Anafi Island
Anafi Island
Amorgos Island
Amorgos Island
Anafi Island
Anafi Island
Amorgos Island
Amorgos Island
By Thomas P.

Από κάποιο σπάνιο καπρίτσιο των βαρομετρικών, το Αιγαίο ήταν για τρίτη συνεχόμενη μέρα μια απέραντη λίμνη, ενώ οι προγνώσεις για τις επόμενες μέρες ήταν πολύ αισιόδοξες. Ήμουν όμως σίγουρος πως ο καλός καιρός που είχαμε όλες αυτές τις μέρες δεν ήταν παρά η προαναγγελία μιας ισχυρής και ίσως παρατεταμένης δόσης μελτεμιών.

αξιδεύοντας αρκετά χρόνια στο Αιγαίο, δεν παρασύρθηκα από το προσωρινό γλυκό του πρόσωπο και ήμουν πολύ επιφυλακτικός. Άλλαξα τα πλάνα της προγραμματισμένης μας πορείας και ενώ σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, μετά τη Σέριφο θα επισκεπτόμασταν το σύμπλεγμα των μικρών ανατολικών Κυκλάδων, βάλαμε ρότα για την Κίμωλο. Αφήσαμε τις μικρές Κυκλάδες για αργότερα, όταν κάποια στιγμή θα ξέσπαγαν τα μελτέμια. Αν είναι να εγκλωβιστούμε κάπου λόγω καιρού, προτιμούσα να βρίσκομαι μέσα στο σύμπλεγμα των μικρών Κυκλάδων. Εκεί, δεν μπορούν να αναπτυχθούν τα μελτέμια και θα μπορούσαμε να διασχίζουμε εύκολα τις κοντινές αποστάσεις που χωρίζουν τα νησάκια του συμπλέγματος, βρίσκοντας καταφύγιο στα πολλά υπήνεμα λιμανάκια τους ενώ παράλληλα θα επισκεπτόμασταν τις παραλίες και τα μικρά χωριά για όσες μέρες χρειαζόταν μέχρι να κοπάσει ο καιρός.
Προσπαθούσα να πηγαίνω με πολύ μικρή ταχύτητα, κάτι που συνηθίζω τα τελευταία χρόνια, ανεξάρτητα με το μέγεθος των αποστάσεων που έχω να διανύσω. Κάτι που σιγά σιγά μου έγινε συνήθεια και τρόπος ταξιδιού. Πέρα από κάποιες στιγμιαίες «κρίσεις» αγωνιστικής ταχύτητας, ουσιαστικά ταξιδεύω με μια μέση ταχύτητα 22 κόμβων. Και βέβαια, όχι για λόγους οικονομίας και αυτονομίας. Δεν υπάρχει άλλωστε κανένας λόγος να φτάνω σε κάθε νησί σε χρόνους ρεκόρ, σαν κυνηγημένος. Προτιμώ να παρατείνω τη διαδρομή και επομένως τη διάρκεια του ταξιδιού, και παρέα με ένα κρύο καφεδάκι εν πλω, να απολαμβάνω την πλεύση και την επαφή μου με τη θάλασσα, να ακούω τη λυτρωτική ανάσα της καθώς το φουσκωτό χαράζει την επιφάνειά της, να γεύομαι τον αέρα και την αρμύρα στο πρόσωπό μου.
Πάνε χρόνια τώρα που έχω συνειδητοποιήσει πως προορισμός μας δεν είναι κάποιο νησί ή ένα όμορφο απάνεμο λιμανάκι. Αυτά αποτελούν απλά σταθμούς των χαραγμένων μας πορειών.
Πραγματικός προορισμός μας είναι το ίδιο... το ταξίδι!

«Κίμωλό μου, παράδεισό μου»,
συνηθίζουν να λένε οι ντόπιοι, δηλώνοντας έτσι τη μεγάλη αγάπη για το νησί τους. Δεν ξέρω αν αυτό πηγάζει από την έτσι κι αλλιώς μεγάλη αγάπη που τρέφει κάθε νησιώτης για τον τόπο του ή αν οι Κιμουλιάτες γνωρίζουν πραγματικά πως το νησί τους είναι ένας αληθινός παράδεισος. Αρζαντιέρα αποκαλούσαν την Κίμωλο οι βενετσιάνοι και οι Γάλλοι, λόγω της ασημένιας όψης που έπαιρνε η θάλασσα από τις αντανακλάσεις του ήλιου πάνω στα λευκά βράχια.

δανικός προορισμός για όσους αναζητούν να χαρούν τον ήλιο και τη θάλασσα σε ένα ανέγγιχτο φυσικό τοπίο, να γνωρίσουν αυθεντικούς ανθρώπους, να κολυμπήσουν σε πεντακάθαρα νερά και να περπατήσουν σε αμμουδιές, αφήνοντας πίσω μόνο τα δικά τους ίχνη. Το μοναδικό Χωριό, και όχι Χώρα όπως συνηθίζεται να λέγεται η πρωτεύουσα στα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων, το μεσαιωνικό Κάστρο, οι πανέμορφοι παραθαλάσσιοι οικισμοί και οι εκπληκτικές παραλίες, που είναι πάρα πολλές συγκριτικά με το μέγεθος του νησιού, σίγουρα θα σας μαγέψουν. Οι ζεστοί και φιλικοί Κιμουλιάτες που δεν ξεπερνούν τις 700 ψυχές, σε καλωσορίζουν στον τόπο τους όπου κι αν σε συναντήσουν, και σε κάνουν να νοιώσεις πολύ οικεία και όμορφα από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Η Κίμωλος ήταν γνωστή από την αρχαιότητα ακόμα για την περίφημη «Κιμωλία γη», η οποία βέβαια δεν έχει καμμιά σχέση με τη γνωστή μας κιμωλία, όπως λανθασμένα γράφεται και πολλοί πιστεύουν. Η «Κιμωλία γη», ήταν πηλός που έβγαινε από τη θάλασσα της Κιμώλου. Ένα είδος θαλασσινού σαπουνιού, με το οποίο έπλεναν οι Κιμουλιάτες τα ρούχα τους, και ιδιαίτερα τα μάλλινα. Ήταν τόσο ισχυρό απορρυπαντικό, που εξαφάνιζε κάθε βρωμιά από τα ρούχα, χωρίς μάλιστα να χρειάζεται τρίψιμο. Τον πηλό αυτόν, αφού τον ξέραιναν και τον έκοβαν σε μικρά κομμάτια, τον εξήγαγαν στα γύρω νησιά την εποχή που δεν υπήρχαν τα σαπούνια. Για τις ιδιότητες του πηλού αυτού, γίνεται αναφορά και στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη, ο οποίος σατιρίζοντας κάποιον Τύραννο της Αθήνας λέει χαρακτηριστικά πως δεν του έφτανε όλη η Κιμωλία γη για να ξεπλυθεί.
Η Κίμωλος όμως ήταν γνωστή και για τις διάσημες ισχάδες. Τα ξερικά σύκα δηλαδή, που πρέπει οπωσδήποτε να δοκιμάσετε. Το τόνιζε άλλωστε και μια διαφήμιση του 5ου αιώνα π.Χ., που ίσως είναι και η αρχαιότερη στον κόσμο: «Εν Θουρία τούλαιον, εν Γέλα η φάκη, Ικάριος οίνος, Κιμώλιαι ισχάδες».

Στην Ψάθη και το Χωριό

Ταξιδεύαμε με έναν φρέσκο 5άρη δευτερόπρυμα, και σε μια ώρα περίπου διανύσαμε τα 22 μίλια που χωρίζουν το Λιβάδι της Σερίφου από την Ψάθη. Η Ψάθη, επίνειο του Χωριού και λιμάνι της Κιμώλου, βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Φωλιασμένη μέσα σε έναν μεγάλο όρμο, με την είσοδό του να βλέπει στο σορόκο, από τον οποίο προστατεύεται από την Πολύαιγο, αφού απέχει μόλις ένα ναυτικό μίλι από τις δυτικές ακτές της όμορφης νησίδας. Στο μυχό του όρμου βρίσκεται η ομώνυμη παραλία, στολισμένη με μεγάλα αρμυρίκια και δυο ταβερνάκια πάνω στην άμμο που σερβίρουν φρέσκο ψάρι και παραδοσιακούς μεζέδες. Λίγα μέτρα πιο πέρα το καφέ «Λοστρόμος», με την υπέροχη μουσική του συμπληρώνει την εικόνα μιας μικρής και αυθεντικής θαλασσινής γειτονιάς. Μια γειτονιά από τα περασμένα, ανέγγιχτη και αμόλυντη, που αντιστέκεται σθεναρά στη σύγχρονη τάση που θέλει να εξομοιώσει τα πάντα. Ακόμα και τον Αύγουστο, όλα είναι τόσο ήσυχα και όμορφα, αντανακλώντας τους καθημερινούς ρυθμούς του νησιού.

Κατά μήκος της παραλίας βρίσκονται μερικά κυβόσχημα διώροφα σπιτάκια με μπλε πορτοπαράθυρα, ενώ στην αριστερή πλευρά της, έξι με εφτά σπιτάκια κολλητά το ένα στο άλλο είναι σκαρφαλωμένα στη μικρή πλαγιά, συνθέτοντας μια πανέμορφη εικόνα με τις μικρές αυλές τους κυριολεκτικά πάνω στην άμμο. Ένα στενό σοκάκι οδηγεί στην εκκλησιά του Αη Νικόλα, που είναι αθέατη ανάμεσα στα λιγοστά σπιτάκια.
Στην Ψάθη δεν θα συναντήσουμε ποτέ πολύ κόσμο, ακόμα και όταν καταφθάνουν τα καράβια της γραμμής. Πέρα από τα δυο μαγαζάκια με αναμνηστικά που βρίσκονται πίσω από το καφέ «Λοστρόμος», δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Ούτε παντοπωλεία, ούτε αρτοποιεία ή άλλου είδους μαγαζιά. Τα πάντα βρίσκονται στο Χωριό, που αποτελεί και τον πυρήνα του νησιού.
Χώροι για την πρόσδεση των σκαφών υπάρχουν δεξιά κι αριστερά από την παραλία της Ψάθης. Στο νότιο τμήμα του όρμου βρίσκεται ο παλιός μόλος, ο οποίος μπορεί να φιλοξενήσει μόνο σκάφη μικρού βυθίσματος. Τα νερά είναι πολύ ρηχά και χρειάζεται μεγάλη προσοχή καθώς προσεγγίζουμε γιατί σε μεγάλη έκταση το βάθος δεν ξεπερνά τους 50 πόντους. Αυτή είναι και η πιο ήσυχη γωνιά του λιμανιού αν σκοπεύουμε να διανυκτερεύσουμε στο σκάφος. Στη βορινή πλευρά του όρμου υπάρχει πολύ λίγος κενός χώρος για τα σκάφη αναψυχής, καθώς εδώ πλαγιοδετούν τα εκδρομικά καραβάκια, ενώ λίγο πιο πέρα πιάνει το ferry boat «Παναγία Φανερωμένη» που εκτελεί συνεχώς δρομολόγια στην κοντινή Πολλώνια της Μήλου. Χώρος για να φιλοξενηθούν τα μεγάλα σκάφη δεν υπάρχει στην Ψάθη, και έτσι αυτά αγκυροβολούν αρόδο μέσα στον όρμο ή δένουν έξω από τα μπλόκια του λιμανιού. Όταν φυσούν με μεγάλη ένταση τα μελτέμια σε ολόκληρο τον όρμο μπαίνει ρεστία, οι άγκυρες όμως πιάνουν πολύ καλά λόγω του ρηχού και αμμώδους βυθού.

Μόλις 800 μέτρα χωρίζουν το Χωριό από το λιμάνι της Ψάθης, το οποίο διακρίνεται καθαρά στην κορυφογραμμή του χαμηλού λόφου. Προτιμήσαμε να πάμε στο Χωριό με τα πόδια, αν και το λεωφορείο εκτελεί δρομολόγιο κάθε μια ώρα.

Πήραμε τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο που ξεκινά από το βορινό τμήμα του λιμανιού και ανηφορίζαμε σιγά σιγά προς το Χωριό. Σε ολόκληρη τη διαδρομή, δεξιά κι αριστερά από τον δρόμο, υπάρχουν σπίτια και ενοικιαζόμενα δωμάτια. Αφήσαμε στο δεξί μας χέρι τον λόφο, ο οποίος παρεμβάλλεται ανάμεσα στην Ψάθη και το Χωριό, πάνω στην κορυφή του οποίου δεσπόζει ο «Μύλος του Γιατρού». Στα μισά περίπου της διαδρομής βρίσκεται και το σπίτι του πολύ καλού μας φίλου Μανώλη Πελοποννήσιου, πρώην Αρχηγού του Λιμενικού Σώματος. Ο Μανώλης μας περίμενε εκεί, έχοντας φτιάξει τα καφεδάκια μας, ενώ ο Νίκος ετοίμαζε την αλησμόνητη γρανίτα από φραγκόσυκα. Περάσαμε αρκετές ώρες απολαμβάνοντας την καταπληκτική παρέα του Μανώλη και του Νίκου, οι οποίοι μάλιστα διαθέτουν και τις μοναδικές πανάδικες βάρκες της Κιμώλου.

Πραγματικά στολίδια του νησιού, η «Αντιμονή» και ο «Καπετάν Γιάννης», μαγνητίζουν τα βλέμματα των επισκεπτών. Με πολύ δυσκολία αφήσαμε την υπέροχη φιλοξενία των φίλων μας, κανονίζοντας όμως να ξανασυναντηθούμε το βράδυ, και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το Χωριό.
Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν το Χωριό και πραγματικά η έκπληξή μου ήταν ανείπωτη. Χωρίς καμιά αμφιβολία, αποτελεί μια από τις ομορφότερες και γραφικότερες πρωτεύουσες των Κυκλάδων. Δίχως να γνωρίζουμε τίποτε γι αυτήν, αφού κατά έναν συμπτωματικό τρόπο δεν προβάλλεται ποτέ σαν ταξιδιωτικός προορισμός, ήταν απρόσμενα γοητευτική ενώ μας έκανε τρομερή εντύπωση το καλωσόρισμα των ντόπιων που μας χαιρετούσαν χαμογελαστοί όπου κι αν τους συναντούσαμε. Ένα καλωσόρισμα, που έβγαινε πραγματικά μέσα από την ψυχή τους και μας έκανε να νοιώθουμε πολύ οικεία και όμορφα.
Το Χωριό είναι απλωμένο σε μεγάλη έκταση, χτισμένο στην υπήνεμη πλευρά του Ξαπλοβουνίου, στην κορυφογραμμή του οποίου διακρίνονται στη σειρά οι παλιοί ανεμόμυλοι.
Φτάνοντας στο κεντρικό λιθόστρωτο δρομάκι, σιγά σιγά προχωρούσαμε προς το κέντρο του Χωριού. Όμορφες και κυρίως αυθεντικές εικόνες ξετυλίγονται μπροστά μας, με λιτά κατάλευκα σπιτάκια στολισμένα με γλάστρες και λουλούδια, ενώ οι ολάνθιστες μπουκαμβίλιες για μια ακόμη φορά μας έκλεψαν την καρδιά. Σε λίγη ώρα φτάσαμε στην κεντρική πλατεία του Χωριού, στον Κάμπο όπως ονομάζεται. Είναι μια μικρή τριγωνική πλατεία, στη μια πλευρά της οποίας βρίσκονται κολλητά το παραδοσιακό καφενείο «ο Κάμπος», το μικρό μαγαζάκι με αναμνηστικά δώρα «η Καμάρα» και ένα ταβερνάκι που το βράδυ βγάζει τα τραπεζάκια του στην πλατεία. Στην άλλη πλευρά, ακριβώς κάτω από το καφενείο, βρίσκεται η εκκλησιά του Αγίου Σπυρίδωνα και απέναντι η εκκλησιά του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου και η παιδική χαρά. Πλάι από το καφενείο, δεσπόζει ο εντυπωσιακός πετρόχτιστος ναός του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου που χτίστηκε τον 17ο αιώνα και έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μεταβυζαντινό μνημείο.
Καθίσαμε στην πεζούλα του Αγίου Σπυρίδωνα και ακουμπήσαμε στον ασβεστωμένο τοίχο του, που μας προστάτευε από τον δυνατό ήλιο.

Εκεί ήπιαμε και το καφεδάκι μας που παραγγείλαμε από το διπλανό καφενείο. Αυτή την ώρα η μικρή πλατεία ήταν άδεια. Μόνο κάποιοι ηλικιωμένοι περνούσαν που μας χαιρετούσαν ευγενικά. Καθισμένοι για αρκετή ώρα ρουφούσαμε μερικές γουλιές καφέ, απολαμβάνοντας την απόλυτη ησυχία της πλατείας σε ένα γνήσιο και όμορφο νησιώτικο περιβάλλον. Αφού ξεκουραστήκαμε αρκετά, συνεχίσαμε την περιήγησή μας στα πολυάριθμα και πεντακάθαρα σοκάκια του Χωριού. Σε κάθε μας βήμα και μια εκκλησιά, οι περισσότερες από τις οποίες είναι «οικογενειακές», τονίζοντας τη βαθιά πίστη των Κιμουλιατών. Σκορπισμένα μέσα στο Χωριό βρίσκονται παντοπωλεία, μαγαζάκια και ταβερνάκια. Τα πάντα καλοβαλμένα και λιτά, διατηρώντας αναλλοίωτο το νησιωτικό τους χαρακτήρα.

Στο Κάστρο

Πίσω από την πλατεία του Κάμπου βρίσκεται το περίφημο Κάστρο, που αποτέλεσε και το πρώτο οικιστικό συγκρότημα του Χωριού. Εκεί μέσα ταμπουρώνονταν οι Κιμουλιάτες για να προστατευθούν από τους πειρατές και τους επίδοξους κατακτητές. Μην φαντάζεστε βέβαια ψηλά πέτρινα τείχη με ντάπιες και επιβλητικές σιδερένιες πόρτες. Ο όρος Κάστρο εδώ, έχει την έννοια της οχύρωσης και προστασίας των ντόπιων μέσα σε έναν κλειστό χώρο, ο οποίος χαρακτηρίζεται από τη φρουριακή διάταξη των σπιτιών του. Μια άλλη διαφορά που συναντούμε σε σχέση με άλλα Κάστρα των νησιών του Αιγαίου, είναι πως το Κάστρο της Κιμώλου δεν οικοδομήθηκε σε φύσει οχυρή θέση, σε κάποια απόκρημνη περιοχή ή στην κορυφή κάποιου βράχου.

ο Κάστρο έχει σχήμα σχεδόν τετράγωνο και αποτελείται από δύο ανεξάρτητα οικιστικά σύνολα που συνιστούν το Μέσα και το Έξω Κάστρο. Οι δυο αυτοί σχηματισμοί χωρίζονται μεταξύ τους με ένα στενό δρομάκι, που χρησίμευε για τις μετακινήσεις των κατοίκων του. Το Έξω Κάστρο αποτελείται από διώροφα σπίτια, κολλητά το ένα με το άλλο, η εξωτερική πλευρά των οποίων ήταν «τυφλή». Δεν υπήρχαν δηλαδή πόρτες και παράθυρα, παρά μόνο μπαραμπάκτες. Έτσι λέγονταν τα στενά ανοίγματα των τοίχων για τη χρησιμοποίηση των όπλων. Οι πόρτες και τα παράθυρα στους εξωτερικούς τοίχους ανοίχτηκαν μεταγενέστερα, όταν και εξέλειψε ο κίνδυνος των πειρατών και των κατακτητών. Όλα τα διώροφα σπίτια του Κάστρου ήταν οριζόντιες ξεχωριστές ιδιοκτησίες. Άλλη οικογένεια δηλαδή έμενε στον πάνω όροφο και άλλη στον κάτω. Με αυτόν τον τρόπο «στριμώχνονταν», ώστε να χωρέσουν όλοι οι κάτοικοι μέσα στο Κάστρο. Μόνο οι εσωτερικοί τοίχοι των σπιτιών του Έξω Κάστρου είχαν μπαλκόνια και σκάλες που κατέληγαν στο στενό δρομάκι που χώριζε το Μέσα από το Έξω Κάστρο.

Σε αντίθεση με τα σπίτια του Έξω Κάστρου, τα περισσότερα από τα οποία κατοικούνται, το Μέσα Κάστρο, που αποτελούνταν και αυτό από μια σειρά σπιτιών σε ένα ενιαίο τετράγωνο σύνολο, αποτελεί πια φάντασμα του παρελθόντος. Θυμίζοντας περισσότερο βομβαρδισμένο τοπίο, μόνο σωριασμένες πέτρες και χαλάσματα διακρίνονται από τα παλιά κτίσματα, χωρίς δυστυχώς κανένα ενδιαφέρον και καμιά προσπάθεια για την ανοικοδόμησή του. Μόνο η ασπρισμένη και ιστορική εκκλησιά του Χριστού, που βρίσκεται στο κέντρο του Μέσα Κάστρου και ήταν ο χώρος όπου συγκεντρώνονταν οι Κιμουλιάτες ζητώντας βοήθεια κάθε φορά που γινόταν πειρατική επιδρομή, βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Είναι η πιο παλιά εκκλησία της Κιμώλου και χρονολογείται από το 1592.
Στο Έξω Κάστρο υπάρχουν δυο Πόρτες με τη μορφή στοάς, από όπου μπορούμε να διαβούμε στο εσωτερικό του. Η Πάνω Πόρτα, που βρίσκεται στο βορινό άκρο της ανατολικής πλευράς του Κάστρου και η Κάτω Πόρτα, που βρίσκεται στη νότια πλευρά του Κάστρου. Στο Μέσα Κάστρο, σώζεται μόνο η μία είσοδός του που βρίσκεται στη δυτική του πλευρά.
Έξω από τη νότια πλευρά του Έξω Κάστρου, και παράλληλα με αυτήν, βρίσκεται η Αγορά. Το παλιό δρομάκι που αποτελούσε το εμπορικό κέντρο του νησιού. Μπακάλικα, τσαγκαράδικα, κουρεία και καφενεία αποτελούσαν την Πιάτσα του Χωριού. Ο δρόμος της Αγοράς αποτελεί ακόμα και σήμερα μια από τις πιο όμορφες και πολυσύχναστες γειτονιές του Χωριού, με τη διαφορά πως τα παλιά μαγαζάκια μετατράπηκαν σε σύγχρονα καφέ, μπαράκια και ταβερνάκια. Εδώ συγκεντρώνεται πολύς κόσμος τα βράδια και κυρίως οι νέοι άνθρωποι. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία περνούν τις βραδινές τους ώρες στην πλατεία του Κάμπου.

Το Μέσα και το Έξω Κάστρο λοιπόν, αποτέλεσε τον πρωταρχικό πυρήνα του σημερινού Χωριού της Κιμώλου. Αργότερα, όταν εξέλειψαν οι εξωτερικοί κίνδυνοι, οι Κιμωλιάτες βγήκαν έξω από το Κάστρο, και ελεύθεροι πια έφτιαχναν τις νέες του κατοικίες γύρω από το Κάστρο, διατηρώντας όμως τα κυκλαδίτικα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Έτσι χρόνο με το χρόνο το Χωριό απλώθηκε σε μεγάλη έκταση και πήρε τη σημερινή του μορφή. Όσο πιο κοντά στο Κάστρο βρίσκονται τα σπίτια τόσο πιο παλιά είναι.
Αξίζει πραγματικά να επισκεφθούμε το Λαογραφικό και Ναυτικό Μουσείο που βρίσκεται μέσα στο Κάστρο, ακριβώς απέναντι από την Πάνω Πόρτα, καθώς και το Αρχαιολογικό Μουσείο που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του Κάστρου. Εκεί βρίσκεται και ο Μητροπολιτικός ναός της Παναγιάς της Οδηγήτριας, που χτίστηκε με τη συμβολή όλων των Κιμωλιατών και δεσπόζει επιβλητικά από το λιμάνι της Ψάθης.
Το απόγευμα επιστρέψαμε στην πλατεία του Κάμπου και από εκεί συνεχίσαμε στον κεντρικό λιθόστρωτο δρόμο.

Περάσαμε τη μικρή πλατεία του Γεωργηλά, με το παλιό πηγάδι στο κέντρο του, και πριν φτάσουμε στο τέλος του χωριού στρίψαμε δεξιά προς την κορυφή του Ξαπλοβουνίου. Εκεί βρίσκονται οι παλιοί Μύλοι, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι σωριασμένοι στο χώμα. Περνώντας μέσα από έναν λαβύρινθο μικρών ιδιοκτησιών που ορίζονται από χαμηλές ξερολιθιές, φτάσαμε τελικά στο ξωκλήσι του Παντοκράτορα που βρίσκεται στην άκρη του λόφου. Από τον μικρό περίβολο του Παντοκράτορα η θέα είναι μαγευτική. Το καλύτερο «μπαλκόνι» της Κιμώλου, από όπου μπορούμε να θαυμάσουμε το Χωριό από ψηλά και να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της δομής του. Ακριβώς κάτω από τα πόδια μας βρίσκεται ο μοναδικής ομορφιάς οικισμός της Γούπας και λίγο πιο πέρα η Πολύαιγος. Το λιμάνι της Ψάθης, τα νησάκια του Αγίου Ευσταθίου και του Αη Γιώργη, η Πολλώνια της Μήλου και η γειτονική Σίφνος γεμίζουν τον οπτικό μας ορίζοντα. Καθίσαμε για αρκετή ώρα στο ασπρισμένο πεζούλι του μικρού περίβολου περιμένοντας τη δύση του ήλιου. Η αναμονή μας αυτή μας αποζημίωσε με ένα καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα και μια πανδαισία χρωμάτων καθώς τα πάντα γύρω μας φλέγονταν λίγο πριν ο ήλιος κρυφτεί πίσω από τους ορεινούς όγκους.
Με πολύ όμορφα συναισθήματα να μας πλημμυρίζουν πήραμε τον κατήφορο για το Χωριό και την πλατεία του Κάμπου. Εκεί μας περίμεναν βράδυ πια, ο Μανώλης και ο Νίκος στη μικρή βεράντα του καφενείου.
Η μικρή πλατεία έσφυζε από ζωή. Στα τραπεζάκια της διπλανής ταβέρνας γινόταν το αδιαχώρητο, άλλοι πηγαινοέρχονταν αμέριμνα εδώ κι εκεί, και τα πιτσιρίκια απολάμβαναν με τον δικό τους τρόπο την παιδική χαρά. Πολύς κόσμος, σε μια πολύ όμορφη ατμόσφαιρα, έδειχνε να απολαμβάνει την ξεχωριστή ποιότητα που πλανάται στις μικρές γειτονιές του Χωριού.
Με ουζάκια και μεζέδες, ακούγοντας τις απίθανες ιστορίες του Μανώλη, κλείσαμε με τον καλύτερο τρόπο μια πραγματικά πολύ όμορφη και γεμάτη από υπέροχες εμπειρίες μέρα μας.

Περίπλους

Ο γύρος της Κιμώλου με το σκάφος μας αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, αφού τα 16 ναυτικά μίλια ακτογραμμής θα μας αποκαλύψουν πολλές υπέροχες και ανεξερεύνητες γωνιές του νησιού. Συνεχόμενοι όρμοι που φιλοξενούν παραλίες με ψιλή αμμουδιά ή βότσαλο, σπηλιές, θερμές πηγές, εντυπωσιακά λευκά βράχια και απίθανοι γεωλογικοί σχηματισμοί που συχνά μας παραπέμπουν σε περίφημα έργα τέχνης. Μην παραξενευτείτε αν στο δρόμο σας συναντήσετε βράχους, που λες και τους σμίλεψε ανθρώπινο χέρι, έχουν άλλοτε την όψη λιονταριού και άλλοτε την όψη γιγάντιου ελέφαντα.

Με τον ήλιο να έχει ανέβει ψηλά στον ορίζοντα, βγαίναμε σιγά σιγά από το λιμανάκι της Ψάθης με την πλώρη μας να κοιτά προς το νότο.
Σε λιγότερο από μισό μίλι ξεκινά η νότια πλευρά του νησιού. Εδώ βρίσκονται σε σειρά, οι τρεις πιο πολυσύχναστες ακτές του νησιού. Πρώτα συναντούμε την μεγάλη παραλία της Αλυκής η οποία είναι στρωμένη με βότσαλο και άμμο. Στο κέντρο περίπου της παραλίας, και σε κοντινή απόσταση από αυτήν, υπάρχουν λιγοστά σπίτια και ενοικιαζόμενα δωμάτια. Στην ανατολική της πλευρά, η οποία ξεκινά από το ύψος του Πυργονησίου, μέσα σε ένα δάσος από αρμυρίκια βρίσκονται, με την άδεια της Κοινότητας, οι ελεύθεροι κατασκηνωτές. Αμέσως μετά την Αλυκή, συναντούμε την απλωτή αμμουδιά της Μπονάτσας με ρηχά καταπράσινα νερά. Ακολουθεί το Καλαμίτσι, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες παραλίες, είναι μια πολύ μικρή και καλοσχηματισμένη αμμουδιά, από τις ομορφότερες του νησιού. Μια σειρά από αρμύρες και το ταβερνάκι της Ιωάννας πάνω στην άμμο μας υπόσχονται μοναδικές στιγμές δροσιάς και ξεκούρασης. Και οι τρεις παραλίες προστατεύονται απόλυτα από τα μελτέμια, αποτελώντας πόλο έλξης και για τα σκάφη αναψυχής.
Καβατζάραμε το ακρωτήρι Αμόνι, το νοτιοδυτικό άκρο του νησιού, το οποίο είναι και το κοντινότερο σημείο της Κιμώλου με τις απέναντι ακτές της Μήλου. Μόλις μισό μίλι απέναντι από το Αμόνι, βρίσκεται το φανάρι της Πολλώνιας. Από το Αμόνι μέχρι το ακρωτήρι Καμπάνα, το τοπίο αλλάζει και κοκκινωπά απότομα βράχια διαδέχονται τις ομαλές ακτές. Μπροστά μας βρίσκεται το νησάκι του Αγίου Ανδρέα που χωρίζεται από τη στεριά με πορθμό πλάτους 200 μέτρων. Τα νερά στο πέρασμα είναι πολύ ρηχά, μπορούμε όμως να περάσουμε με προσοχή προς τη μεριά της Κιμώλου. Εδώ βρίσκονται τα Λίνικα, και όχι Ελληνικά όπως έχει επικρατήσει να λέγονται. Η ονομασία τους προέρχεται από τη λέξη Λίκνο, που σημαίνει τόπος λατρείας, αφού εδώ βρισκόταν ο ιερός ναός της Αθηνάς. Στην περιοχή αυτή υπήρχε αρχαία πόλη που καταποντίστηκε και μόνο το νεκροταφείο σώζεται μέχρι σήμερα. Αμέσως μετά συναντούμε τα Μαυροσπήλια, μεγάλη παραλία με αμμουδιά, απέναντι από την οποία αναδύονται μέσα από τη θάλασσα τα Ασπρόγκρεμνα. Ολόλευκοι βράχοι με ακανόνιστα σχήματα που δημιουργούν ένα πολύ όμορφο σκηνικό.

Από τα Ασπρόγκρεμνα μέχρι τη Μακρόπουντα, τα βράχια της ακτής γίνονται ακόμα πιο εντυπωσιακά και το κατέβασμά τους στη θάλασσα δημιουργεί συχνά μικρές και μεγάλες σπηλιές. Σε όλο αυτό το κομμάτι υπάρχουν δυο παραλίες. Η πρώτη βρίσκεται μέσα στον όρμο της Αθηνιάς, στολισμένη με ένα μικρό δάσος από αρμυρίκια. Η άλλη βρίσκεται στο μυχό του όρμου της Μακρόπουντας, ο οποίος προχωρά αρκετά μέσα στη στεριά. Και οι δυο παραλίες προστατεύονται καλά από τα κύματα του γρέγου. Από τη Μακρόπουντα έως το βορινό ακρωτήρι της Γερακιάς, σχηματίζονται συνεχόμενοι όρμοι που φιλοξενούν πολύ όμορφες και ερημικές ακτές, οι οποίες όμως προσβάλλονται από τα μελτέμια. Αν είμαστε τυχεροί και δεν έχει καιρό, αξίζει πραγματικά να εξερευνήσουμε όλο αυτό το κομμάτι. Να ψάξουμε να βρούμε την περίφημη Πελεκητή Σπηλιά που βρίσκεται στο ύψος του Κακού Ποταμού και μοιάζει να την σμήλεψε ανθρώπινο χέρι. Δεν γνωρίζουμε όμως τίποτε γι αυτήν. Λίγο πιο πέρα, στο Αγιόκλημα, θα βρούμε την πολύ μικρή αμμουδιά, στην άκρη της οποίας αναβλύζει καυτό νερό που φτάνει τους 50 βαθμούς Κελσίου. Αξίζει πραγματικά να σταματήσουμε για λίγο και να απολαύσουμε ένα ζεστό μπάνιο. Αν είμαστε προσεκτικοί, λίγο πιο πέρα θα συναντήσουμε τους βράχους που έχουν την όψη λιονταριού. Το ένα βρίσκεται πάνω στην ακτή και ατενίζει το πέλαγος, ενώ το άλλο βρίσκεται πάνω στον κάβο του Λάμα και μοιάζει να ξεκουράζεται κοιτώντας προς την ακτή. Αν σταθούμε για λίγο και τα παρατηρήσουμε θα διακρίνουμε καθαρά το μεγάλο κεφάλι τους, το στόμα και την πλούσια χαίτη τους. Φτάνοντας στο βορινό ακρωτήρι της Γερακιάς, θα θαυμάσουμε τα υπέροχα νερά και τις θαλάσσιες σπηλιές που επικοινωνούν μεταξύ τους.

Στο μοναχικό Σούφι

Μετά τη Γερακιά πλέουμε στις βόρειες ακτές του νησιού, που εκτείνονται σε μήκος 1,5 ναυτικού μιλίου. Στο μέσο περίπου των βορινών ακτών βρίσκεται το Σούφι. Ένας υπέροχος μακρόστενος όρμος με την είσοδό του να βλέπει στο σορόκο, προστατευμένος απόλυτα από τα μελτέμια. Στο μυχό του, φιλοξενεί μια πανέμορφη ερημική αμμουδιά που είναι γεμάτη με μεγάλες αρμύρες. Είναι σίγουρα μια από τις ωραιότερες ακτές της Κιμώλου και αξίζει πραγματικά να την επισκεφθούμε. Για να εντοπίσουμε όμως το Σούφι, πρέπει να πλέουμε πολύ κοντά στις ακτές γιατί είναι πολύ εύκολο να μην αντιλειφθούμε την είσοδό του και να το προσπεράσουμε. Μπορούμε να δέσουμε στο ντοκάκι που βρίσκεται στο βορινό άκρο της αμμουδιάς και να διανυκτερεύσουμε εδώ, βιώνοντας μια αλησμόνητη εμπειρία.

Εντελώς ασφαλείς, αφού ο μικρός κάβος που βρίσκεται στη βορινή πλευρά κόβει τον καιρό και ακούμε μόνο το μουγκρητό των κυμάτων καθώς σπάνε στην έξω πλευρά του. Αξίζει να πάρουμε το μικρό μονοπάτι που μας βγάζει πάνω στον κάβο και να θαυμάσουμε τα εντυπωσιακά λευκά βράχια που δημιουργούν μοναδικούς σχηματισμούς και υπέροχες ανισόπεδες βαθμίδες, ιδανικές για να πιούμε το πρωινό μας καφεδάκι, απολαμβάνοντας τους ήχους τις αγριεμένης θάλασσας. Από το άλλο άκρο της αμμουδιάς, ξεκινά ένα στενό αλλά ευδιάκριτο μονοπάτι που σε λίγα λεπτά μας βγάζει στα Μοναστήρια. Δυο όμορφες ακτές, που τις βρίσκει όμως ο καιρός. Η πρώτη παραλία είναι μεγαλύτερη και πίσω της ξεκινά ένα λιβαδάκι γεμάτο με καλαμιές. Εδώ βρίσκεται και το μοναδικό σπίτι, μέχρι το οποίο καταλήγει χωματόδρομος. Η δεύτερη παραλία είναι μικρότερη και πιο όμορφη, στρωμένη με μαύρα βότσαλα που δημιουργούν έντονη αντίθεση με τα κατάλευκα λεία βράχια που πέφτουν απότομα στην ακτή. Απέναντι από τα Μοναστήρια βρίσκεται η Βρωμόλιμνος με τις περίφημες στεριανές σπηλιές, στη βάση της δυτικής πλευράς του ακρωτηρίου Πουλί.
Καβαντζάροντας το ακρωτήρι Πουλί, περνάμε στις ανατολικές ακτές του νησιού όπου βρίσκονται και οι κυριότεροι παραθαλάσσιοι οικισμοί. Η ανατολική πλευρά της Κιμώλου εκτείνεται σε ένα μήκος τεσσάρων μιλίων περίπου και έχει να μας επιδείξει πολλές όμορφες γωνιές και υπήνεμα λιμανάκια. Φτάνοντας στον κάβο του Αη Γιώργη, ανοίγεται μπροστά μας ο μεγάλος όρμος των Πράσων. Στην είσοδό του βρίσκεται η νησίδα Πρασονήσι η οποία αφήνει δυο περάσματα ανατολικά και δυτικά της. Προτιμήστε το ανατολικό πέρασμα για να μπείτε στον όρμο, ανάμεσα δηλαδή στον κάβο του Αη Γιώργη με το ομώνυμο εκκλησάκι και το Πρασονήσι. Χρειάζεται όμως προσοχή, γιατί μέσα στο πέρασμα υπάρχει μια πολύ επικίνδυνη ξέρα. Στο δυτικό πέρασμα τα νερά είναι πολύ ρηχά και μόνο τριμαρισμένοι μπορούμε να περάσουμε. Καλύτερο σημείο της παραλίας των Πράσων είναι το βορινό της άκρο, εκεί που βρίσκεται και η παλιά σκάλα εκφόρτωσης. Τα καταπράσινα νερά, η ολόλευκη ψιλή άμμος και τα αρμυρίκια στην ακτή συνθέτουν ένα εξωτικό τοπίο. Μια βουτιά εδώ είναι απαραίτητη, ενώ το μέρος προσφέρεται και για διανυκτέρευση αφού απαγκιάζει εντελώς από τα μελτέμια. Στην άλλη άκρη του όρμου, ακριβώς πάνω στο δυτικό πέρασμα, βρίσκεται το μικρό κτίσμα με τα θειούχα ιαματικά λουτρά, με ένα μικρό ντοκάκι μπροστά, όπου μπορούμε να δέσουμε.
Ένα μίλι πιο κάτω, βρίσκεται ο στενός και βαθύς όρμος του Αγίου Μηνά, πάνω στον βορινό κάβο του οποίου υπάρχει σιδερένιος φάρος. Παλιότερα, ο Άγιος Μηνάς ήταν το κύριο λιμάνι της Κιμώλου. Στον χαμηλό τσιμεντένιο λιμενοβραχίονα του απάνεμου όρμου, φιλοξενούνται ακόμα και σήμερα οι βάρκες των ψαράδων. Από τα παλιά σπιτάκια που υπήρχαν δεξιά και αριστερά από το λιμανάκι, στις παρυφές των λόφων, μόνο οι σωριασμένες πέτρες που μοιάζουν περισσότερο με μπάζα, έχουν απομείνει για να μας θυμίζουν πως κάποτε αυτός ο τόπος έσφυζε από ζωή. Λίγο πιο κάτω, ακριβώς απέναντι από τα Κληματονήσια, βρίσκεται ο μικρός οικισμός του Κλήματος, το μικρό λιμανάκι του οποίου είναι γεμάτο με ψαρόβαρκες.

Στην γραφική Γούπα

Καβατζάροντας τον οικισμό του Καρά με τα ελάχιστα σπιτάκια, περάσαμε προσεκτικά μέσα από τα Ρεματονήσια και βγήκαμε στη Γούπα. Είναι ο μεγαλύτερος παραθαλάσσιος οικισμός του νησιού, με τα σπιτάκια να κρέμονται πάνω στα χαμηλά λεία βράχια, δημιουργώντας μια από τις μαγευτικότερες γειτονιές ολόκληρου του Αιγαίου. Ο οικισμός της Γούπας είναι χτισμένος πάνω σε δυο μικρούς και χαμηλούς κάβους, οι οποίοι απέχουν μόλις λίγα μέτρα μεταξύ τους. Πάνω στους κάβους είναι χτισμένα τα μικρά λευκά σπιτάκια και ανάμεσά τους βρίσκεται το συμπαθητικό λιμανάκι. Στην άκρη του μικρότερου κάβου, βρίσκεται καθισμένος ο γιγάντιος «ελέφαντας» με την προβοσκίδα του να ακουμπά στη θάλασσα, λαξευμένος περίτεχνα από τη θάλασσα και τον αέρα. Αυτός ο μικρός κάβος είναι από μόνος του μια ζωγραφιά. Τα λεία βράχια που σχηματίζουν πολλά μικρά επίπεδα, τα λαξευμένα σκαλοπάτια, τα θαλάσσια αυλάκια πάνω από τα οποία έχουν στηθεί πρόχειρα γεφυράκια σε συνδυασμό με τα καταπράσινα πεντακάθαρα νερά που τα περιβάλλουν, συνθέτουν μια παραμυθένια εικόνα.

Μόνο μια ή δυο οικογένειες μένουν το χειμώνα στη Γούπα, παρόλο που βρίσκεται μια ανάσα από το λιμάνι της Ψάθης. Τα περισσότερα σπιτάκια αποτελούν εξοχικές κατοικίες και γεμίζουν μόνο το καλοκαίρι. Κάτω από τα σπιτάκια, στο ύψος της θάλασσας περίπου, υπάρχουν λαξευμένα μέσα στα μαλακά βράχια τα «Σύρματα». Μικρές στοές που κλείνουν με ενισχυμένες πόρτες και φιλοξενούν τις βάρκες των ντόπιων, οι οποίοι τις «σύρουν» μέσα για να ξεχειμωνιάσουν. Μέσα σε κάθε «Σύρμα» υπάρχει ένα βίντσι για την ανέλκυση και καθέλκυση της βάρκας καθώς και τα απαραίτητα εργαλεία και υλικά για την επισκευή τους. Οι παλιότεροι, τα «Σύρματα» τα αποκαλούν «Μαγαζιά». Αυτή ήταν άλλωστε και η πρωταρχική τους χρήση, αφού εκεί αποθήκευαν τα εμπορεύματά τους τα καίκια, μέχρι να διατεθούν στα μικρομάγαζα και τα μπακάλικα. Εκείνη την εποχή άλλωστε δεν υπήρχαν βάρκες. Μετά το 1950, οπότε και άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες βάρκες, πελεκούσαν όλο και περισσότερους βράχους δημιουργώντας τις μικρές αυτές στοές, όπου τις <τραβούσαν το χειμώνα. Στη συνέχεια έφτιαξαν ενισχυμένες πόρτες με εσωτερικές αμπάρες για να αντέχουν στα θεόρατα κύματα του νοτιά. Ακόμα και έτσι όμως, όταν ο χειμωνιάτικος νοτιάς ξεπερνά σε δύναμη τα 10 μποφόρ, κάποιες φορές ξηλώνει τις πόρτες και παρασέρνει τις βάρκες στη θάλασσα.

Πλάι στα «Σύρματα», βρίσκεται η μικρή βοτσαλωτή ακτή του Ρέματος, με καταπράσινα νερά που σαν φυσική πισίνα απλώνεται μέχρι τα λεία βράχια της Γούπας. Μην μπορώντας να αντισταθούμε στην απίστευτη ομορφιά του τοπίου, που παράλληλα αποτελεί και ένα από τα πιο υπήνεμα σημεία του νησιού, πιάσαμε μια πρυμάτσα από την προβοσκίδα του «ελέφαντα» και διανυκτερεύσαμε εκεί, περνώντας ένα από τα ομορφότερα βράδια μας. Το πρωί μας βρήκε να κολυμπάμε στα διάφανα νερά της φυσικής πισίνας, και μετά το απαραίτητο καφεδάκι, αποχαιρετούσαμε την Κίμωλο με τις ομορφότερες εντυπώσεις...

ΠΟΛΥΑΙΓΟΣ

Θα ήταν ασφαλώς μεγάλη παράλειψη, αν φτάσουμε στην Κίμωλο και δεν επισκεφθούμε το «αδελφό» νησί της. Η Πολύαιγος, «μήλον της έριδος» για τους Μηλιούς, ανήκει στην Κίμωλο από τους αρχαίους χρόνους, όταν το δικαστήριο των Αργείων επικύρωσε την κυριότητα των Κιμουλιατών στο γειτονικό νησί.
Απέχει μόλις ένα ναυτικό μίλι από την Κίμωλο και αξίζει πραγματικά να αφιερώσουμε χρόνο για την εξερεύνησή της. Η περίμετρός της δεν ξεπερνά τα 10 ναυτικά μίλια ακτογραμμής, όπου συναντούμε καταπληκτικές παραλίες με μαγευτικά νερά.

Ακριβώς απέναντι από τα Ρεματονήσια βρίσκεται το «λιμάνι» της Πολυαίγου, της Παναγιάς τ' Αυλάκι όπως χαρακτηριστικά λέγεται. Είναι ένας αρκετά βαθύς όρμος, στο βορειοδυτικό άκρο της νησίδας. Υπάρχουν κάποια υποτυπώδη σημεία με δέστρες στα βράχια, όπου μπορούμε να δέσουμε και να βγούμε για μια μικρή βόλτα. Στης Παναγιάς τ' Αυλάκι, αν και ποτέ δεν υπήρχε ένα συγκροτημένο οικιστικό σύνολο, υπήρχαν παλιότερα δέκα με δεκαπέντε σπιτάκια, όπου διέμεναν μόνιμα αρκετές οικογένειες,& Ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία, καλλιεργούσαν όμως και τα χωράφια που ήταν γεμάτα με αμπέλια και συκιές. Το 1972 ο μικρός οικισμός ερήμωσε, αφού το εγκατέλειψαν και οι τελευταίοι κάτοικοι. Από τότε τα σπιτάκια κατέρρευσαν και ο υποτυπώδης οικισμός δεν υπάρχει πια. Τα τελευταία όμως δέκα χρόνια ο Πέτρος Μαριάνος με τη γυναίκα του ζουν μόνιμα εδώ, προσπαθώντας να ξαναδώσουν ζωή στο νησί. Ζουν στην «καλύβα» του παππού του, που ήταν Πολυαιγιάτης. Ανακαίνισαν τα δυο δωματιάκια και αποφάσισαν να περάσουν εκεί το υπόλοιπο της ζωής τους. Ο Πέτρος έχει κατσίκια και γουρούνια με τα οποία προσπαθεί κάτω από δύσκολες συνθήκες να επιβιώσει. Σπέρνει κριθάρι και έχει έναν μικρό κήπο με ντομάτες και όλα τα απαραίτητα για να είναι αυτόνομος. Πόσιμο νερό φέρνει από ένα παλιό πηγάδι, που με πολύ κόπο κατάφερε να ξεσαβουρώσει. Με τη βοήθεια γεννήτριας και σωλήνων, αφού το πηγάδι βρίσκεται εξακόσια μέτρα μακριά, εξοικονομεί ένα κυβικό περίπου νερού την ημέρα. Νερό για τα ζώα εξασφαλίζει από δυο στέρνες όπου συγκεντρώνεται το βρόχινο νερό. Ο ίδιος συντηρεί και την παλιά εκκλησιά της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και δεν παραλείπει να την ασβεστώνει κάθε χρόνο. Τον χειμώνα, ο Πέτρος με τη σύζυγό του μένουν μόνιμα στο νησί και πετάγονται με το βαρκάκι τους ως την Κίμωλο, μόνο κάποιες φορές για τον απαραίτητο ανεφοδιασμό τους. Το καλοκαίρι όμως, σχεδόν κάθε βράδυ περνούν στην Κίμωλο για να επιστρέψουν στο καταφύγιό τους την επομένη, με το πρώτο χάραμα.

Λίγο πιο κάτω από της Παναγιάς τ’ Αυλάκι, συναντούμε το Επάνω Μερσίνι, το οποίο μπορούμε να το προσδιορίσουμε από τη μικρή νησίδα του Μανώλη, που βρίσκεται μπροστά στο μεγάλο άνοιγμα του κόλπου. Αμέσως νοτιότερα βρίσκεται ο μικρότερος όρμος Κάτω Μερσίνι ή αλλιώς Μάντρα. Τόσο το Άνω όσο και το Κάτω Μερσίνι, που ονομάζονται έτσι από τις μερσινιές που ευδοκιμούν εκεί, φιλοξενούν υπέροχες παραλίες με καταπράσινα νερά. Πρόκειται για δυο πολύ διάσημες ακτές που τις επισκέπτονται καθημερινά αρκετά σκάφη, υπάρχει όμως πολύς χώρος για να αγκυροβολήσουμε χωρίς να ενοχλούμε κανέναν. Τόσο στο Πάνω όσο και στο Κάτω Μερσίνι μπορούμε να διανυκτερεύσουμε με απόλυτη ασφάλεια, αφού και οι δυο κόλποι δεν προσβάλλονται από τα μελτέμια. Προσοχή χρειάζεται στις σπιλιάδες, που συχνά κατεβαίνουν με πολύ μεγάλη ένταση. Οι ομορφιές όμως που έχει να μας προσφέρει η Πολύαιγος δεν σταματούν εδώ. Θεωρώ πραγματικά άτυχους, όσους δεν επισκέφθηκαν μέχρι τώρα τα Γαλάζια Νερά, στη νότια πλευρά του νησιού.

Στα περίφημα Γαλάζια Νερά

Έδεσα στη Χοχλακιά, μια μικρή βάλα με μεγάλα ολόλευκα βότσαλα που βρίσκεται ακριβώς πριν από τα Γαλάζια Νερά και σκαρφαλώνοντας στην απότομη πλαγιά έφτασα στην κορυφή του κακοτράχαλου λόφου. Βρέθηκα πάνω ακριβώς από τα κατακόρυφα κοκκινόλευκα βράχια που πέφτουν επιβλητικά στα Γαλάζια Νερά. Ένα συγκλονιστικό θέαμα, από τα μαγευτικότερα που έχει να μας προσφέρει το Αιγαίο, απλωνόταν μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου. Το χρώμα των νερών είναι απίστευτο, ενώ οι νησίδες Καλόγεροι που αναδύονται λίγο πιο πέρα μέσα από τα βαθιά νερά, συμπληρώνουν ένα ασύλληπτο σκηνικό. Κάθισα για αρκετή ώρα στην κορυφή του λόφου και αγνοώντας τις δαιμονισμένες σπιλιάδες, δεν χόρταινα να κοιτώ τη μαγευτική αυτή γωνιά της Πολυαίγου. Μετά από λίγο, ήμασταν φουνταρισμένοι αρόδου στα Γαλάζια Νερά, όπου ξεχαστήκαμε να κολυμπάμε με τις ώρες.

Αμέσως μετά τα Γαλάζια Νερά, και πριν τις νησίδες Καλόγερους, βρίσκεται ο όρμος της Φυκιάδας. Περνώντας πλάι από την παλιά πέτρινη γέφυρα φόρτωσης, κάτω από τα επιβλητικά κατάλευκα βράχια, φτάσαμε στο μυχό του όρμου όπου υπάρχει μια καταπληκτική παραλία με υπέροχα νερά. Εδώ μπορούμε να διανυκτερεύσουμε με απόλυτη ασφάλεια από τα μελτέμια, απολαμβάνοντας μια ακόμα μαγευτική γωνιά της Πολυαίγου.
Στην ανατολική πλευρά του νησιού, το εντυπωσιακό σκηνικό με τα επιβλητικά βράχια να γκρεμίζονται κατακόρυφα στη θάλασσα συνεχίζεται. Υπάρχουν και εδώ δυο πολύ μικρές πανέμορφες παραλίες με λευκά βότσαλα, οι οποίες όμως είναι αρκετά εκτεθειμένες στα μελτέμια. Στο βορειοανατολικό άκρο της Πολυαίγου συναντούμε τον όρμο Άμμουρα με την ομώνυμη παραλία στο μυχό του. Από εδώ μπορούμε να επισκεφθούμε και τον φάρο του νησιού. Η ανάβαση είναι αρκετά δύσκολη, η θέα όμως από τον περίβολο του φάρου θα μας μείνει αξέχαστη.

For travellers

  • Η Κίμωλος και η Πολύαιγος βρίσκονται στο νοτιοδυτικό άκρο των Κυκλάδων και μαζί με τη Μήλο αποτελούν τα μεγαλύτερα νησιά του «Μηλιακού συμπλέγματος». Το πανέμορφο και γραφικότατο Χωριό της Κιμώλου καθώς και οι μαγευτικές παραλίες τόσο της Κιμώλου όσο και της Πολυαίγου θα μας μείνουν αξέχαστες.
  • Οι ομορφότεροι και ασφαλέστεροι όρμοι διανυκτέρευσης είναι η μαγευτική Γούπα, το ερημικό Σούφι και το βορινό άκρο της παραλίας των Πράσων στην Κίμωλο. Αντίστοιχα στην Πολύαιγο, το Επάνω Μερσίνι, η Μάντρα και ο όρμος της Φυκιάδας.
  • Με πολύ δυσκολία μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα ωραιότερα σημεία των δυο αυτών νησιών. Αυτά όμως που με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να παραλλείψουμε να επισκεφθούμε είναι το Χωριό και η Γούπα στην Κίμωλο, η Μάντρα και βέβαια τα Γαλάζια Νερά στην Πολύαιγο.
  • Η Κίμωλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ορμητήριο για μονοήμερες εξορμήσεις στα ομορφότερα σημεία της Μήλου. Το μοναδικό Σαρακήνικο στα βόρεια και το μαγευτικό Κλέφτικο στο νοτιοδυτικό άκρο της Μήλου, το οποίο απέχει μόλις 16 ναυτικά μίλια.
  • Τα μελτέμια στη θαλάσσια περιοχή των νησιών αυτών μεταφράζονται σε βορειοανατολικούς ανέμους οι οποίοι πνέουν συχνά με μεγάλη ένταση. Οι νότιες και ανατολικές ακτές της Κιμώλου καθώς και οι δυτικές και νότιες ακτές της Πολυαίγου, όπου άλλωστε βρίσκονται και οι ομορφότερες παραλίες, είναι απόλυτα προστατευμένες από τα μελτέμια. Δεν υπάρχει περίπτωση λοιπόν να εγκλωβιστούμε για μέρες στο ίδιο σημείο.
  • Ο ανεφοδιασμός είναι πολύ εύκολος. Το φορτηγάκι του πρατηρίου μεταφέρει καύσιμα στο λιμάνι της Ψάθης. Τρόφιμα και νερά όμως, θα βρείτε μόνο στο Χωριό αφού στην Ψάθη δεν υπάρχει κάποιο παντοπωλείο.
  • Τα επικίνδυνα σημεία και οι ξέρες είναι «συγκεντρωμένα» στην ανατολική και νότια πλευρά της Κιμώλου, από όπου με κανένα τρόπο δεν πρέπει να επιχειρήσουμε να περάσουμε μόλις πέσει η νύχτα. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται ο ύφαλος Κάτεργο, όπου στο παρελθόν έχουν προσαράξει πολλά σκάφη και καράβια. Βρίσκεται πολύ κοντά στο νοτιοανατολικό άκρο της Κιμώλου, στο δρόμο μας για την Πολλώνια της Μήλου. Πάνω στον ύφαλο έχει τοποθετηθεί ένας μικρός σιδερένιος φάρος, σε μεγάλη έκταση όμως γύρω από τον φάρο ο βυθός δεν ξεπερνά τους πενήντα πόντους. Μεγάλη προσοχή επίσης χρειάζεται όταν προσεγγίζουμε την παραλία της Αλυκής. Από τη νησίδα του Πυργονησίου ξεκινά μεγάλη ξέρα που εκτείνεται δυτικά για εκατό μέτρα περίπου.

...keep Ribbing!

Kimolos – Polyaigos island
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Read more