Ionian Coast of Kato Italia
South Italy and Sicily
Ionian Coast of Kato Italia
South Italy and Sicily
By Thomas P.

.Το Ότραντο ή Ντερεντό για τους ντόπιους, είναι η ανατολικότερη πόλη της Ιταλίας με 5.000 μόνιμους κατοίκους. Παλιότερα, ολόκληρη η χερσόνησος, που αποκαλούμε τακούνι της ιταλικής μπότας, ονομαζόταν «γη του Ότραντο» ή «Ελλάδα του Ότραντο».

Το Ότραντο είναι ελληνικής καταγωγής και ονομαζόταν Υδρούντα (Hidruntum) επειδή χτίστηκε στις εκβολές του ποταμού Υδρία (Idro). Απετέλεσε σημαντικό λιμάνι και για πολλά χρόνια εμπορικό-πολιτιστικό κέντρο, από την εποχή της Μεγάλης Ελλάδας. Γέφυρα σύνδεσης της Ανατολής με το δυτικό κόσμο, αφού είναι το κοντινότερο σημείο από τις ελληνικές ακτές. Η επόμενη μέρα μάς βρίσκει στην παλιά πόλη του 'Οτράντο που είναι οχυρωμένη σε φρούριο, τα τείχη του οποίου βρίσκονται μπροστά ακριβώς στο λιμάνι. Είναι μια μικρή πόλη, με μεγάλη όμως ιστορία. Σε κάθε γωνιά της υπάρχουν ίχνη των πολιτισμών που πέρασαν από εκεί, ενώ διατηρεί έντονα το μεσαιωνικό της χαρακτήρα.
Θυμίζει έντονα την Κέρκυρα, με τα στενά γραφικά δρομάκια και τα παλιά, καλά όμως διατηρημένα κτίρια. Ο κεντρικός πλακόστρωτος δρόμος, VIA GARIBALDI, διατρέχει όλο το κάστρο. Εδώ υπάρχουν πολλά τουριστικά μαγαζάκια, απ' όπου ψωνίσαμε τα αναμνητικά μας, ενώ το απογευματάκι γίνεται το αδιαχώρητο από τον πολύ κόσμο. Το τοπίο μυρίζει Ελλάδα καθώς και οι άνθρωποι έχουν κάτι συγγενικό με μας. Χαμογελαστοί, ομιλητικοί και πρόθυμοι να μας εξυπηρετήσουν. Δεν θα ‘ταν υπερβολή να πω πως νιώθαμε σαν να ήμασταν στον τόπο μας.
Τα βήματά μας μάς οδήγησαν στη μητρόπολη, την «Παναγία των μαρτύρων». Ο ναός αυτός, ο μεγαλύτερος σ' ολόκληρη την Απουλία -54 μέτρα μήκος και 25 πλάτος-, είναι τόπος θυσίας. Εδώ οι Τούρκοι, όταν στα 1480 κατέλαβαν την πόλη, έδειξαν τη μεγαλύτερη αγριότητά τους. Μπήκαν με τα άλογα μέσα στη μητρόπολη, γκρέμισαν κολόνες, κατέστρεψαν τοιχογραφίες και κατέσφαξαν τους πιστούς που είχαν συγκεντρωθεί εκεί. Τα πτώματα τους πετάχτηκαν, αλλά μετά από ένα χρόνο, όταν η πόλη ελευθερώθηκε, βρέθηκαν άθικτα. Όλοι ανακηρύχθηκαν άγιοι. Η σφαγή έγινε στην κρύπτη, στον παλιό ναό, πάνω στον οποίο κτίσθηκε ο επιβλητικότερος καθολικός.

Στην κρύπτη των μαρτύρων, βρίσκεσαι μπροστά σ' ένα δάσος από κίονες σε μια περίεργη σύνθεση. Κολώνες ρωμαϊκές, πάνω σε βάσεις ελληνικές με βυζαντινά κιονόκρανα ή κολώνες βυζαντινές με κλασσικά κιονόκρανα. Ένα κράμα ιωνικού, δωρικού, κορινθιακού ρυθμού, με ρωμαϊκά και βυζαντινά στοιχεία.
Ανεβήκαμε στον καινούργιο ναό με τα περίφημα μωσαϊκά που απεικονίζουν το δέντρο της ζωής. Είδαμε την κιβωτό του Νώε, τον Αδάμ και την Εύα, τον πύργο της Βαβέλ, έναν κένταυρο που τοξεύει, τον Μέγα Αλέξανδρο, το Μινώταυρο. Εκεί όμως που αισθανθήκαμε ρίγος ήταν στο παρεκκλήσι δεξιά από την Αγία Τράπεζα. Στους τοίχους υπάρχουν γυάλινες θήκες, οι οποίες είναι γεμάτες με τα κρανία και τα οστά των μαρτύρων. Σε μερικά κρανία διακρίνεις και τα σημάδια από τα χτυπήματα των Τούρκων. Μετά το ανατριχιαστικό αυτό θέαμα κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο της πόλης όπου βρίσκεται η βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Πέτρου. Ο μικρός αυτός ναός διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, ενώ ή ύπαρξη δύο δωρικών στηλών, υποδηλώνουν πιθανή πύλη έξω από την είσοδο του.

Στο νότιο άκρο της πόλης, πλάι στο λιμάνι, βρίσκεται το Castelio Aragonese με τους χαρακτηριστικούς κυκλικούς πύργους που φαρδαίνουν στη βάση τους. Στο εσωτερικό του, τη θερινή περίοδο γίνονται διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Τέλος, αξίζει να επισκεφθείτε την ακτή βόρεια του Ότραντο, που εκτείνεται έως τις λίμνες Alimini. Σπήλαια, ελικοειδείς ρεματιές, ήσυχες παραλίες και ψηλά πεύκα πλάι στη θάλασσα. Οι λίμνες Alimini αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους πόλους έλξης της περιοχής. Υπάρχουν δυο βάθρες, η μια εκ των οποίων (La Fontanelie, που βρίσκεται νοτιότερα) τροφοδοτείται με νερό από υπόγεια πηγή. Με τη βοήθεια καναλιού η βάθρα αυτή τροφοδοτεί με νερό τη μεγάλη λίμνη Alimini η οποία χωρίζεται από τη θάλασσα με αμμόλοφους.
Αξίζει πραγματικά κανείς να πάρει το δρόμο για το Club Mediterrani και στην είσοδο του να συνεχίσει το δρομάκι που βρίσκεται πλάι στους τοίχους του. Από εδώ ξεκινάει μια δύσκολη διαδρομή. Μην απογοητευτείτε όμως, το αποτέλεσμα θα σας σποζημιώσει. Θα φτάσετε σ’ ένα πευκοδάσος, απ' όπου, περπατώντας σ' έναν πεζόδρομο, βγαίνετε στη θάλασσα. Εκεί θα αναλακύψετε μια ακτή με μικρούς και ήσυχους ορμίσκους. Η ακτή αυτή λέγεται «Baia de Turchi» -γιατί εδώ πρωτοαποβιβάσθηκαν οι Τούρκοι στην πολιορκία του 1480. Η καταπράσινη θάλασσα, η απέραντη γαλήνη και η άμεση επαφή με τη φύση θα σας γοητεύσουν...

Στα ελληνόφωνα χωριά

Την επόμενη πίνουμε το καφεδάκι μας πάνω στα φουσκωτά με τον αέρα να μην έχει κοπάσει ακόμα. Δύο Ιταλοί που έχουν τα σκάφη τους πλάι στα δικά μας, μας πιάνουν στην κουβέντα. Αποκλεισμένοι λόγω καιρού, αναμένουν να ησυχάσει η θάλασσα για να περάσουν στην Ελλάδα. Γεμάτοι απορία μάς ρωτούν: εμείς περιμένουμε πώς και πώς να πάμε στους Οθωνούς κι εσείς έρχεστε εδώ; Ενώ ο ένας Ιταλός, με ύφος μάλλον παραπονεμένο, μας λέει: εσείς έχετε τα όμορφα νησιά, εμείς δεν έχουμε.

Τους αφήσαμε να αναρωτιούνται, και αμολυθήκαμε στο Ότραντο για να νοικιάσουμε μηχανάκια ή κάποιο αυτοκίνητο. Μάταια όμως. Υπάρχει μόνο ένα κατάστημα ενοικιάσεων, τρία χιλιόμετρα από τη μαρίνα, μα τα έχει δώσει όλα. Απογοητευμένοι γυρίσαμε στο λιμάνι. Βρήκαμε κάποιον Roberto ο οποίος ανέλαβε να μας μεταφέρει με το αυτοκίνητό του στα ελληνόφωνα, έναντι αδρής αμοιβής, βέβαια.
Στο τακούνι της ιταλικής μπότας και μέσα στο τρίγωνο Λέτσε - Καλλίπολη - Ότραντο, οριοθετείται ένα κομμάτι της Ιταλίας, γνωστό ως Γκρέτσια Σαλεντίνα. Εκεί βρίσκονται εννέα ελληνόφωνοι δήμοι, ενώ παλιότερα αναφέρονταν εικοσιτρία «χωρία», όπως χαρακτηριστικά τα αποκαλούν οι ντόπιοι. Σήμερα υπάρχουν: η Καλημέρα, το Μαρτάνο, Μαρτινιάνο, Μελπινιάνο, Καστρινιάνο ντεϊ Γκρέτσι, Σιερνατία, Σολέτο, Τζολίνο και Κοριλιάνο ντ' Οτράντο.
Κατευθυνθήκαμε στην Καλημέρα, 25 χλμ. βορειότερα. Σ' όλη τη διαδρομή η γύρω περιοχή είναι ομαλή και επίπεδη. Ούτε λόφος δεν υπάρχει στο δρόμο μας. Τα δέντρα που κυριαρχούν σ' όλη μας την πορεία είναι ελαιόδενδρα. Εικόνα ελληνική.

Ήμουν ανυπόμονος και γεμάτος ανησυχία. Τι θα συναντήσαμε άραγε; Θα βρίσκαμε ελληνόφωνες; Ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα με μας; Συγκίνηση διέτρεξε όλο μου το σώμα, όταν στην είσοδο της πόλης του Μαρτάνο, μια τεράστια, ολοκαίνουργια πινακίδα μάς καλωσόριζε. Και μας υποδέχθηκε ελληνικά!
«Kalos irtate στη Grecia Salentina».
Είναι από τις ομορφότερες υποδοχές που έτυχα ποτέ. Σε λίγη ώρα φθάσαμε στην κεντρική και μεγάλη πλατεία, piazza de sole, της Καλημέρα. Έχει 60.000 κατοίκους και είναι η πιο τυπική ελληνόφωνη πόλη. Το όνομά της οφείλεται σε κάποιον ξένο, που περνούσε από εκεί μ' ένα χάρτη στα χέρια ψάχνοντας να δει πού βρίσκεται. Ρώτησε έναν χωρικό πώς λέγεται το χωριό. Ο χωρικός, που μόνο ελληνικά μιλούσε, δεν κατάλαβε και του αποκρίθηκε «Καλημέρα». Ο ξένος πιστεύοντας πως πήρε απάντηση, σημείωσε στον χάρτη το χαρούμενο αυτό όνομα.

Για την ελληνική γλώσσα
Ο Ιταλός καλόγερος στο Μαρτάνο παπα-Μάουρο, αγωνίστηκε με πάθος για την ελληνική γλώσσα και προέτρεπε τους κατοίκους να μιλούν ελληνικά. Ένα από τα τελευταία του ποιήματα:

«Άντρωποι παντηκάρια
κοράσια τσε κιατέραι
να έρτετε να ακούσετε
εν τραβουντάτσι γκρίκο
να φσέρουν οι Λατίνοι
τσ' ο στέσσο Μουσολίνι...
τες Άλπεις τη Σιτσίλια
α τη Ρώμη ως Ντερεντό
τσε αφς όλο τούτο ρένιομα
κανένα νόμα να κούετε
α το λαιμό του γκένου
πλεό αγαπημένο
τσε πλεό βλοημένο όνομα
τη Γκρέτσια Μάλη».

Άνθρωποι παληκάρια
κορίτσια και θυγατέρες
να ρθείτε ν' ακούσετε
ένα τραγουδάκι ελληνικό
για να ξέρουν οι Λατίνοι
κι ο ίδιος ο Μουσολίνι...
από τις Άλπεις ως της Σικελία
απ' τη Ρώμη ως το Ότραντο
και απ' όλο τούτο το βασίλειο μας
κανένα όνομα δεν ακούτε
απ’ το στόμα του γένους
πιο αγαπημένο
και πιο ευλογημένο όνομα
από της Μεγάλης Ελλάδας».

Ήταν μεσημέρι, η ζέστη αφόρητη και δεν υπήρχε ψυχή. Μπήκαμε σ' ένα cafe και πήραμε από ένα μπουκάλι νερό.
Σκοπεύαμε να περπατήσουμε αρκετά και να γνωρίσουμε όσο περισσότερα πράγματα μπορούσαμε. Οι προσπάθειές μου να επικοινωνήσω με την κυρία Bernardini, καθηγήτρια στην έδρα της ελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Lecce, ήταν χωρίς αποτέλεσμα. Μόνοι μας λοιπόν, χωρίς τη συνοδό μας, διαβαίναμε τους δρόμους στην Καλημέρα. Δεν πέρασε λίγη ώρα και συναντήσαμε τα πρώτα ελληνικά σημάδια: VIA ATENE, VIA ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ καθώς και ελληνικά ονόματα σε επιγραφές μαγαζιών. Πήραμε την οδό Κωνσταντινουπόλεως. Τα σπίτια είναι κολλητά μεταξύ τους, χωρίς βεράντες, ενώ σχεδόν όλα έχουν εσωτερικές αυλές. Ο δρόμος αυτός μάς έβγαλε σ ένα μεγάλο πάρκο. Διαλέξαμε ένα παγκάκι που δεν το πιάνει ο ήλιος. Κι εκεί που απολαμβάναμε το τσιγάρο μας, διακρίναμε με έκπληξη, στο βάθος πίσω από ψηλά δέντρα, αυτό που θέλαμε οπωσδήποτε να δούμε. Την περίφημη επιτύμβια στήλη, προσφορά του δήμου Αθηναίων από το I960. Στη βάση του αετώματος διαβάζεις στα γκρεκάνικα: «ΖΕΝΙ SU ΕΝ ISE ETTU STI KALIΜERA», που σημαίνει: «Ξένη δεν είσαι εδώ στην Καλημέρα».

Πραγματικά, κανείς Έλληνας δεν νιώθει ξένος στην Καλημέρα. Στο ίδιο πάρκο βρίσκεται η προτομή του Βίτο Παλούμπο, του πιο μεγάλου πνευματικού τέκνου της πόλης, που αφιέρωσε τη ζωή του στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου και στη διατήρηση των δεσμών ανάμεσα στην Σαλεντινή και τη μητροπολιτική Ελλάδα. Ο σπουδαίος αυτός Έλληνας παρότρυνε τα νέα παιδιά, να αγαπάνε τη γλώσσα των πατεράδων τους για να μην ξεχάσουν την καταγωγή τους.
Επισκεφθήκαμε την επιβλητική μητρόπολη, με το υπέροχο μπαρόκ καμπαναριό της, τη βιβλιοθήκη και το έρημο εκκλησάκι της Σάντα Μαρία ντι Λέουκα (Παναγία της Λεύκας). Το εκκλησάκι αυτό είναι κολλημένο στα διπλανά σπίτια και ίσα που διακρίνεται. Στο υπέρθυρο της εισόδου διαβάζουμε: «Εκτίσθη ο παρών οίκος ... 1580».
Η Καλημέρα ανέθρεψε πολλούς ποιητές και λόγιους, δημιουργώντας μοναδική κουλτούρα σ’ ολόκληρη τη χερσόνησο. Κουρασμένοι από το πολύωρο περπάτημα μέσα στο καταμεσήμερο επιστρέψαμε στην piazza de sole.

Στη μια της γωνιά μεγάλη πινακίδα γράφει: irtamo, griki, san aderfia e citti chora. Aderfo ene ja ma is pu erkete na ma vriki, ενώ υπάρχει και χάρτης με τους ελληνόφωνους δήμους και τα μνημεία αυτών. Γεμάτοι από Ελλάδα, καθίσαμε σε μια καφετέρια όπου περιμέναμε τον Roberto για να μας επιστρέψει στο λιμάνι.
Κάποιος ηλικιωμένος πέρασε από μπροστά μας. Τον χαιρετήσαμε και τον προσκαλέσαμε στην παρέα μας. Ήταν 70 ετών και ονομαζόταν Γκιουζέπε. Του είπαμε πως είμαστε «griki» αλλά δεν έδειχνε να καταλαβαίνει. Τον ρωτήσαμε αν μιλάει γκρεκάνικα. Καμιά απόκριση. Προσπαθούσαμε με ιταλικές και αγγλικές λέξεις αλλά κυρίως με νοήματα, να του εξηγήσουμε ότι θέλουμε κάποιο λεωφορείο ή ταξί για να πάμε στο Otranto. Μετά από πολλή προσπάθεια και πολλές χειρονομίες μάς κατάλαβε, και με τον ίδιο τρόπο μάς είπε ότι δεν υπάρχει κάποιο μέσο. Απογοητευμένοι, έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες ώσπου να έρθει ο Roberto. Κι εκεί που μονολογούσαμε, με έκπληξη ακούσαμε τον Γκιουζέπε να μουρμουρίζει:
«Μα τι τέλετε; να παένετε και να ίρτετε όποτε τέλει;».
Είχαμε μείνει άναυδοι. Συγκλονισμένοι του είπαμε πως αυτά που μας είπε είναι ελληνικά! Μάταια όμως, πάλι έδειχνε να μην καταλαβαίνει. Μας έκανε μεγάλη εντύπωση πως μιλούσε μια γλώσσα την οποία προφανώς έμαθε από τους γονείς του, αλλά δεν ήξερε ότι ήταν ελληνική! Σηκώθηκε, μας χαιρέτησε, αφήνοντάς μας απορημένους.

Ποίηση στην Καλημέρα
Η Άντζελα Κολέλα, σύγχρονη ποιήτρια, εκφράζεται για τον τόπο της, την Καλημέρα, με τους παρακάτω στίχους:

Καλημέρα μου
σε αγαπώ ποντύ
να σου πω πόσο
ε μου σώτζει αμιλία.
Ναν γιεννήσει στην
«ημέρα την καλή»
ε πράμα που
σου νοίφτει τη καρντία.

Καλημέρα μου
σ' αγαπώ πολύ
να σου πω πόσο
δεν μου φτάνουν τα λόγια.
Νάχεις γεννηθεί στην
Καλημέρα
είναι ένα πράγμα που
σου ανοίγει την καρδία.

Στο Μαρτάνο

Η επόμενη μέρα μάς βρήκε στο Μαρτάνο. Έχει 10.000 κατοίκους και είναι πρωτεύουσα των ελληνόφωνων δήμων. Έχει αδελφοποιηθεί με το Λεωνίδιο Τσακωνιάς. Λέγεται ότι το όνομα προέρχεται από το ρήμα αμαρτάνω, που στην τοπική γλώσσα σημαίνει βλαστημώ. Βρισκόμασταν μπροστά στα τείχη του μεσαιωνικού κάστρου με τους δυο χαρακτηριστικούς πυργίσκους και κατευθυνθήκαμε στην Κατουμερέα (κάτω μεριά), την παλιά ελληνική γειτονιά. Περπατώντας σ' όλη τη συνοικία, παρατηρούσαμε τα παλιά σπίτια με τις κοινές αυλές και τις λάμιες, όπως λένε τις ίσιες πέτρινες σκεπές. Εκεί μάζευαν το βρόχινο νερό ή ξέραιναν το καλαμπόκι και τα σύκα το καλοκαίρι. Όπως στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά απ' όπου πήγαν οι πρώτοι άποικοι. Στα παραδοσιακά σπίτια, τη σκεπή υποβαστάζουν ξύλινα δοκάρια και το κεντρικό λέγεται σαρσινάλι, δηλ. στυλοβάτης. Όταν πέθαινε κάποιο πρόσωπο της οικογένειας έλεγαν: έπεσε το σαρσινάλι του σπιτιού.
Στο Μαρτάνο σώζονται πολλά λαϊκά τραγούδια και μοιρολόγια τα οποία μοιάζουν πολύ με αυτά της Νισύρου και της Μάνης.
Αποχαιρετήσαμε το Μαρτάνο και σε λίγη ώρα βρισκόμασταν στο Καστρινιάνο ντέι Γκρέτσι. Δεν μπορείς παρά να νιώθεις μεγάλη συγκίνηση όταν βρίσκεσαι στην πόλη που λέγεται: Καστράκι των Ελλήνων. Η μικρή αυτή πόλη, παλιά ήταν γνωστή για τα υπέροχα υφαντά που έφτιαχναν οι γυναίκες στους αργαλειούς καθώς για τα κεντήματα και τις δαντέλες.
Κάποτε το Καστράκι των Ελλήνων ήταν ο πυρήνας του ελληνισμού. Έως πριν από λίγα χρόνια, όταν ζούσε ο καθηγητής Άγγελος Κοτάρντο, δίδασκαν τα ελληνικά στα δημοτικά σχολεία. Αξιοποιώντας το άρθρο 6 του ιταλικού συνατάγματος, πήρε άδεια να διδάσκει ελληνικά σ’ όλα τα χωριά. Επειδή μόνος του δεν προλάβαινε, επιλέχθηκαν έλληνες φοιτητές από το Lecce. Ταυτόχρονα άρχισε να τυπώνεται το περιοδικό με τα μεταφορικόα όνομα «προζύμι».
Με πολλές προσπάθειες ο Κοράντο, πήρε ειδική άδεια να δημιουργήσει ένα σχολείο που θα έβραζε δασκάλους της γκρεκάνικης. Από το 1977 λειτουργεί αυτό το σχολείο με το όνομα «κέντρο κοινωνικών σπουδών». Ο ίδιος ο Κοτάρντο ανακάλυψε την κρύπτη του Αγίου Ονουφρίου, στο κέντρο της πόλης που αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο του ελληνισμού και της Ορθοδοξίας με τη χρονολογία γραμμένη στα ελληνικά (ΙΒΓΖ δηλ. 1237). Η πόλη έχει προστάτιδα την «Madonna dell’ Arcona». Είναι ό,τι έμεινε από το παλιό «Παναγία η αρχόντισσα» των βυζαντινών χρόνων.
Δεν θα έφταναν πολλές σελίδες για να περιγράψω όλα τα χωριά. Το Μελπινιάνο, που έχει το όνομα της μούσας Μελπομένης (η μούσα του τραγουδιού) και σημαίνει «τραγουδοχώρι». Τη Στερνατία, που θυμίζει τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά, με τις πολυάριθμες στέρνες. Στους δρόμους της διαβάζεις: οδός πλατεία ή οδός Απάνου. Σαν σου μιλούν για γάμο, θα ακούσεις τη λέξη «αρμόζομαι», όπως τη χρησιμοποιούν ακόμα στη Νίσυρο: «κι εγώ θα σ' έχω αρμοστό για όλη τη ζωή μου».

Όλα τα ελληνόφωνα χωριά βρίσκονται πολύ κοντά μεταξύ τους και μπορείς να τα γυρίσεις εύκολα σε δυο μέρες.
Οι Ελληνόφωνοι έχουν παραμύθια, μύθους, ιστορίες, ποιήματα, ενώ ξεχωρίζουν στο τραγούδι. Ο Oronzo Parlangeli έλεγε: Υπάρχει ένας τρόπος να ξεχωρίσεις έναν Έλληνα. Ρώτησέ τον αν έχει γράψει ποίημα.
Με τραγούδι μιλούν στα παιδιά τους, με τραγούδι εκφράζουν τον έρωτά τους, με τραγούδι μοιρολογούν τη γλώσσα τους που χάνεται: «ίου βάντουνε αλάϊ στη λάμπα της γκλώσσα μα να μην σβηστεί» «πρέπει να βάλουν λάδι στη λάμπα της γλώσσας μας για να μην σβήσει».
Τραγουδούν για να ξεχάσουν τη δυστυχία τους. Γιατί η ζωή τους ποτέ δεν ήταν εύκολη. Συνήθισαν να τους βλέπουν σαν αμόρφωτους χωριάτες. Παντέκους και καφόνους τούς αποκαλούσαν οι Ιταλοί. Τους αντιμετώπιζαν υποτιμητικά γιατί δεν γνώριζαν την ιταλική γλώσσα. Αυτό τούς απομόνωνε ακόμα περισσότερο και ζούσαν μέσα στις κλειστές δικές τους κοινωνίες. Άλλοι πάλι ξενητεύονταν στον ιταλικό Βορρά για να βρουν εργασία στις βιομηχανίες, ως φτηνά εργατικά χέρια από το νότο.
Έτσι, τον προηγούμενο αιώνα οι κάτοικοι των χωριών αυτών μιλούσαν μόνο ελληνικά. Πριν λίγα χρόνια το ποσοστό έπεσε στο 40%, ενώ σήμερα μιλούν τα γκρεγκάνικα μόνο λίγοι ηλικιωμένοι. «Πάει σμπήνοντα τον Γκρίκο», μονολογούν.

Otranto
This website uses cookies to improve your experience. By using this website you agree to our Data Protection Policy.
Read more