Σκύρος
Αλόννησος
Σκύρος
Αλόννησος
του Θωμά Παναγιωτόπουλου

Ανατολικά της Αλοννήσου βρίσκεται ένα σύμπλεγμα μικρών νησίδων, τα «ερημόνησα» όπως χαρακτηριστικά αποκαλούνται, που συγκροτούν μαζί με την Αλόννησο, το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο των Σποράδων που ιδρύθηκε το 1992 με κύριο σκοπό την προστασία της φώκιας Μονάχους Μονάχους.

Πρόκειται για πανέμορφα νησάκια με υπέροχες αμμουδιές, κρυστάλλινα νερά και πολύ ασφαλείς όρμους για διανυκτέρευση.

Περιστέρα

Απλωμένη κατά μήκος των ανατολικών ακτών της Αλοννήσου, από την οποία χωρίζεται με στενό δίαυλο μήκους τεσσάρων μιλίων, είναι από τις μεγαλύτερες νησίδες του συμπλέγματος που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της έντονα δαντελωτής ακτογραμμή της, που φτάνει τα 17 ναυτικά μίλια. Όμορφες παραλίες, γαλαζοπράσινα νερά, υπήνεμοι όρμοι και ασφαλή αγκυροβόλια όπου βρίσκουν καταφύγιο πολλά τουριστικά σκάφη, χαρακτηρίζουν τη μικρή αυτή νησίδα. Στα μεγάλα και προστατευμένα από κάθε καιρό φυσικά της λιμάνια, φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς στόλοι ολόκληροι, ενώ την εποχή που το Αιγαίο ήταν άντρο πειρατών, χρησιμοποιήθηκαν ως ορμητήρια δεινών κουρσάρων. Στο μέσο περίπου των δυτικών ακτών του νησιού, σχηματίζεται ο μεγάλος όρμος του Βασιλικού, μέσα στον οποίο υπάρχουν πολλές όμορφες αμμουδιές. Στη βορινή πλευρά του όρμου βρίσκεται το ομώνυμο λιμανάκι, απόλυτα ασφαλές σε κάθε καιρό, ιδανικό για διανυκτέρευση στο σκάφος. Ακριβώς απέναντι από την πολυσύχναστη Στενή Βάλα της Αλοννήσου, το λιμανάκι του Βασιλικού ξεχασμένο και απομονωμένο, χωρίς καμιά τουριστική υποδομή, ακολουθεί τον δικό του μοναχικό δρόμο. Δυο σπιτάκια πάνω στην ακτή, ένα ψηλά στο λόφο και τρία τέσσερα χωμένα κάτω από τις αιωνόβιες συκιές και τα λιόδεντρα, αποτελούν τον μικρό και πολύ παλιό οικισμό του Βασιλικού. Στη δυτική πλευρά του όρμου, βρίσκονται τρία μικρά τσιμεντένια ντοκάκια όπου μπορούμε να δέσουμε πλάι στα βαρκάκια των λιγοστών κατοίκων. Δυο τρεις γέροντες, που παραμένουν εδώ σχεδόν όλο το χρόνο, κρατούν ζωντανό τον ερημικό κατά τα άλλα μικρό αυτόν τόπο, αρνούμενοι πεισματικά να εγκαταλείψουν τα πατρικά τους σπίτια και να μετακομίσουν στη γειτονική Αλόννησο. Ασχολούνται με την κτηνοτροφία και λιγότερο με την αλιεία, χρησιμοποιώντας τα καλοδιατηρημένα βαρκάκια τους κυρίως για να πετάγονται ως τη Στενή Βάλα ή το Πατητήρι για τις απαραίτητες προμήθειές τους. Το καλοκαίρι το μικρό λιμανάκι ζωντανεύει περισσότερο, από τους ιδιοκτήτες των υπόλοιπων σπιτιών του οικισμού, αλλά και από τα τουριστικά σκάφη που βρίσκουν καταφύγιο εδώ.

Χωρίς να προσπαθήσουμε πολύ, επιστρατεύοντας μονάχα λίγη από την καλή μας διάθεση, θα έρθουμε εύκολα σε επαφή με τους ντόπιους οι οποίοι πρόθυμα θα μας διηγηθούν απίθανες ιστορίες για τον τόπο τους και τα γύρω μικρονήσια. Ιστορίες για πειρατές, ληστές και κουρσάρους, για κρυμμένους θησαυρούς, στους οποίους οδηγούν παλιοί χάρτες, σχεδιασμένοι με το χέρι. Ιστορίες, που διαβάζουμε πλέον μόνο στα παραμύθια και δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμένες. Μια απ΄αυτές τις ιστορίες μας διηγήθηκε ο μπαρμπα Μήτσος, για τον ξακουστό λήσταρχο Στέφανο που ζούσε στην ψηλότερη κορυφή της Περιστέρας, «του Στεφανή» όπως λέγεται και σήμερα, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το χωριό του Βασιλικού. Εκεί ψηλά λοιπόν, είχε το σπίτι του ο περίφημος ληστής και επόπτευε ολόκληρο το πέλαγος. Όταν πλησίαζε κάποιο καράβι και έμπαινε στον όρμο του Βασιλικού για να βρει καταφύγιο, κατέβαινε από το βουνό, έπαιρνε τη βάρκα του και αρματωμένος καταλήστευε τους επιβαίνοντες. Ήταν τέτοια η φήμη του εκείνη την εποχή, που πολλοί καπετάνιοι απέφευγαν να διανυκτερεύουν στο Βασιλικό. Λίγο χαμηλότερα από την κορυφή του Στεφανή, υπάρχει μια πηγή με καταπληκτικό νερό. Αξίζει τον κόπο να πάρετε το μοναπάτι που ξεκινά από τη νότια πλευρά του όρμου Βασιλικού, και να ανηφορήσετε προς την πηγή. Η όμορφη διαδρομή μέσα από την πυκνή βλάστηση και η θέα προς το πέλαγος και την κυρά Παναγιά θα σας αποζημιώσουν απλόχερα.
Κάπου εκεί κοντά, κατά μήκος της κορυφογραμμής, τρέχει και το παλιό μονοπάτι που συνδέει το Βασιλικό με τον δεύτερο μεγάλο όρμο του νησιού, το Περιστέρι, που βρίσκεται στη νότια πλευρά του. Σε πολλά σημεία του όμως, έχει δασωθεί τόσο πολύ, που δύσκολα θα μπορέσουμε να το περπατήσουμε ως το τέλος του. Το Περιστέρι, είναι ένας βαθύς όρμος, πολύ ασφαλές φυσικό λιμάνι, όπου βρίσκουν καταφύγιο πολλά σκάφη. Λίγα μόνο σπιτάκια υπάρχουν στην ακτή, που φιλοξενούν κατά καιρούς τους ιδιοκτήτες τους, όταν έρχονται για να περιποιηθούν τα λιόδεντρα ή να μαζέψουν τον καρπό τους.

Μείναμε για αρκετές μέρες στην Περιστέρα, και αφού εξερευνήσαμε κάθε μικρό ή μεγάλο όρμο της, κάποιο πρωινό αφήναμε πίσω μας το Παλιοφάναρο και βάλαμε πλώρη βορειότερα.

Κυρά Παναγιά

Η αρχαία Αλόννησος και αργότερα Πελαγονήσι, είναι το μεγαλύτερο σε έκταση από τα μικρονήσια, με περίμετρο 12 νμ, και βρίσκεται βορειοανατολικά της Αλοννήσου σε απόσταση μικρότερη των τεσσάρων μιλίων, από το ακρωτήρι του Γέρακα. Ιδιοκτησία της Μονής της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους από το 963 μ.Χ., χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ως πηγή προμηθειών των μοναστηριών του Αγίου Όρους σε κρέας, λάδι και μέλι. Στην ανατολική πλευρά του νησιού, στο νότιο άκρο ενός ανοιχτού όρμου, χτισμένο πάνω σ’ ένα μικρό λόφο με όμορφη θέα προς τα Γιούρα και το πέλαγος, βρίσκεται το μοναστήρι της Κυρά Παναγιάς, απ’ όπου πήρε και το όνομά της η μικρή αυτή νησίδα. Δέσαμε στα λεία βράχια της ακτής, ανεβήκαμε τα σχεδόν κατακόρυφα σκαλοπάτια και πήραμε το ανηφορικό μονοπάτι που σε λίγα λεπτά μας έβγαλε στην είσοδο του μοναστηριού. Μας υποδέχθηκε ο μοναδικός μοναχός που ζει σήμερα εκεί, και αφού καθήσαμε για λίγο στις πεζούλες της παλιάς εκκλησίας, που βρίσκεται στην εσωτερική βοτσαλωτή αυλή, κάτω από την πυκνή σκιά της κληματαριάς, μας ξενάγησε στους χώρους της μονής. Στο παλιό λιοτρίβι, στο πατητήρι, στον αλευρόμυλο και στους φούρνους που διατηρούνται σε άριστη κατάσταση, ενώ στο δεύτερο όροφο του μοναστηριού επισκεφθήκαμε τους λιγοστούς κοιτώνες των μοναχών. Διάσημη και πολυσύχναστη η Κυρά Παναγιά, κυρίως για τους δυο πολύ ασφαλείς φυσικούς όρμους που σχηματίζονται στα σωθικά της. Ο Πλανήτης στα βόρεια και ο Άγιος Πέτρος νοτιοδυτικά.

Ο Πλανήτης, ένας μεγάλος «κλειστός» όρμος, είναι το πιο ασφαλές φυσικό λιμάνι που συναντούμε στα νησιά του Αιγαίου, με προστασία από όλους τους καιρούς. Η είσοδός του βλέπει βορειοανατολικά και, με μήκος γύρω στα 500 μέτρα και στενότερο σημείο που φτάνει περίπου τα 50 μέτρα, μας οδηγεί μέσα σε μια μεγάλη «λιμνοθάλασσα» με καταπράσινα νερά, ιδανικό αραξοβόλι για διανυκτέρευση στο σκάφος. Στην ανατολική πλευρά του όρμου, όπου η θάλασσα είναι πάντα λάδι, βρίσκεται ένα μονόχωρο σπιτάκι, που το έφτιαξαν ψαράδες για να διαμένουν όποτε αποκλείονται από τον καιρό. Στη μικρή βεράντα του, μπορούμε να στήσουμε το τραπεζάκι μας και να μαγειρέψουμε, περνώντας πολύ όμορφες στιγμές. Μόνοι στα σωθικά μιας μοναχικής νησίδας.
Ο όρμος του Αγίου Πέτρου είναι απόλυτα ασφαλής στους βοριάδες και προσβάλλεται μόνο από δυτικούς και νοτιοδυτικούς ανέμους. Μπαίνοντας από τη φαρδιά είσοδό του, η δυτική πλευρά της οποίας «κλείνει» από τη νησίδα της Φαγκρούς, ανοίγεται μπροστά μας ο μεγάλος όρμος. Μέσα σ΄ αυτόν βρίσκονται τέσσερις μικρότεροι κόλποι που καταλήγουν σε όμορφες βοτσαλωτές ακτές. Δεν είναι όμως οι ακτές, αυτές που είναι υπεύθυνες για τη γοητεία που ασκεί πάνω μας τούτος ο τόπος, αλλά τα υπέροχα νερά που σε πολλά σημεία τους σχηματίζουν καταπληκτικές φυσικές πισίνες πλάι στα πολυσχιδή κοφτερά βράχια. Οι δύο από τους τέσσερις κόλπους βρίσκονται στην ανατολική πλευρά του όρμου του Αγίου Πέτρου. Πρώτα συναντούμε τον μακρόστενο όρμο Στενή, όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται, ο οποίος καταλήγει σε μια μικρή βοτσαλωτή ακτή. Ακριβώς από πάνω σχηματίζεται ο μεγαλύτερος κόλπος του Κάμπου. Στη βορινή πλευρά του βρίσκεται η όμορφη βοτσαλωτή ακτή Κόκκινα, όπως εύστοχα ονομάζεται λόγω του ερυθρού χρώματος των χαμηλών βράχων που την περικλείουν, ενώ στη νότια πλευρά του υπάρχει ένας μικρός ντόκος για τις ανάγκες του μοναστηριού.
Οι άλλοι δύο μικροί κόλποι βρίσκονται στη βορινή πλευρά του όρμου του Αγίου Πέτρου. Ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι ο όρμος της Κυράς, ο οποίος αναγνωρίζεται εύκολα από τη στρογγυλή νησίδα που βρίσκεται στην είσοδό του. Δυτικότερα από τον όρμο της Κυράς βρίσκεται ο στενότερος όρμος του Σταματάκη, στο μυχό του οποίου σχηματίζεται μια όμορφη μικρή παραλία.
Αν έπρεπε να επιλέξω το ιδανικότερο ορμητήριο ανάμεσα στον Άγιο Πέτρο και τον Πλανήτη, τότε χωρίς κανέναν ενδοιασμό θα διάλεγα τον όρμο του Αγίου Πέτρου για δύο κυρίως λόγους. Πρώτα πρώτα στον Άγιο Πέτρο δεν κινδυνεύουμε να εγκλωβιστούμε από τα μελτέμια, ενώ στον Πλανήτη είναι πιθανόν να συμβεί αυτό. Όταν η ένταση των μελτεμιών ξεπερνά τα 6 μποφόρ είναι πολύ δύσκολο να βγούμε από τη στενή είσοδο του Πλανήτη που βλέπει στο βορρά, ενώ ήμαστε αναγκασμένοι να ορτσάρουμε για μερικά μίλια μέχρι να βάλουμε τον καιρό στην πρύμνη μας. Αντίθετα, αν βρισκόμαστε στον Άγιο Πέτρο μπορούμε εύκολα να μπούμε στο στενό Αλοννήσου-Περιστέρας, έχοντας τον καιρό πρύμα, και να κατευθυνθούμε προς το Βασιλικό, τη Στενή Βάλα ή το Πατητήρι. Ο δεύτερος και εξίσου σημαντικός λόγος αφορά την ποιότητα των νερών του όρμου του Αγίου Πέτρου, η οποία δεν συγκρίνεται με αυτή του Πλανήτη, όπου τα νερά είναι αρκετά θολά. Ιδιαίτερα τα νερά των ορμίσκων της Κυράς και του Σταματάκη που βρίσκονται στη βορινή πλευρά του όρμου του Αγίου Πέτρου, είναι καταπληκτικά και προσφέρονται για κολύμπι. Σε αυτούς τους δύο ορμίσκους άλλωστε είναι προτιμότερο να αγκυροβολήσουμε αλλά και να διανυκτερεύσουμε, αφού εδώ η θάλασσα είναι αρυτίδωτη, σε αντίθεση με τον όρμο του Κάμπου και της Στενής όπου συνήθως βγάζει έναν ενοχλητικό κοντό κυματισμό.

Στην ενδοχώρα

Πέρα όμως από τους παραπάνω λόγους, διαμένοντας στον όρμο του Αγίου Πέτρου έχουμε ακόμα μία πολύ όμορφη και ενδιαφέρουσα επιλογή: να περπατήσουμε στα ευδιάκριτα μονοπάτια που συνδέουν μεταξύ τους τα σημαντικότερα σημεία του νησιού και να γνωρίσουμε την όμορφη ενδοχώρα της Κυρά Παναγιάς. Από το μυχό του όρμου του Κάμπου ξεκινά μια εύφορη πεδιάδα με λιόδεντρα που διακρίνεται πολύ καθαρά από μακριά. Αριστερά από τα λιόδεντρα τρέχει φαρδύς χωματόδρομος που σε λιγότερο από 15 λεπτά μας βγάζει σε ένα μικρό οικιστικό σύνολο από κελλιά και μεγάλες αποθήκες. Στα κελλιά αυτά φιλοξενούνται κατά καιρούς αρκετοί εργάτες, οι οποίοι διαμένουν για μερικές εβδομάδες στην Κυρά Παναγιά. Άλλοι από αυτούς συντηρούν το μοναστήρι και άλλοι ασχολούνται με τα εκατοντάδες κατσίκια που ζουν ελεύθερα στο νησί. Μόνο ένας όμως μένει όλο το χρόνο στον άτυπο μικρό οικισμό και μαζί με το μοναχό του μοναστηριού αποτελούν τους μοναδικούς μόνιμους κατοίκους της Κυρά Παναγιάς. Αυτή τη χρονιά, υπεύθυνος για τη συντήρηση των κελλιών, με κύρια όμως ασχολία την τροφή και το πότισμα των κατσικιών, ήταν ο Λούης από τη Σενεγάλη. Κατά έναν τρόπο, σε αυτόν οφείλεται και η διατήρηση των μονοπατιών, αφού κάθε μέρα τα διασχίζει με τα μουλάρια του και κατευθύνεται προς τις «παγίδες» για τα κατσίκια που είναι διάσπαρτες στο νησί. Οι «παγίδες» αυτές είναι μικροί περιφραγμένοι χώροι από ξερολιθιά ή συρματόπλεγμα, όπου οδηγούνται τα κατσίκια για να πιούν νερό, να μαρκαριστούν ή να φορτωθούν στα καράβια. Ο μικρός οικισμός του Κάμπου αποτελεί το κομβικό σημείο των μονοπατιών. Αν πάρουμε το μονοπάτι που κατευθύνεται ανατολικά, σε μια ώρα περίπου θα φτάσουμε στο μοναστήρι της Κυρά Παναγιάς που βρίσκεται στα μέσα των ανατολικών ακτών του νησιού. Στην περίπτωση μάλιστα που ο καιρός δεν μας επιτρέπει να δέσουμε στα βράχια που βρίσκονται ακριβώς κάτω από το μοναστήρι, ο μόνος τρόπος για να το επισκεφθούμε είναι να δέσουμε στο ντόκο που βρίσκεται στον όρμο του Κάμπου και από εκεί να πάρουμε τον χωματόδρομο που μετά από λίγο γίνεται μονοπάτι. Από τον μικρό οικισμό του Κάμπου μπορούμε να φτάσουμε και στον Πλανήτη. Ο χωματόδρομος μας οδηγεί ως τα Κόκκινα, από όπου ξεκινά το μονοπάτι που έχει κατεύθυνση δυτική και τρέχει παράλληλα και πλάι στη θάλασσα, στη βορινή πλευρά του όρμου του Κάμπου. Στη συνέχεια περνά πάνω από τη βοτσαλωτή ακτή του όρμου της Κυράς και μετά από λίγο συνεχίζει με βορινή κατεύθυνση προς τον Πλανήτη. Βέβαια, αν θελήσουμε να περπατήσουμε από τον όρμο του Αγίου Πέτρου ως τον Πλανήτη είναι προτιμότερο να αγκυροβολήσουμε στον ορμίσκο της Κυράς. Εντοπίζοντας εύκολα το μονοπάτι που περνά πάνω από την ακτή, κατευθυνόμαστε δυτικά και σύντομα θα βγούμε σ΄ ένα μικρό ύψωμα από όπου στα αριστερά μας διακρίνεται καθαρά ο στενόμακρος ορμίσκος της Βρωμοπηγάδας που βρίσκεται στις δυτικές ακτές του νησιού. Κατεβαίνοντας για λίγα μέτρα θα βρεθούμε μέσα στη ρεματιά και διασταυρωνόμαστε με έναν ψηλό φράχτη που ξεκινά από τον όρμο της Βρωμοπηγάδας και φτάνει ως τον Πλανήτη. Κατευθυνόμαστε δεξιά, από όπου το μονοπάτι τρέχει παράλληλα με τον φράχτη και αφού διασχίσουμε μια μεγάλη πεδιάδα και ένα δάσος από κουμαριές βγαίνουμε πολύ εύκολα στην ανατολική πλευρά του Πλανήτη. Το μονοπάτι από τον ορμίσκο της Κυράς ως τον Πλανήτη δεν ξεπερνά τα τέσσερα χιλιόμετρα, είναι βατό και ευδιάκριτο, χαρίζοντάς μας μια απολαυστική διαδρομή.

Γιούρα

Μόλις 2νμ βορειοανατολικά από την Κυρά Παναγιά, ορθώνεται ο επιβλητικός ορεινός όγκος της νησίδας Γιούρα, που φτάνει στα 570 μέτρα ύψος. Αρκετά μεγάλη σε έκταση και περίμετρο περίπου τα 11νμ, χαρακτηρίζεται για τις πολύ απόκρημνες και βραχώδεις ακτές της, χωρίς υπήνεμους όρμους για διανυκτέρευση. Η μοναδική παραλία βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού, δυτικά από τον κάβο Πνιγμένου, αλλά για να την απολαύσουμε πρέπει να επιλέξουμε μια μέρα που θάχουν κοπάσει οι βοριάδες. Στρωμένη με άμμο και λευκά βότσαλα, όπου καταλήγουν οι απόκρημνες πλαγιές, διαθέτει καταπληκτικά νερά που σίγουρα δεν θα μας αφήσουν αδιάφορους. Στη δυτική πλευρά και στη μέση περίπου της νησίδας, σχηματίζονται όμορφες σπηλιές με υπέροχα νερά για κολύμπι και εξερεύνηση.

Τα μοναδικά σημεία πρόσβασης στο νησί, βρίσκονται στη νοτιοανατολική χερσόνησο, στο διάσελο της οποίας είναι χτισμένο το μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Υπάρχουν δυο μικρά τσιμεντένια ντοκάκια, ένα στη βορινή πλευρά της χερσονήσου και ένα στη νότια, λίγο πριν το μυχό του όρμου Μεγάλη Βάλα, απ’ όπου ξεκινούν τα καλοδιατηρημένα μονοπάτια που οδηγούν ψηλά στο μοναστήρι. Δέσαμε στο μικρό τσιμεντένιο ντοκάκι της Μεγάλης Βάλας, κάτω από τα απότομα κοκκινωπά βράχια της ακτής. Τα νερά εδώ είναι βαθιά και η αγκυροβολία αρκετά δύσκολη, αφού δέκα μόλις μέτρα από την ακτή το βάθος φτάνει τα σαράντα μέτρα. Στην αρχή του μονοπατιού, είναι χτισμένο ένα μικρό πέτρινο εκκλησάκι, αφιερωμένο στη μνήμη του Οσίου Ιερόθεου του Ιβηρίτη, ο οποίος μόνασε στα Γιούρα τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του. Πάνω από το εκκλησάκι, υπάρχουν δυο μεγάλες σπηλιές με μεγάλα ανοίγματα και απεριόριστη θέα προς τη θάλασσα. Πήραμε το ανηφορικό φιδωτό μονοπάτι, που ανεβαίνει σχεδόν κατακόρυφα στα απόκρημνα βράχια, και μέσα από ένα άγριο και κακοτράχαλο τοπίο, βγήκαμε σε λίγα λεπτά σ’ ένα μεγάλο οροπέδιο. Η ανάβαση είναι μια πραγματική εμπειρία, ενώ το φαινομενικά δύσβατο μονοπάτι περπατιέται αρκετά εύκολα. Από ψηλά, η θέα προς το πέλαγος είναι μαγευτική. Προχωρήσαμε στο σχεδόν επίπεδο τώρα μονοπάτι και σε λίγα λεπτά ανικρύσαμε έναν μικρό «οικισμό». Πίσω από ένα εγκαταλελειμμένο σπιτάκι, βρίσκεται ο περιφραγμένος χώρος μέσα στον οποίο δεσπόζει η ελληνική σημαία και η μικρή εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αμέσως μετά υπάρχουν τρία μικρά σπιτάκια που κάποτε φιλοξενούσαν τους μοναχούς που ζούσαν εδώ. Όλα είναι τόσο καλά διατηρημένα που μαρτυρούν την ύπαρξη ζωής. Οι ασπρισμένοι τοίχοι, τα φρεσκοβαμένα πορτοπαράθυρα, τα κλαδεμένα δέντρα και οι περιποιημένες κληματαριές που εξασφαλίζουν πυκνή σκιά, κάτω από την οποία βρίσκονται οι πάγκοι με τα τραπεζάκια. Ξαποστάσαμε για αρκετές ώρες στον υπέροχο περίβολο της εκκλησίας, βυθισμένοι σε μια γλυκειά μοναξιά, μαγεμένοι από ένα μοναδικό σκηνικό, όπου καφρεφτίζεται όλο το μεγαλείο του λιτού και απέριτου ελληνικού νησιωτικού τοπίου. Όπως μάθαμε αργότερα, εδώ διαμένουν οι φύλακες της Δασικής Υπηρεσίας, που έρχονται συχνά στα Γιούρα με σκοπό την προστασία του σπάνιου είδους αγριοκάτσικων, που μοιάζουν με ζαρκάδια και ζουν στο νησί από τα αρχαία χρόνια. Ανατολικά και πολύ κοντά από το μοναστήρι, βρίσκεται η περίφημη σπηλιά του Πολύφημου, του Κύκλωπα που τύφλωσε ο Οδυσσέας κατά τον Όμηρο.

Ψαθούρα

Αφήνοντας πίσω μας τα Γιούρα, βάλαμε πλώρη για την Ψαθούρα, το βορειότερο από τα ερημόνησα, 4 νμ πιο πάνω. Από όποια πλευρά κι αν πλησιάσει κανείς τη μικρή αυτή νησίδα, δύσκολα θα την διακρίνει και μόνο από πολύ κοντινή απόσταση γίνεται ορατό το περίγραμμά της, που βρίσκεται στο επίπεδο του ορίζοντα. Είναι μια πολύ χαμηλή και επίπεδη λωρίδα στεριάς, σαν μια απλωμένη «ψάθα» στην επιφάνεια της θάλασσας, που εύκολα θα προσπερνούσαμε χωρίς να την αντιληφθούμε, αν δεν υπήρχε ο όμορφος πετρόχτιστος φάρος της, που ορθώνεται στα 26 μέτρα ύψος και διακρίνεται από μακριά.

Πολλές φορές, και ιδιαίτερα σε συνθήκες έντονου κυματισμού, η Ψαθούρα δεν φαίνεται καθόλου και ο ψηλός φάρος μοιάζει να αναδύεται, σαν μια μεγάλη κολώνα, από τα βάθη της θάλασσας. Είναι ένα ηφαιστειογενές νησάκι, με περίμετρο λίγο μεγαλύτερη των δύο ναυτικών μιλίων, με βραχώδεις ακτές και πολύ ρηχά νερά σε μεγάλη έκταση γύρω του. Στο μεγαλύτερό του τμήμα, είναι σκεπασμένο με χαμηλή αλλά πολύ πυκνή βλάστηση, που κάνει αδύνατη την προσπέλασή μας. Η μοναδική παραλία βρίσκεται στη νότια πλευρά, ακριβώς απέναντι από τον βορινό κάβο των Γιούρων, και είναι μια από τις μαγευτικότερες ολόκληρου του Αιγαίου. Βγαλμένη από τροπικούς παραδείσους, με ρηχά γαλαζοπράσινα νερά και ολόλευκη ψιλή άμμο, σπαρμένη με μικρά λευκά κρινάκια που δεν συναντούμε πουθενά αλλού. Τα μικρά και στρόγγυλα ηφαιστειογενή βράχια, σαν μαύρες μπάλες που βρίσκονται διάσπαρτες στα δυο άκρα της αμμουδιάς, μόλις που εξέχουν από την επιφάνεια του νερού και προχωρώντας για αρκετά μέτρα προς τη θάλασσα περικλείουν τον μικρό όρμο, προστατεύοντάς τον και εξαφανίζοντας και αυτό ακόμα το ρυτίδιασμα της θάλασσας, δημιουργώντας μια εκπληκτική φυσική πισίνα. Πολύ κοντά στις νότιες ακτές του νησιού, και σε βάθος μεταξύ 15 και 20 μέτρων, υπάρχουν ερείπια αρχαίας βυθισμένης πόλης, που ανακάλυψαν Καλύμνιοι ψαράδες.
Η απόλυτη γαλήνη που επικρατούσε, μας επέτρεψε να διανυκτερεύσουμε στον υπέροχο αυτό όρμο, και σε συνδυασμό με το φεγγάρι που γέμιζε, ζήσαμε μια από τις μαγευτικότερες βραδιές μας. Ένας αλλιώτικος κόσμος, πέρα για πέρα παραμυθένιος. Στη γυαλισμένη επιφάνεια της θάλασσας, ορθώνονταν επιβλητικά οι ορεινοί όγκοι των νησίδων Πιπέρι, Γιούρα και Κυρά Παναγιά, ενώ λίγο δυτικότερα διακρινόταν καθαρά η Αλόννησος και η Σκόπελος.
Είχαμε μείνει για πολλή ώρα μαγεμένοι, πιστεύοντας πως βλέπαμε μια παραμυθένια φωτογραφία, ώσπου τα πλευρικά φώτα πέντε ή έξι ψαροκάικων στη σειρά, που εμφανίστηκαν και κινούνταν σιγά σιγά μέσα σ’ αυτό το κάδρο, μας «ξύπνησαν» και μας έκαναν να καταλάβουμε πως δεν ζούμε ένα παραμύθι αλλά μια ονειρική πραγματικότητα. Φουντάρισαν λίγα μέτρα μπροστά μας, και αποτελώντας πλέον κι αυτά μέρος της μαγικής φωτογραφίας, μας κράτησαν συντροφιά ολόκληρο το βράδυ αφήνοντάς μας ξανά βυθισμένους στο παραμύθι μας. Ο ήλιος είχε ανέβει αρκετά ψηλά, η ζέστη έγινε έντονη μέσα στην πλωριά τέντα, μα κανείς δεν έλεγε να κουνηθεί από τη θέση του. Απολαμβάναμε το γλυκό νανούρισμα, καθώς το φουσκωτό λικνιζόταν απαλά στα κυματάκια της πρωινής μπουκαδούρας. Κάποια στιγμή, απρόθυμα και με τα μάτια μισόκλειστα, ξεπροβάλαμε από την πλωριά τέντα και χωρίς δεύτερη σκέψη βουτήξαμε στα κρυστάλλινα νερά. Αφού απολαύσαμε για αρκετές ώρες την παραδεισένια αμμουδιά της Ψαθούρας, κατευθυνθήκαμε στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού και δέσαμε στο δυσδιάκριτο μικρό ντοκάκι. Από εδώ ξεκινήσαμε για να επισκεφθούμε τον επιβλητικό φάρο, που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πέρα. Χτισμένος από ντόπια ηφαιστειακή πέτρα, είναι από τους ψηλότερους και εντυπωσιακότερους, ολόκληρου του φαρικού δικτύου της χώρας μας. Σ’ αυτό το μικρό ντοκάκι, μέχρι το 1987, τότε που ο φάρος λειτουργούσε με πετρέλαιο, έπιανε το καίκι από την Αλόννησο και ανεφοδίαζε τους δυο φαροφύλακες κάθε 15 μέρες. Κι όταν λυσομανούσε ο βοριάς, ο ανεφοδιασμός ήταν πολύ δύσκολος καθώς το καίκι θαλασσοδέρνονταν για πολλές ώρες ώσπου τελικά να βγει στην παραλία της νότιας πλευράς του νησιού. Από εκεί, οι προμήθειες μεταφέρονταν με τα πόδια από το μονοπάτι που ξεκινά από το δυτικό άκρο της αμμουδιάς. Πιπέρι Είναι το ανατολικότερο και πιο απομακρυσμένο από τα ερημόνησα, με περίμετρο που φτάνει τα 6 νμ. Αποτελεί τον πυρήνα του Θαλάσσιου Πάρκου των Σποράδων και απαγορεύεται η προσέγγιση στο νησί σε ακτίνα μικρότερη των τριών ναυτικών μιλίων. Το μεγαλύτερο μέρος του, είναι κατάφυτο από πεύκα που κατεβαίνουν ως τη θάλασσα. Είναι αλίμενο νησί, και η μοναδική οδός πρόσβασής του, βρίσκεται στον μικρό ορμίσκο της νότιας πλευράς. Εκεί υπάρχει ένα μικρό ντοκάκι, από όπου ξεκινά το μονοπάτι που βγάζει στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής. Στην καλοχτισμένη εκκλησία του, υπήρχε μια καταπληκτική εικόνα της Παναγίας, η οποία σε κοιτούσε στα μάτια σε όποιο σημείο κι αν στεκόσουν. Λέγεται πως πριν από πολλά χρόνια, 40 μαθητές από τη Θεσσαλονίκη μαζί με τον δάσκαλό τους ξεκίνησαν να πάνε εκδρομή στις Σποράδες, με ένα καίκι. Στην πορεία, τους έπιασε μεγάλη θαλασσοταραχή και για αρκετές μέρες τους παρέσερναν τα θεόρατα κύματα. Μην έχοντας καμιά ελπίδα σωτηρίας, ορκίστηκαν πως αν έβγαιναν ζωντανοί, σε οποιοδήποτε σημείο τους έβγαζε η θάλασσα, θα έμεναν για το υπόλοιπο της ζωής τους και θα γινόταν καλόγεροι. Πραγματικά, τους ξέβρασε η θάλασσα στο Πιπέρι, όπου τελικά κρατώντας τον όρκο τους, έζησαν για το υπόλοιπο της ζωής τους. Έχτισαν εκεί την εκκλησία, ενώ ακόμη και σήμερα σώζονται τα 40 κελιά στη σειρά, όπου μονάσανε.

Σκάντζουρα

Είναι το νοτιότερο νησί του Θαλάσσιου Πάρκου των Σποράδων, με περίμετρο που φτάνει τα 9 νμ. Απέχει 10 νμ από τη Στενή Βάλα της Αλοννήσου και στη δυτική του πλευρά βρίσκονται διάσπαρτες πολλές μικρές βραχονησίδες. Τα Σκάντζουρα από μόνα τους αποτελούν έναν πολύ ενδιαφέρον προορισμό, αλλά και έναν υπέροχο σταθμό ξεκούρασης και διανυκτέρευσης, αν κατευθυνόμαστε προς το νότο.

Διαθέτει δυο πολύ όμορφα φυσικά λιμανάκια στη νοτιοδυτική πλευρά του, όπου μπορούμε να διαμείνουμε απολαμβάνοντας τα υπέροχα νερά τους.

Το Λιαδρομίτικο, που είναι και το κυρίως φυσικό λιμάνι του νησιού και βρίσκεται στη βορινή πλευρά της αρχής της χερσονήσου που καταλήγει στο ακρωτήρι Κόρακας.
Μέσα στον όρμο, που βλέπει δυτικά, σχηματίζονται δυο μικρά κολπάκια. Ένα στη βορινή πλευρά του, στο μυχό του οποίου σχηματίζεται μια όμορφη παραλία και ένα στη νότια πλευρά του, όπου συνήθως διανυκτερεύουν οι ψαράδες της περιοχής. Μπορούμε να διανυκτερεύσουμε εδώ με μεγάλη ασφάλεια, αφού και τα δυο κολπάκια παρέχουν πολύ καλή προστασία από τα μελτέμια. Προσοχή χρειάζεται μόνο, στους δυτικούς ανέμους, ενώ όταν φυσά ο μαίστρος είναι προτιμότερο να δέσουμε στη νότια πλευρά της νησίδας Παραός (Πράσσο), που βρίσκεται ακριβώς απέναντι και κόβει εντελώς. Το δεύτερο φυσικό λιμανάκι, η Χαρουπιά, βρίσκεται στη νότια πλευρά της ίδιας χερσονήσου και αποτελεί ένα από τα ομορφότερα σημεία των Σποράδων.

Είναι ένας στενόμακρος όρμος, που καταλήγει σε μια πολύ μικρή, σχεδόν «ιδιωτική» αμμουδιά. Το μαγευτικό τιρκουάζ χρώμα των νερών, προνόμιο συνήθως του Ιονίου που σπάνια συναντούμε στο Αιγαίο, και οι εκπληκτικές αποχρώσεις του μπλε ανάλογα με τη θέση του ήλιου στον ορίζοντα, συνιστούν ένα μοναδικό σκηνικό που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για σχόλια, παρά μόνο για αυθόρμητα επιφωνήματα. Είναι ένα από τα πιο αγαπημένα μας μέρη, το οποίο προτιμούμε για διανυκτέρευση, απολαμβάνοντας το πρωινό μας ξύπνημα στα μαγευτικά νερά, αν και κάποιες φορές όταν φυσούν δυνατοί βοριάδες, η ρεστία που μπαίνει στο μικρό μας καταφύγιο είναι αρκετά ενοχλητική.

Στο μοναστήρι

Ένα πρωινό, είχαμε αποφασίσει να επισκεφθούμε το παλιό και ερειπωμένο πια μοναστήρι που βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο του νησιού, στα 107 μέτρα υψόμετρο. Στη δυτική πλευρά του νησιού, λίγο βορειότερα από τη νησίδα του Παραού, βρίσκεται ο όρμος Ταρσανάς, όπου παλιότερα οι καλόγεροι τραβούσαν τις βάρκες τους έξω. Δέσαμε στα χαρακτηριστικά κυβόσχημα βράχια και με τα σακίδια στους ώμους, ανηφορίσαμε στο δασωμένο πια μονοπάτι, που σε είκοσι λεπτά περίπου μας έβγαλε στα μισογκρεμισμένα πέτρινα κτίσματα του μοναστηριού. Είναι μια υπέροχη διαδρομή, πνιγμένη στο πράσινο, γεμάτη κυρίως με κέθρα, αγριελιές και κουμαριές. Από ψηλά, η θέα προς την Αλόννησο και την Σκύρο είναι εκπληκτική. Περιπλανηθήκαμε στη μικρή εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, που είναι και η πιο καλοδιατηρημένη, καθώς και στο εσωτερικό των ετοιμόρροπων κτισμάτων, που φέρουν έντονα τα σημάδια της εγκατάλειψης. Πάνε αρκετά χρόνια, από τότε που αναγκάστηκε ο μπαρμπα Μήτσος, ο μοναδικός κάτοικος για περίπου είκοσι χρόνια, να εγκαταλείψει το νησί. Το είχε νοικιασμένο από το Άγιο Όρος, ως βοσκότοπο για τα κατσίκια του και διέμενε μόνιμα και ολομόναχος στο νησί, συντηρώντας παράλληλα ολόκληρο το μοναστήρι. Τα καραβάκια από την Αλόννησο, έφερναν συνεχώς επισκέπτες στα Σκάντζουρα, και ο μπαρμπα Μήτσος αναλάμβανε την ξενάγησή τους στους χώρους του μοναστηριού. Από τότε όμως που τον απομάκρυναν, τα καραβάκια έπαψαν να φέρνουν κόσμο, το μονοπάτι κινδυνεύει να χαθεί μέσα στην πυκνή βλάστηση και τα κτίσματα αφέθηκαν στην τύχη τους, έτοιμα να σωριαστούν καθώς δεν υπάρχει κανείς για να τα φροντίζει.

Στο έλεος της καταιγίδας

Οι μέρες των διακοπών μας πλησίαζαν στο τέλος τους, και έτσι αποφασίσαμε να πλεύσουμε το επόμενο πρωινό για τη Σκύρο, που αποτελούσε και τον τελευταίο προορισμό του ταξιδιού μας. Τελευταίο μας βράδυ λοιπόν στα Σκάντζουρα, χωρίς τίποτα να προδίδει την άγρια νύχτα που θα ακολουθούσε. Στις μία η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, τα κοφτά και απότομα κουνήματα του σκάφους μάς γέμισαν ανησυχία. Ο αέρας όλο και φρεσκάριζε, ενώ η μυρωδιά του έφερνε κάτι άσχημο. Τα πολυάριθμα αστέρια χάθηκαν μέσα στα φορτωμένα κατάμαυρα σύννεφα. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα! Το κακό είχε ήδη ξεκινήσει. Λες και άνοιξαν οι ουρανοί.
One morning, we decided to visit the old and ruined monastery located on the highest point of the island, at 107 meters altitude.

Κλείναμε κάθε λίγο τα αφτιά μας για να τα προστατέψουμε από τον εκκωφαντικό θόρυβο των αστραπών που έσκαγαν δίπλα μας. Τα μπουμπουνητά μας κρατούσαν σε μιαν αγωνιώδη αναμονή και υπερένταση, που διήρκεσε όλο το βράδυ. Υπομέναμε τα άγρια μπουρίνια και την καταρρακτώδη βροχή που μας χτυπούσε με μανία, ενώ οι φοβερές αστραπές φώτιζαν τα διπλανά βράχια που κυριολεκτικά μας τύφλωναν με τις στιγμιαίες αναλαμπές τους. Μέσα στον γενικό χαλασμό, φωνάζαμε δυνατά για να ακουστούμε, κι ας μας χώριζαν μόνο λίγα εκατοστά. Ο μέχρι πριν λίγο υπήνεμός μας όρμος, άρχισε να μπάζει καιρό και θάλασσα. Δεν μπορούσαμε όμως να κάνουμε τίποτα άλλο, παρά να περιμένουμε υπομονετικά. Έριχνα συνεχώς ματιές στην άγκυρα και τις πρυμάτσες, που ευτυχώς κρατούσαν καλά. Δεν ήθελα να σκέφτομαι καν, κάποιο σπάσιμο σχοινιού από την πίεση του τρομακτικού αέρα ή την πιθανότητα να ξεσύρουμε. Άσχημα εγκλωβισμένοι, δεν είχαμε διέξοδο ούτε στην ερημική στεριά. Μόνο μας καταφύγιο, η πλωριά μας τέντα. Χωμένοι από κάτω, κουκουλωμένοι με τις νιτσεράδες μας και σκεπασμένοι με τους υπνόσακους, προσπαθούσαμε να αντισταθούμε στο κρύο και στις στάλες που όλο και περισσότερο διαπερνούσαν τη μουλιασμένη τέντα. Λες και βρισκόμασταν στην καρδιά του χειμώνα, ανήμποροι να αντιδράσουμε, περιμέναμε να ξημερώσει.

Αν κατευθυνόμαστε από την Αλόννησο ή την Περιστέρα προς τα Σκάντζουρα, και η πορεία μας περνά βόρεια από τις νησίδες Δύο Αδέλφια, πρέπει να προσέχουμε τον πολύ επικίνδυνο ύφαλο Μπαρκέτα, που βρίσκεται σε στίγμα Β39o08'65" και Α23o59'93".

 

...keep Ribbing!
At the islets of Sporades
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Περισσότερα