζοντας με κάποιον γέροντα στο καφενείο.

Στην Ολόμαυρη Ράχη

Το πρωινό της επόμενης μέρας, μας βρήκε στο καφενείο, απολαμβάνοντας το καφεδάκι μας μέσα στην απόλυτη ηρεμία του λιμανιού. Μόνο οι δυνατές σπιλιάδες που πνέουν σχεδόν μόνιμα στο λιμάνι, διαταράσσουν την ηρεμία του τόπου. Το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να πάρουμε το όμορφο λιθόστρωτο μονοπάτι, που ακόμα δεν έχει περατωθεί, που οδηγεί ψηλά στην ολόμαυρη ράχη. Ξεκινώντας από τη νότια πλευρά του λιμανιού, όσο ανηφορίζαμε τόσο πιο δυνατά μας έσπρωχνε ο δυνατός αέρας.

 

Φτάνοντας στην κορυφή, σταθήκαμε για λίγο αμίλητοι, πλάι στο λιτό μνημείο των ψαριανών ηρώων του ολοκαυτώματος της μαύρης ράχης. Εδώ στη μαύρη ράχη, που οι ντόπιοι αποκαλούν Παλιόκαστρο, βρισκόταν το οχυρό του νησιού, πριν την ολοκληρωτική του καταστροφή από τους Τούρκους. Τώρα πια, με πολύ δυσκολία διακρίνονται κάποιες πέτρες, απομεινάρια από τις ντάπιες και τα προστατευτικά τείχη.
Από τον πλακόστρωτο κοινό περίβολο των δυο μικρών εκκλησιών, που βρίσκονται λίγα μέτρα πριν από το μνημείο, η θέα είναι συναρπαστική όπου κι αν ρίξεις τη ματιά σου. Προς το βορρά διακρίνεται σε όλη του την έκταση το χωριό, χτισμένο μέσα σε μια μικρή λεκάνη που σχηματίζεται από τους γύρω λόφους. Στην ανατολική πλευρά βρίσκεται το λιμάνι και στη δυτική, σε πολύ κοντινή απόσταση, ο κάτω γιαλός πάνω από τον οποίο δεσπόζει η επιβλητική κατάλευκη εκκλησιά του Αγίου Νικολάου. Στρέφοντας το βλέμμα μας δυτικά, στον σχεδόν μόνιμα αφρισμένο δίαυλο, και σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη του ενός ναυτικού μιλίου, διακρίνουμε καθαρά τα Αντίψαρα και τις διάσπαρτες νησίδες που βρίσκονται στη νότια πλευρά του. Γυρίζοντας προς το νότο η ματιά μας χάνεται στην απεραντοσύνη του πελάγους, έως εκεί που το βαθύ μπλε της θάλασσας ενώνεται με τον γαλανό ουρανό. Το μελτέμι ούρλιαζε πάνω από τα κεφάλια μας, κι ας ήταν ακόμη οκτώ η ώρα το πρωί, κάνοντας κι αυτή ακόμα τη φωτογράφηση προβληματική. Μην μπορώντας να κρατήσω σταθερή τη φωτογραφική μου μηχανή, αναγκάστηκα να χρησιμοποιώ μεγάλες ταχύτητες κλείστρου ώστε να μην βγουν κουνημένες οι φωτογραφίες, θυσιάζοντας αναγκαστικά το βάθος πεδίου τους. Με μεγάλη δυσκολία προχωρούσαμε κόντρα στον δυνατό αέρα, και μόνο όταν αρχίσαμε να κατεβαίνουμε το λιθόστρωτο μονοπάτι άρχισε να μειώνεται σταδιακά η έντασή του.

Περιπλανώμενοι στους στενούς δρόμους του χωριού.

Όπου κι αν κοιτάξεις θα δεις να κυματίζει περήφανα η τοπική κοκκινόλευκη σημαία. «Ελευθερία ή Θάνατος», αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα, θυμίζοντάς μας την ημέρα εκείνη του ολοκαυτώματος και τον ηρωισμό των Ψαριανών. Η γαλήνη που επικρατεί σε κάθε γωνιά του χωριού είναι χαρακτηριστική, ενώ δύσκολα θα συναντήσεις ανθρώπους να περιφέρονται στα σοκάκια και στις γειτονιές.
Περπατώντας λίγα μόνο μέτρα από την ανατολική πλευρά του οικισμού όπου βρίσκεται το λιμάνι, βγήκαμε στη δυτική πλευρά και στον κάτω γιαλό. Ανηφορίσαμε στον λόφο όπου βρίσκεται η επιβλητική εκκλησία του Αγίου Νικολάου, με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία και εκπληκτικές διαστάσεις για τα δεδομένα του Αιγαίου, γεγονός πού καταδεικνύει τη στενή σχέση των ψαριανών με τον «Άγιο των θαλασσών». Στο βραχώδες αυτό ύψωμα βρισκόταν και ο παλιός οικισμός των Ψαρών, που ήταν οχυρωμένος μέσα σε κάστρο.

Η επιλογή βέβαια της δυσπρόσιτης αυτής θέσης, δεν ήταν τυχαία. Ικανοποιούσε πρώτα από όλα, την πρωταρχική ανάγκη των ψαριανών για προστασία από τις πειρατικές επιδρομές. Ήταν η εποχή που το Αιγαίο μαστίζονταν από την πειρατεία, η οποία μάλιστα ήταν τόσο έντονη που άλλαξε τον τρόπο ζωής των νησιωτών, που κατέφευγαν σε δύσβατα και απόκρημνα σημεία, όπου έχτιζαν τις κατοικίες τους και τα ενίσχυαν με τείχη. Έτσι, σε κάθε νησί του αρχιπελάγους έχουμε την εγκατάλειψη των παράλιων χωριών και την εμφάνιση μιας νέας μορφής οικισμών, των περίφημων «κάστρων». Μέσα σ΄ αυτά, τα σπίτια χτίζονταν υιοθετώντας νέα και άγνωστα μέχρι τότε αρχιτεκτονικά στοιχεία που είχαν σαν γνώμονα την ασφάλεια αλλά και την δημιουργία οδών διαφυγής σε περίπτωση που οι πειρατές κατόρθωναν να ξεπεράσουν το εμπόδιο των τειχών.
Στη βορινή πλευρά του λιμανιού, συναντούμε τα λιγοστά κι ερειπωμένα πια παλιά αρχοντικά, απομεινάρια του ένδοξου παρελθόντος, τότε που τα Ψαρά ήταν μια από τις ισχυρότερες ναυτικές δυνάμεις του Αιγαίου.
Διασχίζοντας την μικρή βραχώδη χερσόνησο που σαν φυσικός λιμενοβραχίονας προστατεύει τη βορινή πλευρά του εσωτερικού λιμανιού, φτάνουμε στο παλιό σχολειό που έχει μετατραπεί σ’ ένα καλαίσθητο Ναυτικό Μουσείο, με σκοπό να φιλοξενήσει τα αρχαιολογικά ευρήματα των Ψαρών που φυλάσσονται στη Μυτιλήνη και στη Χίο. Η θέση του όμως πάνω στην ακτή και η υγρασία του χώρου είναι επικίνδυνη για τα εκθέματα και έτσι το Μουσείο παραμένει προς το παρόν άδειο, μέχρι να βρεθεί κάποια λύση.

Στα περίφημα Σπιτάλια

Λίγα μέτρα πιο πέρα, πάνω σε έναν μικρό κάβο, βρίσκονται τα περίφημα Σπιτάλια. Χοσπιτάλια τα έλεγαν οι παλιοί ναυτικοί, από το αγγλικό hospital, που σημαίνει νοσοκομείο. Πέντε ιδιόμορφα κολλητά κτίσματα, που χρησιμοποιούνταν ως λοιμοκαθαρτήρια.

Εκεί έμπαιναν σε καραντίνα οι ψαριανοί ναυτικοί, όταν επέστρεφαν μετά από μήνες από τα καράβια, και διέμεναν για περίπου 40 ημέρες. Όταν διαπιστωνόταν πως δεν μετέφεραν κάποια λοιμώδη ασθένεια, επέστρεφαν στα σπίτια τους. Ήταν ένας τρόπος προστασίας του χωριού από κάποια φονική επιδημία. Σήμερα, στους ανακαινισμένους χώρους των πέτρινων αυτών κτισμάτων, με τις μικρές βεράντες γύρω γύρω να ακουμπούν στο κύμα, λειτουργεί ένα υπέροχο και ειδυλλιακό εστιατόριο που αργά το βράδυ μετετρέπεται σε χώρο διασκέδασης για ντόπιους και επισκέπτες.

Στο Μοναστήρι

Μετά το μεσημέρι, ο Χρήστος προσφέρθηκε να μας μεταφέρει με το τζιπάκι του στο μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Πήραμε τον τσιμεντένιο δρόμο που ξεκινά από το λιμάνι και διασχίζει το νησί ως το βορειότερο σημείο του, και μετά από 15 χιλιόμετρα φτάσαμε πίσω από την ψηλότερη κορυφή των Ψαρών, τον Προφήτη Ηλία, που φτάνει στα 534 μέτρα υψόμετρο. Κάπου εκεί, στη βορινή πλαγιά του βουνού είναι χτισμένο το παλιό μοναστήρι. Κάποτε μετόχι του Αγίου Όρους, φέροντας όλα τα χαρακτηριστικά των Αγιορείτικων μοναστηριών, έχει τώρα πια εγκαταλειφθεί στην τύχη του.
Οι ντόπιοι όμως, πονούν αυτό το μοναστήρι, από όπου μάλιστα έγινε αντιληπτή η προσέγγιση του τουρκικού στόλου τη μαύρη εκείνη μέρα του 1824. Συγκρότησαν λοιπόν μια εθελοντική ομάδα από τέσσερις ψαριανούς, που αποτελούν την επιτροπή συντήρησης του μοναστηριού. Αυτοί οι άνθρωποι, μαζί με τις οικογένειές τους, ανεβαίνουν εδώ μια φορά την εβδομάδα τον χειμώνα και τρεις φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, και κάνουν ότι μπορούν για να το διατηρήσουν ζωντανό.

Είναι οι πρώτες μέρες του Αυγούστου και οι εργασίες στο μοναστήρι γίνονται με πυρετώδεις ρυθμούς. Η εθελοντική ομάδα καθαρίζει τους αύλιους χώρους, ασπρίζει και ετοιμάζει τα κελιά, τα οποία και θα την φιλοξενήσουν για δέκα περίπου μέρες. Δίχως ρεύμα, χωρίς τηλεοράσεις και οποιασδήποτε μορφής ανέσεων, μένει εκεί επισκευάζοντας ταυτόχρονα το μοναστήρι με όποια μέσα διαθέτει.
«Ερχόμαστε εδώ πάνω, και βοηθάμε όσο μπορούμε. Πριν τις Παναγίας μένουμε για δέκα συνεχόμενες μέρες και κοιμόμαστε στα κελιά. Κάθε οικογένεια επιλέγει και το δικό της κελί.
Μας αρέσει η ησυχία και χαιρόμαστε τη διαμονή μας εδώ»
, μας λέει ο Μάρκος Καραγιώργης, υπάλληλος της ΔΕΗ των Ψαρών.
Το μοναστήρι είναι ανοιχτό για τους επισκέπτες κάθε Κυριακή. Αξίζει πραγματικά να περιηγηθεί κανείς στους χώρους του, και να γνωρίσει πως ζούσαν οι μοναχοί που διέμεναν κάποτε εκεί. Στο παλιό τυροκομείο, στον φούρνο, την τραπεζαρία, την παλιά δεξαμενή, το πηγάδι, τον αλευρόμυλο όπου ζώνοντας τα μουλάρια άλεθαν το σιτάρι καθώς και στους εξωτερικούς χώρους όπου καλλιεργούσαν τη γη, που τους πρόσφερε την απαραίτητη αυτονομία.

Αφού μείναμε για αρκετή ώρα μέσα στην εκκλησιά που βρίσκεται στο κέντρο του μοναστηριού, παρατηρώντας τα σπάνια κειμήλια και χειρόγραφα που υπάρχουν, ακολουθήσαμε τον Μάρκο που μας οδήγησε στην εσωτερική σκάλα που βγάζει στα κελιά του δευτέρου ορόφου. Μέσα από τα μικρά παράθυρά τους, η θέα προς τις απότομες και θαλασσοδαρμένες βορινές ακτές του νησιού είναι εντυπωσιακή, ενώ το σχεδόν μόνιμα αφρισμένο πέλαγος και το ουρλιαχτό των μελτεμιών συνθέτουν ένα άγριο και ιδιαίτερα επιβλητικό τοπίο.

Λίγο πριν το σούρουπο, επιστρέψαμε στο λιμάνι και καθίσαμε σε ένα από τα δυο ταβερνάκια. Δεν αργήσαμε να γίνουμε μια μεγάλη παρέα με τους καλόκαρδους ντόπιους και σαν να γνωριζόμασταν από παλιά, σε μια πολύ ζεστή και ανθρώπινη ατμόσφαιρα κουβεντιάζαμε για τον τόπο τους.
400 άνθρωποι ζουν όλοι κι όλοι στο νησί, με τον αριθμό τους να μειώνεται χρόνο με το χρόνο.
«Η ερήμωση του νησιού μας είναι προδιαγεγραμμένη», μας λέει φανερά απογοητευμένος ο Χρήστος Βουραντάς. Γόνος οικογένειας ναυτικών, επέλεξε να ακολουθήσει κι αυτός τον ίδιο δρόμο, λείποντας για οκτώ ολόκληρους μήνες τον χρόνο από το σπίτι του, μπαρκάροντας στα λιμάνια του κόσμου.
«Όταν μεγαλώσουν τα παιδιά, φεύγουν από το νησί, πηγαίνοντας είτε στη γειτονική Χίο για ανεύρεση εργασίας είτε για σπουδές στην Αθήνα. Και συνήθως ακολουθούν και οι οικογένειές τους εγκαταλείποντας το βιός τους. Ο μόνος δρόμος για να μην εγκαταλείψουμε το νησί μας, είναι το δύσκολο επάγγελμα του ναυτικού. Γι αυτό άλλωστε οι μισοί σχεδόν κάτοικοι έχουμε γίνει ναυτικοί», και καταλήγει
«Εγώ, δεν θα εγκαταλείψω το νησί μου. Θέλω να αφήσω τα πετσιά μου στον τόπο μου. Ελπίζω να με αξιώσει ο Θεός», ενώ διακρίνεται καθαρά στο βλέμμα του η βαθιά του αγάπη για το νησί.

Κάθε χρόνο, στις 31 Ιουλίου πολλοί κάτοικοι διανύοντας τα 15 χιλιόμετρα από το λιμάνι με τα πόδια, φτάνουν στο μοναστήρι και μεταφέρουν την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας στο χωριό. Εκεί, παραμένει για μερικές μέρες και ο πατήρ Ιωακείμ, πολύ αξιόλογος άνθρωπος και αντικαταστάτης του θρυλικού παπα-Νικόλα των Ψαρών, την περιφέρει από σπίτι σε σπίτι και από καίκι σε καίκι δίνοντας την ευλογία της. Στις 6 του Αυγούστου, η εικόνα επιστρέφει στο μοναστήρι, με τον ίδιο πάλι τρόπο.

Περίπλους

Την επόμενη μέρα αποφασίσαμε να κάνουμε τον περίπλου των Ψαρών και των Αντίψαρων, εκμεταλλευόμενοι την προσωρινή ύφεση των μελτεμιών.
Πλέοντας κοντά στις ακτές, η περίμετρος των Ψαρών φτάνει τα 18νμ, ενώ των Αντίψαρων ίσα που ξεπερνά τα 6 νμ.

Δεν χρειάζεται να απομακρυνθούμε πολύ για να βρούμε όμορφες αμμουδιές. Μέσα στον όρμο των Ψαρών όπου βρίσκεται και το λιμάνι, υπάρχουν εξαιρετικές παραλίες στις οποίες μπορούμε να φτάσουμε εύκολα ακόμα και περπατώντας. Πρώτα πρώτα συναντούμε την υπέροχη και πλατιά αμμουδιά Κατσούνι, με καθαρά και ρηχά νερά, που βρίσκεται ανάμεσα στο λιμάνι και στον μικρό κάβο των παλιών λοιμοκαθαρτηρίων. Είναι η πιο πολυσύχναστη ακτή του νησιού, καθώς βρίσκεται πλάι στο λιμάνι, χωρίς όμως ιδιαίτερο συνωστισμό. Λίγο πιο πέρα, η όμορφη αμμουδιά της Αγίας Κυριακής και βέβαια η υπέροχη παραλία στα Λαζαρέτα, που βλέπει προς το νοτιά με θέα την ολόμαυρη ράχη και το απέραντο γαλάζιο. Τα κρυστάλλινα νερά και η ψιλή αμμουδιά, μας υπόσχονται μοναδικές στιγμές ξεγνοιασιάς και ξεκούρασης. Ιδανικός τόπος για να ξοδέψουμε ολόκληρη την ημέρα μας, ακόμα κι όταν λυσομανούν οι αέρηδες και είμαστε εγκλωβισμένοι μέσα στον όρμο των Ψαρών.

 

Αμέσως μετά τα Λαζαρέτα, απλώνεται η μεγαλύτερη παραλία του όρμου των Ψαρών, η Λήμνος. Στρωμένη με ψιλά βότσαλα, εκτείνεται για εκατοντάδες μέτρα από τον μικρό κάβο του Γεωργάκη δυτικά έως την Πούντα ανατολικά.
Μετά τον όρμο των Ψαρών, συναντούμε τον μικρότερο όρμο Λιμενάρια στο μυχό του οποίου βρίσκεται μια όμορφη παραλία με βαθιά νερά. Συνήθως καταλαμβάνεται από κατασκηνωτές, υπάρχει όμως ελεύθερος χώρος αν θελήσουμε να βγούμε στην ακτή.
Καβατζάροντας το ακρωτήρι του Αγίου Γεωργίου, αρχίζουμε να ανεβαίνουμε την ανατολική πλευρά των Ψαρών. Οι χαμηλοί και με ομαλές κλίσεις λόφοι της νότιας πλευράς, δίνουν τη θέση τους σε βραχώδεις και απότομες ακτές, που κάνουν το τοπίο πιο άγριο και αφιλόξενο. Μέχρι την Κοκκινόπουντα υπάρχουν αρκετές μικρές και στενές παραλίες στρωμένες με βότσαλα, ανοιχτές όμως στα μελτέμια και πρέπει να επιλέξουμε μια μέρα που η θάλασσα είναι κάλμα για να τις προσεγγίσουμε. Από την Κοκκινόπουντα έως το Πρασονήσι που βρίσκεται βορειοανατολικά, δεν υπάρχουν παραλίες ενώ οι ακτές γίνονται βαθμιαία πιο απόκρημνες. Ακριβώς απέναντι όμως από το Πρασονήσι, που βρίσκεται λίγα μέτρα από τη μεγάλη στεριά, το θέαμα είναι συγκλονιστικό. Αν είμαστε τυχεροί και δεν φυσούν οι βοριάδες θα απολαύσουμε ένα μοναδικό τοπίο. Εκπληκτικής απόχρωσης νερά, τόσο καθαρά και διαυγή, που αν και το βάθος κυμαίνεται γύρω στα επτά μέτρα, έχεις την εντύπωση πως αν απλώσεις το χέρι σου θα πιάσεις τα βότσαλα που βρίσκονται στον βυθό. Μια πολύ μικρή βοτσαλιά, όπου καταλήγει ο απόκρημνος και σχεδόν κατακόρυφα κομμένος βράχος που μας κόβει την ανάσα, μπορεί να γίνει ο ιδιωτικός μας παράδεισος.

Συνεχίζοντας την πορεία μας στη βορινή πλευρά των Ψαρών, τον πρώτο λόγο έχουν οι εντυπωσιακές βραχώδεις ακτές που ξεκινώντας από πολύ ψηλά, πέφτουν απότομα στη θάλασσα. Άγριο και επιβλητικό τοπίο, με το μοναστήρι της Παναγιάς, σαν απόρθητο φρούριο, να δεσπόζει ψηλά στις παρυφές του Προφήτη Ηλία. Προσπεράσαμε τον όρμο Βοθώνι και καβατζάροντας το ακρωτήρι Μαρκάκη μπήκαμε στον όρμο του Βάτου και σταθήκαμε για λίγο στην όμορφη αμμουδιά του. Αμέσως μετά, ανοίγεται ο μεγάλος όρμος του Κάναλου, στην ανατολική πλευρά του οποίου υπάρχουν τρεις επικίνδυνες ξέρες, αραδιασμένες σε μια νοητή ευθεία, που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή. Περάσαμε ανοιχτά από το βορειοδυτικότερο άκρο των Ψαρών, την Πούντα του Ρούσου και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τη δυτική πλευρά του νησιού. Δυο μεγάλοι όρμοι ανοίγονται μπροστά μας, οι οποίοι φιλοξενούν όμορφες παραλίες, που προστατεύονται αρκετά καλά από τους βοριάδες και μπορούμε να τις προσεγγίσουμε σχετικά εύκολα, όταν οι άνεμοι δεν ξεπερνούν τα πέντε με έξι μποφόρ.

Ο όρμος Φτελιό, βρίσκεται βορειότερα, στον οποίο καταλήγει μια μικρή εύφορη πεδιάδα πνιγμένη στις καλαμιές. Αν και με εύκολη πρόσβαση, αφού φτάνει δρόμος μέχρι την παραλία, είναι συνήθως ερημική και άδεια. Η πολύ όμορφη αυτή ακτή ιδιαίτερα στο νότιο άκρο της, είναι στρωμένη με άμμο και βότσαλα, και έχει ωραία θέα προς τις βόρειες ακτές των Αντίψαρων.
Ο όρμος του Αγ. Νικολάου, βρίσκεται νοτιότερα και είναι και ο μεγαλύτερος της δυτικής πλευράς του νησιού. Περίπου στη μέση του, και λίγα μέτρα από την ακτή βρίσκεται το Αη Νικολάκι, το μικρό νησάκι με το ομώνυμο εκκλησάκι, που στη δυτική του πλευρά περιστοιχίζεται από μικρά βραχάκια που δημιουργούν μια μικρή κυκλική «πισίνα» με πράσινα νερά.
Στη νότια πλευρά του όρμου, βρίσκεται η Λάκκα, μια από τις ομορφότερες ακτές του νησιού, που είναι όμως ανοιχτή στους βοριάδες. Στη βορινή πλευρά του όρμου, ακριβώς απέναντι από τη νησίδα Δασκαλιό, απλώνεται η όμορφη παραλία Αρχοντίκι, που προστατεύεται αρκετά καλά από τους βοριάδες. Περιοχή μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας, αφού εκεί βρέθηκαν πολλοί τάφοι της Μυκηναικής περιόδου.

Αντίψαρα

Από τον όρμο του Αγ. Νικολάου, διασχίζοντας τον δίαυλο Ψαρών-Αντίψαρων που έχει μέσο πλάτος 1,5 νμ, πλησιάσαμε στον άγονο και ακατοίκητο ορεινό όγκο των Αντίψαρων, ή αλλιώς Δίψαρα για του ντόπιους. Καταμεσής της ανατολικής του πλευράς βρίσκεται η μεγάλη παραλία του Αη Γιάννη. Στρωμένη απ’ άκρο σ’ άκρο με λεία μικρά βότσαλα, είναι μια πολύ όμορφη ακτή με κρυστάλλινα και αρκετά βαθιά νερά. Αγκυροβολήσαμε στη βορινή πλευρά της, που είναι η ομορφότερη και προστατεύεται αρκετά καλά από τους βοριάδες, κάτω από το ομώνυμο εκκλησάκι.

Με θέα προς τον Αγ. Νικόλαο των Ψαρών και την Μαύρη Ράχη, ξοδέψαμε αρκετές ώρες κολυμπώντας και εξερευνώντας τον όμορφο βυθό.

Το απογευματάκι κατευθυνθήκαμε νότια και καβατζάραμε το ακρωτήρι Τσαπί, στρέφοντας την πλώρη μας δυτικά. Χαμηλώσαμε για λίγο τις στροφές του κινητήρα και σταθήκαμε για λίγη ώρα μάλλον εξερευνητικά. Μπροστά μας, ανοιγόταν το μικρό πέρασμα, μόλις λίγων δεκάδων μέτρων, ανάμεσα στις νότιες ακτές των Αντίψαρων και των νησίδων Μεσιακό και Κατονήσι. Τα σκόρπια βράχια γύρω από τις νησίδες αυτές, μερικά από τα οποία ίσα που εξέχουν από την επιφάνεια της θάλασσας, σε συνδυασμό με τα αβαθή που υπάρχουν προς την πλευρά των Αντίψαρων, καθιστούν το πέρασμα επικίνδυνο, ιδιαίτερα όταν αρχίζει και σουρουπώνει, εκτός βέβαια αν γνωρίζουμε καλά τα νερά της περιοχής.

Στη νότια πλευρά του νησιού

Στη νότια πλευρά των Αντίψαρων, και σε μια έκταση του ενός περίπου μιλίου, απλώνονται τέσσερις μεγάλοι όρμοι στη σειρά που φιλοξενούν στα σωθικά τους εκπληκτικές παραλίες. Στεφάνι, Ψιλή Άμμος, Παπα-Αντρηά και Σκλαβολιμνιώνας είναι κατά σειρά τα ονόματά τους όπως τα προσεγγίζουμε από ανατολικά. Ακόμα και στα άκρα των μικρών χερσονήσων που χωρίζουν αυτούς του όρμους υπάρχουν υπέροχες μικρές ακτές, όπου μπορούμε να στήσουμε τον δικό μας, ιδιωτικό παράδεισο.

Παραλίες παρθένες, ανέγγιχτες από κάθε είδους ανθρώπινη παρέμβαση, με βαθιά ή πολύ ρηχά νερά, στρωμένες με άμμο ή βότσαλα, που απαγκιάζουν πολύ καλά από τα μελτέμια, και προσφέρονται ακόμα και για διανυκτέρευση, μας περιμένουν να τις ανακαλύψουμε. Αξίζει πραγματικά να διανυκτερεύσουμε εδώ. Δεν έχουμε παρά να διαλέξουμε ανάλογα με τις επιθυμίες μας. Μια βραδιά είναι αρκετή, για να νοιώσουμε πως είμαστε μόνοι πάνω στη γη, να βιώσουμε με τον καλύτερο τρόπο το μεγαλείο της ερημιάς και της απόλυτης μοναχικότητας, αφήνοντας μόνο τα δικά μας ίχνη πάνω στην λεπτόκοκκη γκρίζα αμμουδιά, καθώς περπατάμε απ’ άκρο σ’ άκρο της, γυρίζοντας επιδεικτικά την πλάτη μας στο χρόνο.
Αθεράπευτα εραστές της ναυτικής ζωής και λάτρεις της διαβίωσης στο σκάφος, με τους ερημικούς και μοναχικούς όρμους να μας μαγνητίζουν ιδιαίτερα, επιλέξαμε την Ψιλή Άμμο ως καταφύγιο και ορμητήριο μαζί.
Δεν μας απασχολούσαν οι άσχημες καιρικές προγνώσεις της επόμενης μέρας. Ήμασταν αποφασισμένοι να παραμείνουμε εδώ για όσο καιρό θα χρειαζόταν. Άλλωστε, πάντοτε έχουμε πλήρως εφοδιασμένο το φουσκωτό, σε τρόφιμα, νερά και όλα τα απαραίτητα που μας εξασφαλίζουν αυτονομία για πολλές μέρες.

Στη μοναδική Ψιλή Άμμο

Πρύμα πλώρα διπλές άγκυρες λοιπόν, για το φόβο των πολύ πιθανών ισχυρών σπιλιάδων, φτιάχνοντας ένα προσωρινό αλλά όχι πρόχειρο αγκυροβόλιο που θα μας παρείχε σιγουριά στα ρηχά νερά της Ψιλής Άμμου.
Αυτή τη φορά επιθυμούσαμε να μαγειρέψουμε και να στήσουμε το τραπέζι μας στην αμμουδιά. Βγάλαμε ένα ολόκληρο νοικοκυριό και το απλώσαμε καταμεσής της μεγάλης παραλίας. Άνοίξαμε ό,τι καρέκλες είχαμε γύρω γύρω από τα δυο πτυσσόμενα τραπεζάκια, όπου τοποθετήσαμε τα τρόφιμα, τα ποτά και τα ανοξείδωτα σκεύη μας. Λίγα μέτρα πιο πέρα, ανάψαμε φωτιά και περιμένοντας να γίνουν τα κάρβουνα, βάλαμε τα πρώτα μας ουζάκια για το καλωσόρισμα. Με τα πόδια μας να ακουμπούν στη θάλασσα, απολαμβάναμε την κάθε γουλιά, θαυμάζοντας τον ορίζοντα που σιγά σιγά βαφόταν κόκκινος από τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου. Κανένας μας δεν είχε διάθεση για κουβέντα. Ήμασταν όλοι αμίλητοι, με το βλέμμα μας στραμένο προς το πέλαγος. Λες και μας είχε υπνωτίσει κάποια αόρατη δύναμη. Τίποτα δεν μας απασχολούσε και τίποτα δεν ήταν ικανό να μας αγγίξει. Το μόνο που θέλαμε πραγματικά ήταν αυτή η ώρα, κάπου ανάμεσα οκτώ με εννιά, να διαρκούσε περισσότερο.

Η απόγειος αύρα που άρχισε δειλά δειλά να φυσά, δεν μπορούσε να διαταράξει τη γαλήνια επιφάνεια της θάλασσας, κατάφερε όμως να μας αφυπνίσει από τον προσωρινό μας λήθαργο. Όλα γύρω μας έμοιαζαν μαγευτικά. Μόνοι, στο κέντρο της απλωτής αμμουδιάς, σε μια κουκίδα γης, καταμεσής του Αιγαίου. Με τη χαρά ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας, νοιώθαμε σαν ευτυχισμένοι ναυαγοί, στον δικό μας όμως παράδεισο.
Αφού φάγαμε καλά, αδειάζοντας ταυτόχρονα αρκετά καραφάκια ούζου, περπατήσαμε για λίγα μέτρα μέσα στη θάλασσα και ανεβήκαμε στα φουσκωτά. Απλώσαμε τους υπνόσακους κάτω από τις πλωριές τέντες, ενώ κάποιοι άλλοι προτίμησαν να κοιμηθούν στους πρυμνιούς καναπέδες, σκεπασμένοι με τα λαμπερά αστέρια, που εκείνο το βράδυ έμοιαζαν να συναγωνίζονται για το ποιο θα έβγαινε το φωτεινότερο.
Τα μάτια μας άρχιζαν σιγά σιγά να ανοίγουν, αφού ο ήλιος είχε ήδη σηκωθεί πολύ ψηλά. Κυλήσαμε πάνω στα μπαλόνια και πέσαμε όπως όπως στη θάλασσα. Η γρήγορη βουτιά στα κρυστάλλινα νερά, μας τόνωσε αμέσως και μας έκανε να νοιώσουμε πολύ όμορφα. Ο αέρας λυσσομανούσε από νωρίς εκείνο το πρωινό, εμείς όμως πίναμε αμέριμνοι το καφεδάκι μας και ο μοναδικός προβληματισμός μας ήταν πως θα περάσουμε πιο όμορφα τη μέρα μας. Έτσι, ο καθένας μας αφοσιώθηκε σε ό,τι επιθυμούσε περισσότερο. Κολύμπι, ψάρεμα, διάβασμα ή απλά τίποτα απολύτως. Ατέλειωτες ώρες ηλιοθεραπείας στις μαξιλάρες του φουσκωτού, λίγες πιθαμές πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Τρεις ολόκληρες μέρες περάσαμε έτσι, που ήταν ικανές να μας αποφορτίσουν τελείως. Τρεις μέρες, που πραγματικά έμοιαζαν πολύ πολύ περισσότερες. Σαν να σβήστηκαν όλα από τη μνήμη μας, ακόμα και εκείνες οι χαραγμένες πορείες του ταξιδιού μας, που με τόση θέρμη και πάθος είχαμε σχεδιάσει καιρό πριν, άρχισαν να ξεθωριάζουν.

Για όσους ταξιδεύουν
  • Οι θάλασσες γύρω από τα Ψαρά είναι συχνά πολύ σκληρές, και πρέπει να γνωρίζουμε πως ακόμα και άνεμοι εντάσεως 5 μποφόρ, σηκώνουν μεγάλα κύματα που σε συνδυασμό με τα ισχυρά και αντίθετα ρεύματα, δεν αφήνουν εύκολα διαδρόμους για μια στρωτή πλεύση.
  • Το λιμάνι, που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού, είναι απόλυτα ασφαλές στους βοριάδες. Προτιμήστε να αγκυροβολήσετε στη βορινή πλευρά του λιμανιού, δένοντας στην ξύλινη προβλήτα που βρίσκεται εκεί, σιγουρέψτε όμως την άγκυρά σας γιατί οι σπιλιάδες κατά τη διάρκεια της νύχτας αλλά και συχνά όλη την ημέρα, πνέουν με μεγάλη ένταση.
  • Εύκολα θα βρούμε ελεύθερο χώρο για να δέσουμε στο λιμάνι, ακόμα και μεσούσης της θερινής περιόδου, καθώς η απόσταση, τα μελτέμια και οι δύσκολες θάλασσες γύρω από τα Ψαρά, κάνουν συχνά πολύ δύσκολη την προσέγγισή τους.
  • Οι καλύτερες παραλίες βρίσκονται στις νότιες ακτές των Ψαρών και Αντίψαρων, και προσφέρονται για διανυκτέρευση αφού προστατεύουν πολύ καλά από τα μελτέμια.
  • Το κοντινότερο λιμάνι για ανεφοδιασμό, είναι τα Λιμνιά της Βολισσού στη βορειοδυτική Χίο, που απέχουν 17 νμ από το λιμάνι των Ψαρών.

...keep Ribbing!

Psara Antipsara Island
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Read more